Η κατάκτηση της Αραβίας από τον Μωάμεθ και η γέννηση του Ισλάμ

Η νίκη του Μωάμεθ στη Μέκκα το 630 του έδωσε τον έλεγχο της δυτικής Αραβίας και την ευκαιρία να εξαπλώσει τις θρησκευτικές δοξασίες του. Μετά τη μάχη η Μέκκα έγινε ιερό κέντρο του Ισλάμ, από όπου ο Μωάμεθ και οι οπαδοί του θα δημιουργούσαν μια από τις σημαντικότερες θρησκείες του κόσμου.

Στο τέλος του 6ου αιώνα η Μέκκα είχε γίνει σημαντικό κέντρο των διεθνών εμπορικών οδών που ακολουθούσαν τη δυτική ακτή της Αραβίας. Στους εμπόρους της πόλης περιλαμβάνονταν πολλοί χριστιανοί και ιουδαίοι, αλλά ο πληθυσμός ήταν κατά βάση παγανιστικός. Ένα ιερό στη Μέκκα είχε πέτρινα είδωλα που προσείλκυαν τις νομαδικές αραβικές φυλές σε ετήσιο προσκύνημα. 

Κατά τους ιερούς μήνες αυτών των επισκέψεων, άτομα και φυλές άφηναν κατά μέρος τις έχθρες, δίνοντας στη Μέκκα τη φήμη ενός ειρηνικού τόπου ο οποίος συγκέντρωνε όλα τα είδη ταξιδιωτών. Αυτή η εικόνα ήταν, φυσικά, πολύ καλή για το εμπόριο και τον πλουτισμό των αρχόντων της πόλης. Περί το 570, ένα αγόρι ονόματι Μωάμεθ γεννήθηκε στη Μέκκα από μια οικογένεια εμπόρων. Όταν έγινε έξι ετών, οι γονείς του είχαν ήδη πεθάνει και το αγόρι βρισκόταν στη φροντίδα του παππού του. Λίγο αργότερα άρχισε να ακολουθεί σαν έμπορος τα καραβάνια με τα οποία επισκέφθηκε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. 

Οι Αραβικές φυλές την εποχή του Μωάμεθ

Στη διάρκεια των ταξιδιών του γνώρισε τις θρησκευτικές συνήθειες και τις άγιες πόλεις των εβραίων και των χριστιανών. Όσο περισσότερο μελετούσε αυτούς που πίστευαν σε έναν Θεό τόσο περισσότερο απογοητευόταν από την ειδωλολατρική πίστη του λαού του.

Όταν έφτασε τα εικοσιπέντε, ο Μωάμεθ επέστρεψε στη Μέκκα και παντρεύτηκε μια πλούσια χήρα δεκαπέντε χρόνια μεγαλύτερή του. Ο πλούτος της του επέτρεψε να εγκαταλείψει τα καραβάνια και να αφιερώσει τον χρόνο του σε προσευχές, διαλογισμούς και μελέτη θρησκευτικών απόψεων. Ο Μωάμεθ πίστευε ότι άκουγε επί χρόνια τη φωνή του Θεού, αλλά μόνο όταν έγινε σαράντα ετών ένιωσε τη θεία αποκάλυψη που θα γινόταν η θρησκεία του Ισλάμ.

Διαβάστε Επίσης: Μάχη του Πουατιέ (732) – Οι Φράγκοι σταματούν την εξάπλωση των Αράβων στην Δυτική Ευρώπη.

Το 610 ο Μωάμεθ πέρασε έξι μήνες με διαλογισμό σε μια σπηλιά του όρους Χίρα, όπου, όπως υποστήριζε, εμφανίστηκε ο αρχάγγελος Γαβριήλ σε μια οπτασία και του είπε ότι είχε επιφορτιστεί να διαδώσει τον λόγο του Αλλάχ (Θεού). Ο Μωάμεθ κατέβηκε από το βουνό και άρχισε να διδάσκει το Ισλάμ στους κατοίκους της Μέκκας. Εξήγησε ότι Ισλάμ σήμαινε «Υποταγή ή παράδοση στον Θεό» και ότι όποιος υποτάσσεται ή παραδίδεται είναι «μουσουλμάνος». Όλοι οι μουσουλμάνοι έπρεπε να πιστέψουν ότι ο Αλλάχ ήταν ο ένας και μοναδικός Θεός και ότι ο Μωάμεθ ήταν ο απεσταλμένος του.

Το σπήλαιο Hira στο βουνό Jabal al-Nour όπου, σύμφωνα με μουσουλμανικές πεποιθήσεις, ο Μωάμεθ έλαβε την πρώτη του αποκάλυψη

Οι έμποροι και οι υπόλοιποι κάτοικοι της Μέκκας αγνόησαν τον νέο προφήτη καθώς ήταν αφοσιωμένοι στο εμπόριο και στα κέρδη τους. Επί αρκετά χρόνια ο Μωάμεθ συγκέντρωσε ελάχιστους οπαδούς στη Μέκκα, εκτός από τα μέλη της οικογένειάς του. Κατάφερε, πάντως, να προσηλυτίσει μια ομάδα 200 ατόμων στη Μεδίνα, άλλο ένα εμπορικό κέντρο 300 χιλιόμετρα πιο βόρεια. Το 622 οι ηγέτες της Μέκκας είχαν κουραστεί πλέον από τα κηρύγματα του Μωάμεθ και ένιωθαν να απειλούνται από τα μηνύματά του. Οι αυξανόμενες διώξεις εναντίον του τον ανάγκασαν να φύγει από την πόλη με την οικογένειά του και να γυρίσει στους οπαδούς του στη Μεδίνα.

Ο Μωάμεθ και οι οπαδοί του σε αυτήν την πόλη άρχισαν να επιτίθενται στα καραβάνια από τη Μέκκα. Η διδασκαλία του, σε συνδυασμό με την πολιτική του για ίσα μερίδια λείας σε όσους μετείχαν στις επιδρομές, προσείλκυσε νέους οπαδούς. Το 624 η ομάδα του είχε πάνω από 300 άτομα που ξεκινούσαν από τη Μεδίνα και έκαναν επιθέσεις σε καραβάνια από τη Μέκκα. Όταν ο ηγέτης των εμπόρων της Μέκκας, Αμπού Σουφιάν, έμαθε ότι ο Μωάμεθ απειλούσε τις εμπορικές οδούς, συγκέντρωσε στρατό από 1.300 άνδρες για να προστατέψει το επόμενο καραβάνι του. 

Οι μουσουλμάνοι και ο στρατός του Αμπού Σουφιάν συναντήθηκαν τον Μάρτιο του 624 στην όαση Μπαντρ, σαράντα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Μεδίνας. Ο Μωάμεθ απέδειξε ότι δεν είχε μόνο προφητικές αλλά και στρατιωτικές ικανότητες, καθώς παρέταξε τους οπαδούς του στα υψώματα που περιέβαλλαν τη μοναδική πηγή νερού στην περιοχή. Αργότερα ισχυρίστηκε ότι είχε θεία υποστήριξη στη μάχη που ακολούθησε, αλλά ανεξαρτήτως αυτού, πέτυχε μια σημαντική νίκη απέναντι σε ισχυρότερες δυνάμεις.

Ο Αμπού Σουφιάν κατέφυγε στο Μπαντρ και δημιούργησε έναν ακόμη μεγαλύτερο στρατό. Τρία χρόνια αργότερα οδήγησε 10.000 άνδρες εναντίον της Μεδίνας, όπου διαπίστωσε ότι και οι οπαδοί του Μωάμεθ είχαν αυξηθεί. Οι 3.000 μουσουλμάνοι είχαν σκάψει μια τάφρο γύρω από την πόλη, από όπου απέκρουσαν αρκετές επιθέσεις τις επόμενες τρεις εβδομάδες. Ο Αμπού Σουφιάν αποσύρθηκε όταν δεν κατάφερε να διασπάσει την άμυνα των αντιπάλων του, δεδομένου ότι δεν ήταν προετοιμασμένος για πολιορκία.

Κατακτήσεις του Μωάμεθ (πράσινες γραμμές) και των χαλίφηδων Ρασιντούν (μαύρες γραμμές). 
Εμφανίζονται: Βυζαντινή αυτοκρατορία (Βόρεια και Δύση) & Σασσανιδική-Περσική αυτοκρατορία (Βορειοανατολική).

Τον επόμενο χρόνο ο Μωάμεθ συνέχισε να διαδίδει τον λόγο του Ισλάμ. Το 628 συμφώνησε με άλλους ηγέτες για τη Συνθήκη της Χουνταϊμπίγια, που επέτρεπε στους μουσουλμάνους την ειρηνική είσοδο στη Μέκκα για να εκτελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Έναν χρόνο αργότερα οι ηγέτες της Μέκκας έπαψαν να τηρούν τη συνθήκη και για μία ακόμη φορά ο Μωάμεθ ετοιμάστηκε να επιβάλει τη θρησκευτική ελευθερία με τα όπλα. Τώρα όμως οι μουσουλμάνοι είχαν ισχυρό στρατό 10.000 ανδρών που πίστευαν απολύτως στον έναν Θεό και στον προφήτη του. 

Τον Ιανουάριο του 630 ο Μωάμεθ οδήγησε τον στρατό του από τη Μεδίνα στη Μέκκα. Όταν έφτασε εκεί, οι κάτοικοί της πρόβαλαν συμβολική αντίσταση πριν καταθέσουν τα όπλα και υποδεχτούν τον Μωάμεθ σαν σωτήρα τους. Ο Μωάμεθ καθιέρωσε τη γενέτειρά του ως Αγία Πόλη του Ισλάμ και συνέχισε να στέλνει τους απεσταλμένους του για να διαδώσουν τον λόγο του Αλλάχ στην περιοχή. Δύο χρόνια αργότερα πέθανε σε ηλικία 62 ετών, αφήνοντας πίσω του αναφορές από τις αποκαλύψεις του αρχάγγελου Γαβριήλ και άλλων δογμάτων του Ισλάμ. 

Δεκαπέντε χρόνια μετά τον θάνατό του, οι πιστοί ολοκλήρωσαν το Άγιο Βιβλίο του Ισλάμ, το Κοράνι. Μετά τη μάχη της Μέκκας, οι θρησκευτικοί και στρατιωτικοί οπαδοί του Ισλάμ αυξήθηκαν ραγδαία. Το Ισλάμ και ο μουσουλμανικός στρατός κέρδισαν τους Βυζαντινούς στην Μάχη του Γιαρμούκ και έτσι εξαπλώθηκαν από τη Μέκκα μέχρι την Ιερουσαλήμ και έφτασαν στη Συρία, στο Ιράν, στην Αίγυπτο και στο Ιράκ σε λιγότερο από δέκα χρόνια. Ύστερα οι ισλαμικοί στρατοί στράφηκαν προς την Ευρώπη με την ίδια επιτυχία, μέχρις ότου η επέκταση προς τα δυτικά σταμάτησε με τη Μάχη της Τουρ το 732.

Εβραίοι, χριστιανοί και παγανιστές συνέχισαν να ζουν στη Μέση Ανατολή μετά τη μάχη της Μέκκας, αλλά από την ημέρα της θριαμβευτικής εισόδου του Μωάμεθ στην πόλη, το μέλλον του Ισλάμ είχε πλέον οριστικοποιηθεί. Ξεκινώντας από τη Μέση Ανατολή, εξαπλώθηκε τόσο πολύ ώστε σήμερα είναι μια από τις σημαντικότερες θρησκείες του κόσμου και έχει δεσπόζουσα επιρροή στις κυβερνήσεις πολλών εθνών.

Η εξάπλωση των Μουσουλμανικών κατακτήσεων κατά τον Μεσαίωνα

Η εξέλιξη του Ισλάμ σε σημαντική θρησκεία και πολιτική δύναμη δεν θα είχε πραγματοποιηθεί χωρίς τον Μωάμεθ, ιδρυτή αυτής της θρησκείας. Από την εποχή που γύρισε από το όρος Χίρα το 610 με το μήνυμα του Αλλάχ μέχρις όπου κατέκτησε τη Μέκκα είκοσι χρόνια αργότερα, ο ίδιος και το Ισλάμ ήταν ένα και το αυτό – εξ ίσου ευάλωτοι σε μια πιθανή καταστροφή. Κάθε μάχη που έδινε ήταν σημαντική αν και μερικές ήταν μεγαλύτερες, όπως στο Μπαντρ, και άλλες προσείλκυσαν περισσότερους οπαδούς, όπως στη Μεδίνα, το μέλλον του προφήτη και του Ισλάμ δεν εξασφαλίστηκε παρά μόνο με τη νίκη του στη Μέκκα

Η Ιουδαία την εποχή του Ιησού

Ιστορικό Οι Εβραίοι ζουν εδώ και χιλιάδες χρόνια στην περιοχή του σύγχρονου Ισραήλ και στην αρχαιότητα ήταν πλειονότητα μέχρις ότου εκδιώχθηκαν από τους Ρωμαίους και...

Παύλος Μελάς: Η ζωή του ανθρώπου- σύμβολο του μακεδονικού αγώνα.

Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου του 1870 στη Μασσαλία, όπου ο πατέρας του Μιχαήλ Μελάς (1833-1897) δραστηριοποιούταν ως έμπορος. Το 1886 εισήλθε...