Η Μάχη του Γιόρκταουν (1781) – Η αποφασιστικότερη αναμέτρηση της Αμερικανικής Επανάστασης που έκρινε την ανεξαρτησία των ΗΠΑ

Η μάχη του Γιορκταουν ήταν το αποκορύφωμα της Αμερικανικής Επανάστασης και οδήγησε αμέσως στην ανεξαρτησία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Ενώ άλλες συγκρούσεις μπορεί να ήταν μεγαλύτερες και δραματικότερες, καμιά άλλη μάχη της ιστορίας δεν είχε παρόμοιες συνέπειες. Από τις ημέρες που ακολούθησαν τη νίκη τους στο Γιόρκταουν οι Αμερικανοί άρχισαν να κερδίζουν σταθερά ισχύ και επιρροή, φτάνοντας στον σημερινό ρόλο τους σαν πιο ανεπτυγμένο κράτος και στρατιωτική υπερδύναμη του κόσμου.

Η σκέψη ότι μια ομάδα ανεπαρκώς εξοπλισμένων και ελάχιστα οργανωμένων αποίκων θα είχε την τόλμη να αψηφήσει τις συγκροτημένες, έμπειρες στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις των Βρετανών, φαινόταν αδύνατη όταν έπεσαν οι πρώτοι πυροβολισμοί της επανάστασης στο Λέξινγκτον και στο Κόνκορντ το 1775. Οι πιθανότητες επιτυχίας των επαναστατών φαίνονταν ακόμη πιο αμυδρές όταν οι αμερικανικές αποικίες ανακήρυξαν επισήμως την ανεξαρτησία τους από τη Μεγάλη Βρετανία στις 4 Ιουλίου 1776.

Οι 13 Αμερικανικές Πολιτείες που ανακήρυξαν την Ανεξαρτησία τους απο την Βρετανία

Παρά την τεράστια ανισομέρεια δυνάμεων, οι Αμερικανοί ήξεραν ότι ο χρόνος ήταν με το μέρος τους. Όσο ο Τζορτζ Ουάσινγκτον και ο στρατός του παρέμεναν στο πεδίο των μαχών, η νεαρή δημοκρατία κρατιόταν στη ζωή. Ο Ουάσινγκτον δεν χρειαζόταν να νικήσει τους Βρετανούς· απλώς, έπρεπε να αποφύγει να ηττηθεί από αυτούς. Όσο περισσότερο διαρκούσε η επανάσταση τόσο μεγαλύτερες γίνονταν οι πιθανότητες ότι οι Βρετανοί θα εμπλέκονταν σε άλλους πολέμους που απειλούσαν τα νησιά τους και ότι το βρετανικό κοινό θα κουραζόταν από τις συγκρούσεις και το κόστος τους. Στη διάρκεια του πρώτου χρόνου του πολέμου ο Ουάσινγκτον έχασε μια σειρά μαχών γύρω από τη Νέα Υόρκη, αλλά κατάφερε να αποσύρει σώο τον κύριο όγκο του στρατού του ώστε να συνεχίσει τον πόλεμο. Πολλοί Βρετανοί διοικητές είχαν βοηθήσει ακουσίως τις αμερικανικές προσπάθειες με τη στρατιωτική ανεπάρκειά τους και με την πεποίθηση ότι οι επαναστάτες θα τερμάτιζαν τον αγώνα τους με διπλωματικές ενέργειες.

Διαβάστε επίσης: Η Μάχη του Γκέτισμπεργκ: Το σημείο καμπής του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου

Οι αντίπαλοι, καθώς και οι ειδικοί από όλο τον κόσμο, είχαν αρχίσει να σκέφτονται σοβαρά την πιθανότητα της αμερικανικής ανεξαρτησίας μόνο μετά τη νίκη στη Σαρατόγκα τον Οκτώβριο του 1777. Το άσχημα εκτελεσμένο σχέδιο των Βρετανών να χωρίσουν τη Νέα Αγγλία από τις νότιες αποικίες και καταλαμβάνοντας την κοιλάδα του ποταμού Χάντσον στη Νέα Υόρκη είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο την παράδοση σχεδόν 6.000 Βρετανών στρατιωτών, αλλά επίσης την αναγνώριση των Ηνωμένων Πολιτειών από τη Γαλλία ως ανεξάρτητου κράτους. Η αμερικανική νίκη στη Σαρατόγκα και η είσοδος της Γαλλίας στον πόλεμο παρέσυραν επίσης την Ισπανία και την Ολλανδία σε σύγκρουση με την Αγγλία.

Το 1778 ούτε οι Βρετανοί ούτε οι Αμερικανοί κατάφεραν να κερδίσουν κάποιο πλεονέκτημα, καθώς ο πόλεμος στις βόρειες αποικίες είχε αποτελματωθεί. Οι Βρετανοί εξακολούθησαν να κατέχουν τη Νέα Υόρκη και τη Βοστώνη, αλλά ήταν πολύ αδύνατοι για να συντρίψουν τον επαναστατικό στρατό. Ομοίως, ο Ουάσινγκτον δεν διέθετε τη δύναμη να επιτεθεί στα βρετανικά φρούρια. Στα τέλη του 1778 ο Βρετανός διοικητής Χένρι Κλίντον χρησιμοποίησε την ανώτερη ναυτική ισχύ του για να μεταφέρει το μεγαλύτερο μέρος του στρατού υπό τον λόρδο Τσαρλς Κορνγουόλις στις νότιες αποικίες, όπου κατέλαβε τη Σαβάνα και, τον επόμενο χρόνο, το Τσάρλστον. Το σχέδιο του Κλίντον ήταν να αδρανοποιήσει ο Κορνγουόλις τις νότιες αποικίες, ώστε να στερήσει τον Ουάσινγκτον από εφόδια και να απομονώσει τον στρατό του.

Ο Τζορτζ Ουάσινγκτον ήταν ο πρώτος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (1789-1797), διοικητής του Γενικού Επιτελείου του Ηπειρωτικού Στρατού κατά τη διάρκεια της Αμερικανικής Επανάστασης και ένας από τους ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Προήδρευσε της συνέλευσης που συνέταξε το Σύνταγμα, το οποίο αντικατέστησε τα άρθρα της Συνομοσπονδίας και καθόρισε τη θέση του Προέδρου.

Ο Ουάσινγκτον απάντησε στέλνοντας τον Ναθάνιελ Γκριν, έναν από τους ικανότερους στρατηγούς του, να διοικήσει τα αμερικανικά στρατεύματα στον Νότο. Από το 1779 μέχρι το 1781, ο Γκριν και άλλοι Αμερικανοί διοικητές έκαναν ένα είδος ανταρτοπόλεμου με αιφνιδιαστικούς ελιγμούς και χτυπήματα που αποθάρρυναν και εξάντλησαν τους Βρετανούς. Την άνοιξη του 1781 ο Κορνγουόλις μπήκε στη Βόρεια Καρολίνα και ακολούθως στο Γιόρκταουν επί της χερσονήσου της Βιρτζίνια, ανάμεσα στους ποταμούς Γιορκ και Τζέιμς. Αν και ο στρατός του υπερείχε σε αναλογία δύο προς ένα από τον αμερικανικό, ο Κορνγουόλις οχύρωσε τη μικρή πόλη και περίμενε να φτάσουν ενισχύσεις και εφόδια διά θαλάσσης. Εν τω μεταξύ, πάνω από 7.000 Γάλλοι πεζικάριοι, διοικούμενοι από τον Ζαν Μπατίστ ντε Ροσαμπό, ενώθηκαν με τον στρατό του Ουάσινγκτον έξω από τη Νέα Υόρκη και ένας γαλλικός στόλος υπό τον ναύαρχο Πολ ντε Γκρας περίμενε στην Καραϊβική, έτοιμος να αποπλεύσει προς βορράν. 

Ο Ουάσινγκτον ήθελε να αποκλείσει ο Ντε Γκρας τη Νέα Υόρκη, ενώ ο ενωμένος αμερικανογαλλικός στρατός θα χτυπούσε τις δυνάμεις του Κλίντον στη Νέα Υόρκη. Αντιθέτως, ο Ροσαμπό και ο Ντε Γκρας πρότειναν να επιτεθούν στον Κορνγουόλις. Στις 21 Αυγούστου 1781 ο Ουάσινγκτον άφησε μερικές μονάδες γύρω από τη Νέα Υόρκη και συναντήθηκε με τον Ροσαμπό, μαζί με τον οποίο διέσχισαν τα 320 περίπου χιλιόμετρα μέχρι το Γιόρκταουν μέσα σε δεκαπέντε μόλις ημέρες. Ο Κλίντον, πεπεισμένος ότι η Νέα Υόρκη αποτελούσε πάντα πρωταρχικό στόχο των επαναστατών, έμεινε άπρακτος. Ενώ προχωρούσε το πεζικό, το γαλλικό ναυτικό απώθησε τα αγγλικά πλοία στην περιοχή της μάχης του ακρωτηρίου Τσέσαπικ στις 5 Σεπτεμβρίου. Ύστερα ο Ντε Γκρας απέκλεισε την είσοδο του κόλπου Τσέσαπικ και αποβίβασε 3.000 άνδρες που ενίσχυσαν τον συνεχώς αυξανόμενο στρατό γύρω από το Γιόρκταουν.

Στο τέλος Σεπτεμβρίου ο στρατός του Ουάσινγκτον είχε ενωθεί από βορρά με τους επαναστάτες του νότου. Είχε τώρα στη διάθεσή του πάνω από 8.000 Αμερικανούς και 7.000 Γάλλους για να περικυκλώσει τους 6.000 Βρετανούς υπερασπιστές του φρουρίου. Στις 9 Οκτωβρίου οι Αμερικανοί και οι Γάλλοι άρχισαν να βομβαρδίζουν τους Βρετανούς με 52 κανόνια, ενώ συγχρόνως έσκαβαν χαρακώματα προς τα σημαντικότερα αμυντικά οχυρώματα του εχθρού. Το αμερικανογαλλικό πεζικό κατέλαβε τα οχυρώματα στις 14 Οκτωβρίου και μετακίνησε το πυροβολικό του προς τα εμπρός, ώστε να μπορεί να χτυπά απ’ ευθείας το Γιόρκταουν. Δυο ημέρες αργότερα απέτυχε μια βρετανική αντεπίθεση. Στις 17 Οκτωβρίου ο Κορνγουόλις ζήτησε κατάπαυση του πυρός και στις 19 συμφώνησε να παραδοθεί άνευ όρων. Μόλις 150 στρατιώτες του είχαν σκοτωθεί και άλλοι 300 είχαν τραυματιστεί, αλλά ήξερε ότι περαιτέρω αντίσταση ήταν μάταιη. Οι αμερικανικές και οι γαλλικές απώλειες ήταν 72 νεκροί και κάπως λιγότεροι από 200 τραυματίες.

Χάρτης της πολιορκίας του Γιόρκταουν απο τις Αμερικανικές και Γαλλικές δυνάμεις

Ο Κορνγουόλις, προφασιζόμενος ασθένεια, έστειλε τον υπασπιστή του, Τσαρλς Οχάρα, για να παραδοθεί αντ’ αυτού. Καθώς η βρετανική μπάντα έπαιζε το «Ο κόσμος ήρθε τα επάνω κάτω», ο Οχάρα πλησίασε τους συμμάχους και προσπάθησε να παραδώσει το ξίφος του στον Ευρωπαίο ομοιόβαθμό του αντί στον επαναστάτη άποικο. Ο Ροσαμπό αντιλήφθηκε τις προθέσεις του και τον παρέπεμψε στον Ουάσινγκτον. Ο Αμερικανός διοικητής στράφηκε στον ιπασπιστή του, τον Μπέντζαμιν Φράνκλιν,” που παρέλαβε το ξίφος του Οχάρα και έτσι οι Βρετανοί παραδόθηκαν επισήμως.

Μετά την παράδοση ακολούθησαν μερικές μικρές αψιμαχίες, αλλά πρακτικά η επανάσταση είχε τελειώσει. Η αναστάτωση και η ταραχή για την ήττα στο τη Γιόρκταουν προκάλεσε την πτώση της βρετανικής κυβέρνησης και το νέο κοινοβούλιο αποδέχτηκε τη συνθήκη της 3ης Σεπτεμβρίου 1783 η οποία αναγνώριζε την ανεξαρτησία των Ηνωμένων Πολιτειών. Το Γιόρκταουν επηρέασε απ’ ευθείας όχι μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και τη Γαλλία. Η γαλλική βοήθεια προς τους αποίκους και ο πόλεμος εναντίον της Βρετανίας κατέστρεψαν τη γαλλική οικονομία. Ακόμη σημαντικότερο, η ιδέα της απελευθέρωσης από την τυραννία την οποία εξέφρασαν οι Αμερικανοί παρακίνησε τους Γάλλους να αρχίσουν τη δική τους επανάσταση το 1789, που οδήγησε τελικά στην εποχή του Ναπολέοντα και σε πολύ μεγαλύτερους πολέμους.

Η νεαρή αμερικανική δημοκρατία χρειάστηκε να πολεμήσει και το 1812 εναντίον των Βρετανών για να σταθεροποιήσει την ανεξαρτησία της, αλλά η τεράστια περιοχή και οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της βόρειας Αμερικής σύντομα μεγάλωσαν και πλούτισαν το νέο έθνος. Στο τέλος του 19ου αιώνα οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν γίνει παγκόσμια δύναμη· στο τέλος του 20ου ήταν πλέον το ισχυρότερο και σημαντικότερο κράτος του κόσμου.

Πριν από το Γιόρκταουν οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν μια ομάδα επαναστατών που αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία τους. Μετά το Γιόρκταουν άρχισε η πορεία της ανάπτυξης και της ανέλιξης, που οδήγησε τελικά στη σημερινή κατάσταση της μακροβιότερης δημοκρατίας και της ισχυρότερης χώρας στην ιστορία. Η Αμερικανική Επανάσταση άρχισε από το Λέξινγκτον και το Κόνκορντ, πήρε δύναμη στη Σαρατόγκα και αποκορυφώθηκε στο Γιόρκταουν με την πιο σημαντική μάχη της Αμερικανικής Ιστορίας.

Μάχη του Εϊλάου: Μία από τις πιο αιματηρές συμπλοκές των Ναπολεόντειων πολέμων μεταξύ της Γαλλικής και Ρωσικής Αυτοκρατορίας

Η μάχη του Εϊλάου ήταν μία από τις πιο αιματηρές συμπλοκές των Ναπολεόντειων πολέμων. Διεξήχθη στις 8 Φεβρουαρίου 1807 κοντά στο Εϊλάου, στη σημερινή...