Σαλαντίν: Ο μεγάλος στρατιωτικός ηγέτης που ένωσε τον Μουσουλμανικό κόσμο, νίκησε τους Σταυροφόρους και ανακατέλαβε την Ιερουσαλήμ.

Ο Σαλαντίν (1137-93) ήταν ο μουσουλμάνος σουλτάνος ​​της Αιγύπτου και της Συρίας (1174-1193) που συγκλόνισε τον δυτικό κόσμο όταν νίκησε τον στρατό των χριστιανικών σταυροφορικών κρατών στη μάχη του Χαττίν και στη συνέχεια κατέλαβε την Ιερουσαλήμ το 1187. Ηγήθηκε της μουσουλμανικής στρατιωτικής εκστρατείας εναντίον των σταυροφόρων και τελικά υπέταξε το μεγαλύτερο μέρος των κρατών της Λατινικής Ανατολής στο Λεβάντε και απέκρουσε με επιτυχία την Τρίτη Σταυροφορία (1187-1192).

Ο Σαλαντίν κατάφερε να εανώσει τη μουσουλμανική Εγγύς Ανατολή, δημιουργώντας μια αυτοκρατορία που εκτείνονταν από την Αίγυπτο και την Αραβία μέχρι την Συρία και τη Μεσοποταμία, μέσω ενός ισχυρού μείγματος στρατηγικής, διπλωματίας και ιερού πολέμου (τζιχάντ). Η ιδιοφυΐα του Σαλαντίν στον πόλεμο και την πολιτική, καθώς και οι προσωπικές του αρετές της γενναιοδωρίας και του ιπποτισμού, είχε ως αποτέλεσμα να τον επαινούν τόσο οι χριστιανοί όσο και οι μουσουλμάνοι συγγραφείς, και έτσι κατάφερε να γίνει μια από τις πιο διάσημες φυσιογνωμίες του Μεσαίωνα και αντικείμενο αμέτρητων λογοτεχνικών έργων, μετά τον θάνατό του στους αγαπημένους του κήπους της Δαμασκού το 1193.

Πρώιμη καριέρα

Ο Σαλαντίν ασχολήθηκε με την ισχυροποίηση της Αιγύπτου, αναζωογονώντας την οικονομία της και αναδιοργανώνοντας το στρατό της. Παράλληλα παρουσίασε τάσεις ανεξαρτησίας από το Νουρεντίν σε τέτοιο βαθμό ώστε να φτάσουν ένα βήμα πριν από τον πόλεμο.Όμως το 1174 ο Νουρεντίν πέθανε, αφήνοντας ως διάδοχο το γιο του, ένα ανήλικο και ανίσχυρο αγόρι. Ο Σαλαντίν εκμεταλλευόμενος αυτήν την ευκαιρία επεξέτεινε το κράτος του στη Συρία και μέχρι το 1186 η εξουσία του μέχρι τη Μεσοποταμία, αλλά και την Υεμένη, ήταν αδιαμφισβήτητη. Μάλιστα το 1180 κατάφερε να καταστήσει υποτελή του τον σουλτάνο των Σελτζούκων του Ικονίου, Κιλίτζ Αρσλάν Β’.

Ο Σαλαντίν, του οποίου το πλήρες όνομα ήταν Σαλάχ αντ-Ντιν Γιούσουφ ιμπν Αγιούμπ, ήταν γιος του Αγιούμπ, ενός εκτοπισμένου Κούρδου μισθοφόρου, και γεννήθηκε το 1137 στο κάστρο του Τακρίτ βόρεια της Βαγδάτης. Πατέρας του ήταν ο ισχυρός αξιωματούχος των Σελτζούκων της Συρίας, που ανήκε στην κουρδική φυλή Ριβαδιέ. Ο Σαλαντίν θα ανέβαινε σιγά σιγά στις τάξεις του στρατού όπου κέρδισε τη φήμη του επιδέξιου ιππέα και μαχητή. Ακολούθησε τον θείο του Σιρκούχ στην εκστρατεία, ο οποίος κατέλαβε την Αίγυπτο το 1169. Τελικά ο Σιρκούχ κατάφερε να γίνει βεζίρης στην Αίγυπτο και να κυβερνήσει στο όνομα του Νουρεντίν.

Ο Σιρκούχ πέθανε το 1169 και τον διαδέχθηκε ο Σαλαντίν που συνέχισε να κυβερνά στο όνομα του Νουρεντίν, και μάλιστα κατάφερε να αντιμετωπίσει χωρίς τη βοήθειά του τον Αμάλριχο Α’ της Ιερουσαλήμ. Όταν ο Νουρεντίν πέθανε τον Μάιο του 1174, ο συνασπισμός του από μουσουλμανικά κράτη διαλύθηκε καθώς οι διάδοχοί του μάχονταν για την υπεροχή. Ο Σαλαντίν ισχυρίστηκε ότι ήταν ο αληθινός κληρονόμος και πήρε την Αίγυπτο για τον εαυτό του. Αυτό ήταν και το τέλος της δυναστείας των Φατιμιδών, αλλά και της επικράτησης των Σιιτών στην Αίγυπτο. Ο Σαλαντίν ήταν πλέον ο απόλυτος κυρίαρχος στην Αίγυπτο και κάτω από την εξουσία του η χώρα μετεστράφηκε πάλι προς το σουνιτισμό 

Ο ιστορικός J. Phillips δίνει την ακόλουθη συνοπτική περιγραφή του νεαρού Σαλαντίν:

…ένας κοντός άντρας, με στρογγυλεμένο πρόσωπο, περιποιημένη μαύρη γενειάδα και ζωηρά, άγρυπνα μαύρα μάτια. Τοποθέτησε μέλη της οικογένειάς του σε θέσεις εξουσίας και φαινόταν να αμφισβητεί την εξουσία του κυρίου του. 

Διαβάστε επίσης: Η Πρώτη Σταυροφορία: Η πορεία προς την ανατολή και η κατάληψη της Ιερουσαλήμ.

Ενοποίηση του Μουσουλμανικού Κόσμου

Ο Σαλαντίν, τώρα ο Σουλτάνος ​​της Αιγύπτου, επανέλαβε το κατόρθωμα του Νουρεντίν στη Συρία όταν κατέλαβε τη Δαμασκό το 1174. Τότε ισχυρίστηκε ότι ήταν ο προστάτης των σουνιτών και μετά την απομάκρυνση του σιίτη χαλίφη απο το Κάιρο έδωσε μεγάλο βάρος στην οργάνωση του κράτους του σύμφωνα με τον αυστηρό ισλαμικό νόμο. Ο Σαλαντίν άρχισε τότε να ενώνει τον μουσουλμανικό κόσμο ή τουλάχιστον να σχηματίζει κάποια μορφή συνασπισμού – δεν ήταν εύκολο έργο δεδομένου των πολλών κρατών, των ανεξάρτητων ηγεμονιών και πόλεων και των διαφορών στις θρησκευτικές πεποιθήσεις των σουνιτών και των σιιτών μουσουλμάνων.

Η επέκταση της Αυτοκρατορίας του Σαλαντίν

Ο Σαλαντίν ακολούθησε μια στρατηγική πολέμου και διπλωματίας και ισχυροποίησε την ιδέα ότι αυτός και μόνο αυτός θα μπορούσε να διεξάγει έναν ιερό πόλεμο ενάντια στους χριστιανούς σταυροφόρους στη Μέση Ανατολή που είχαν σχηματίσει σταυροφορικά κράτη όπως το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ. Πρώτα, όμως, ο στρατιωτικός ηγέτης δεν είχε κανένα ενδοιασμό ούτε να διεξαγάγει πόλεμο κατά των μουσουλμάνων εχθρών του. Το 1175, για παράδειγμα, νίκησε έναν αντίπαλο μουσουλμανικό στρατό από το Χαλέπι. Η υπεροχή του Σαλαντίν μεταξύ των μουσουλμάνων ηγετών εδραιώθηκε όταν ο χαλίφης της Βαγδάτης, ο επικεφαλής της σουνιτικής πίστης, τον αναγνώρισε επίσημα ως κυβερνήτη της Αιγύπτου, της Συρίας και της Υεμένης.

Δυστυχώς, το Χαλέπι παρέμεινε ανεξάρτητο και, κυβερνούμενο από τον γιο του Νουρεντίν, ο οποίος υπήρξε ένα μεγάλο αγκάθι για τον Σαλαντίν. Υπήρχαν και περισσότεροι προσωπικοί κίνδυνοι, καθώς δύο φορές ο Σουλτάνος ​​της Αιγύπτου επέζησε από απόπειρες κατά της ζωής του από τους Ασασίνους, μια ισχυρή σιιτική αίρεση δολοφόνων. Ο Σαλαντίν απάντησε αμέσως με μια επίθεση στο κάστρο που ελεγχόταν από τους Ασασίνους στο Μασγιάφ της Συρίας και λεηλάτησε τη γύρω περιοχή.

Εν τω μεταξύ, για τις κατακτήσεις του ακολούθησε και τη διπλωματική οδό, κυρίως με τον γάμο της χήρας του Νουρεντίν, Ισμάτ, η οποία ήταν επίσης κόρη του αείμνηστου ηγεμόνα της Δαμασκού, Ουνούρ. Έτσι, ο Σαλαντίν συνέδεσε τον εαυτό του με δύο κυρίαρχες δυναστείες με μια κίνηση. Στην πορεία υπήρξαν αποτυχίες όπως η ήττα από τους Σταυροφόρους, στο Mont Gisard το 1177, αλλά οι νίκες του το 1179 στο Marj Ayyun και η κατάληψη ενός μεγάλου φρουρίου στον ποταμό Ιορδάνη έδειξαν την πρόθεση του Σαλαντίν να απαλλάξει εντελώς τη Μέση Ανατολή από τους δυτικούς.

Όλον αυτό τον καιρό συγκρούστηκε πολύ λίγες φορές με τους σταυροφόρους και τις περισσότερες φορές τους νίκησε παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Βαλδουίνου Δ΄ της Ιερουσαλήμ. Το 1187 με αφορμή τις συνεχείς επιθέσεις του Ραϋνάλδου της Αντιόχειας στα καραβάνια προσκυνητών για τη Μέκκα επιτέθηκε στους σταυροφόρους και έκαψε το στόλο τους στην Ερυθρά θάλασσα. Ο βασιλιάς της Ιερουσαλήμ Γκυ των Λουζινιάν συγκέντρωσε τον σταυροφορικό στρατό και επεδίωξε να συγκρουστεί με τον Σαλαντίν.

Τον Σαλαντίν τον βοήθησε πολύ η αυξανόμενη φήμη του για δικαιοσύνη και γενναιοδωρία καθώς και η προσεκτικά καλλιεργημένη εικόνα του ως υπερασπιστή του Ισλάμ έναντι των αντίπαλων θρησκειών, ιδιαίτερα του Χριστιανισμού. Η θέση του Σαλαντίν ενισχύθηκε περαιτέρω τον Μάιο του 1183 όταν κατέλαβε το Χαλέπι και στην συνέχεια με τη δημιουργία ενός πολύ χρήσιμου αιγυπτιακού ναυτικού στόλου. Μέχρι το 1185 ο Σαλαντίν έλεγχε τη Μοσούλη και υπέγραψε συνθήκη με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ενάντια στον αμοιβαίο εχθρό, τους Σελτζούκους. Μπορούσε τώρα να κινηθεί εναντίων των Σταυροφόρων με ασφάλεια, γνωρίζοντας ότι τα δικά του σύνορα ήταν ασφαλή. Με τους Φράγκους να εμπλέκονται σε συγκρούσεις διαδοχής και το ζήτημα του ποιος θα κυβερνούσε το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ, ήταν τώρα η ώρα να χτυπήσει.

Τον Απρίλιο του 1187 το κάστρο των Σταυροφόρων, Κεράκ δέχθηκε επίθεση, μια δύναμη με διοικητή τον γιο του Σαλαντίν, αλ-Αφντάλ, κινήθηκε προς την Άκρα και ο ίδιος ο Σαλαντίν συγκέντρωσε έναν τεράστιο στρατό αποτελούμενο από στρατεύματα από την Αίγυπτο, τη Συρία, το Χαλέπι και τη Τζαζίρα (βόρειο Ιράκ). Οι Σταυροφόροι συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους ως απάντηση και οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στο Χαττίν.

Διαβάστε επίσης: Η Μάχη του Χαττίν: Ο Σαλαντίν εξολοθρεύει ολοκληρωτικά τους Σταυροφόρους της Ιερουσαλήμ και φέρνει το βασίλειο τους στα πρόθυρα του αφανισμού.

Μάχη του Χαττίν και η πτώση της Ιερουσαλήμ

Τελικά μετά από δύσκολη πορεία οι Σταυροφόροι στρατοπέδευσαν στο Χαττίν, σε μια περιοχή όπου υπήρχαν δύο λόφοι οι οποίοι ονομάζονταν “Κέρατα” του Χαττίν. Επίσης οι μουσουλμάνοι τους ταλαιπώρησαν ακόμα περισσότερο ανάβοντας φωτιές, δημιουργώντας αποπνικτική ατμόσφαιρα. Οι χριστιανοί εγκλωβισμένοι αποφάσισαν να πολεμήσουν. Η μάχη άρχισε με τους υπέρτερους μουσουλμάνους να ρίχνουν βέλη κατά των χριστιανών. Οι τελευταίοι επιτέθηκαν ορμητικά εναντίον τους αλλά ο Σαλαντίν τους κατατρόπωσε. Μάλιστα τρεις φορές επιχείρησε ο Μουσουλμάνος ηγεμόνας να καταλάβει τη βασιλική σκηνή και απέτυχε, επιτυγχάνοντας την τέταρτη φορά.

Η μάχη του Χαττίν ξεκίνησε στις 3 Ιουλίου 1187 όταν οι έφιπποι τοξότες του Σαλαντίν επιτέθηκαν εναντίον των Σταυροφόρων, παρενοχλώντας τους συνεχώς ρίχνοντας τα βέλη τους και χρησιμοποιώντας την τακτική της προσποιητής υποχώρησης. Την επόμενη μέρα ακολούθησε η πιο αποφασιστική μάχη. Ο Σαλαντίν μπόρεσε να τοποθετήσει περίπου 30.000 στρατιώτες στο Χαττίν. Οι Σταυροφόροι υπό την ηγεσία του Γκυ ντε Λουζινιάν, βασιλιά του Βασιλείου της Ιερουσαλήμ είχαν περίπου 16.000 πεζούς και 1.300 ιππότες. Οι Φράγκοι ήταν υπεράριθμοι και είχαν μεγάλη έλλειψη νερού, ενώ ο μουσουλμανικός στρατός, είχε άφθονες προμήθειες χάρη στις καμήλες τους, έβαλε φωτιά στα ξερά χόρτα και δηλητηρίασε τις πηγές για να κορυφώσει τη δίψα του εχθρού ακόμη περισσότερο. Ο σχηματισμός των Σταυροφόρων διαλύθηκε και πλέον με το πεζικό σε αταξία δεν υπήρχε προστασία για το βαρύ ιππικό. Μια δύναμη ιππικού με επικεφαλής τον Ραϋμόνδο της Τρίπολης όντως διέρρηξε τις μουσουλμανικές γραμμές, αλλά για το υπόλοιπο του στρατού δεν υπήρχε διαφυγή και ο Σαλαντίν κέρδισε μια συντριπτική νίκη ενάντια στον ισχυρότερο στρατό των Σταυροφόρων.

Μετά τη μάχη οι σταυροφόροι μετρούσαν νεκρούς της τάξης των 15.700 ανδρών. Ο ίδιος ο Γκύ ντε Λουζινιάν αιχμαλωτίστηκε και όλοι οι Ναΐτες και οι Ιωαννίτες ιππότες που πήραν μέρος στη μάχη εκτελέστηκαν. Ο ίδιος ο Σαλαντίν αποκεφάλισε τον Ραϊνάλδο του Σατιγιόν, εκδικούμενος έτσι τη θρασύτητα και την αγριότητα που είχε επιδείξει ο τελευταίος εναντίον των καραβανιών των μουσουλμάνων στις διάφορες ληστρικές του επιδρομές. Στον ίδιο τον Γκυ φέρθηκε ιπποτικά, αν και τον κράτησε φυλακισμένο. Οι υπόλοιποι αιχμάλωτοι αφέθηκαν σταδιακά ελεύθεροι, πληρώνοντας λύτρα.

Τον Σεπτέμβριο του 1187, το μεγάλο έπαθλο και για τις δύο πλευρές, η Ιερουσαλήμ, τώρα σχεδόν εντελώς ανυπεράσπιστη καταλήφθηκε από τον Σαλαντίν. Η πόλη γλίτωσε μια μαζική σφαγή των χριστιανών και όσοι δεν πρόλαβαν να φύγουν είτε εξαγοράστηκαν είτε έγιναν σκλάβοι. Κάποιοι Χριστιανοί της Ανατολής παρέμειναν στην πόλη, αν και όλες οι εκκλησίες εκτός από τον Πανάγιο Τάφο μετατράπηκαν σε τζαμιά.

 Στη συνέχεια ο Σαλαντίν, χρησιμοποιώντας και τον Γκυ στις διαπραγματεύσεις, κατέλαβε είτε με συμφωνίες παράδοσης είτε με πολιορκία τα περισσότερα κάστρα και λιμάνια της Παλαιστίνης, και τελικά έφτασε στην Ιερουσαλήμ την οποία και κατέλαβε με συνθηκολόγηση στις 2 Οκτωβρίου 1187. Δεν μπόρεσε όμως να καταλάβει την Τύρο, την οποία υπερασπίστηκε με επιτυχία ο Κορράδος του Μομφεράτου. Στη συνέχεια περιέσφιξε τον κλοιό γύρω από την Αντιόχεια, καταλαμβάνοντας τη Λαοδίκεια και το Τζεμπελέ.

Στη συνέχεια, και αφού δεν υπήρχε πια καμία δύναμη να τον σταματήσει, ο Σαλαντίν κατέλαβε τα φρούρια της Άκρας, της Ναμπλούς, της Γιάφας, της Σιδώνας, της Βηρυττού και της Ασκάλωνας (Ασκελόν). Πράγματι, η μόνη σημαντική πόλη που εξακολουθούσε να βρίσκεται στα χέρια των Σταυροφόρων στη Μέση Ανατολή ήταν η Τύρος. Με τη νίκη στο Χαττίν, την σύλληψη του ιερότερου λειψάνου των Χριστιανών, του Τιμίου Σταυρού, και την πτώση της Ιεράς Πόλης της Ιερουσαλήμ, ο Σαλαντίν δοξάστηκε ως ήρωας του Ισλάμ. Η φοβερή ήττα του Χατίν και η επακόλουθη πτώση της Ιερουσαλήμ προκάλεσαν μεγάλη συγκίνηση στη Δύση και την έναρξη της Γ’ Σταυροφορίας, το 1189.

Ο Σουλτάνος ​​ήταν ενεργός στη διάδοση της φήμης του, απασχολώντας ακόμη και δύο επίσημους βιογράφους για να καταγράψουν τις πράξεις του. 

Υπήρξε ενεργός υποστηρικτής θρησκευτικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, και πολλά έργα μουσουλμάνων λογίων τον εξύμνησαν. Ο Σουλτάνος ​​ήταν γνωστός για την αγάπη του για την ποίηση, το κυνήγι και τους κήπους. Η γενναιοδωρία του, ιδιαίτερα προς τους συγγενείς του που κυβερνούσαν τις επαρχίες της αυτοκρατορίας ήταν επίσης πολύ μεγάλη. Αυτή η μεγαλοπρέπεια και η έλλειψη ενδιαφέροντος για τη συσσώρευση προσωπικού πλούτου. 

«Υπάρχουν άνθρωποι για τους οποίους τα χρήματα δεν είναι πιο σημαντικά από την άμμο». 

Σαλαντίν 

Διαβάστε επίσης: Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος: Η ζωή και τα κατορθώματα του θρυλικού Σταυροφόρου Βασιλιά της Αγγλίας

Η Τρίτη Σταυροφορία

Ο Σαλαντίν είχε καλλιεργήσει από καιρό την ιδέα ενός ιερού πολέμου εναντίον των χριστιανικών στρατών της Δύσης και θα έπρεπε να τον κάνει τώρα που είχε καταλάβει την Ιερουσαλήμ. Ο Πάπας Γρηγόριος Γ’ κάλεσε σε Τρίτη Σταυροφορία για την ανακατάληψη της Ιερουσαλήμ και οι τρεις ισχυρότεροι βασιλείς της Ευρώπης ανταποκρίθηκαν: Φρειδερίκος Α’ Μπαρμπαρόσα, βασιλιάς της Γερμανίας και αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Φίλιππος Β’ της Γαλλίας και Ριχάρδος Α ‘ «ο Λεοντόκαρδος» της Αγγλίας.

Εν τω μεταξύ, ο Γκυ ντε Λουζινιάν ξεκίνησε νέα εκστρατεία. Έφυγε από την Τύρο με περίπου 7.000 πεζούς, 400 ιππότες και έναν μικρό στόλο της Πίζας για να ανακαταλάβει την Άκρα τον Αύγουστο του 1189. Ήταν η αρχή μιας μακράς και επίπονης πολιορκίας και με τον στρατό του Σαλαντίν να πιέζει τις θέσεις των Σταυροφόρων. μόνο η τελική άφιξη των στρατευμάτων του Φιλίππου και του Ριχάρδου άλλαξε την ισορροπία υπέρ των Σταυροφόρων. Η πόλη τελικά καταλήφθηκε στις 12 Ιουλίου 1191 και μαζί της, 70 πλοία, ο κύριος όγκος του ναυτικού του Σαλαντίν.

Η νίκη στην Άκρα έκανε τους σταυροφόρους να ελπίζουν στην πλήρη ανασύσταση του Βασιλείου της Ιερουσαλήμ. Στην πράξη αυτό αποδείχθηκε ότι ήταν αδύνατο. Ο Ριχάρδος νίκησε σε δύο μάχες τον Σαλαντίν, στο Αρσούφ και στην Γιάφα, και έφτασε πολύ κοντά στην Ιερουσαλήμ. Κατάλαβε, όμως, ότι θα ήταν αρκετά δύσκολο να την καταλάβει και ακόμη πιο δύσκολο για τους σταυροφόρους να την κρατήσουν.
Το 1192 συμφωνήθηκε ειρήνη. Η Ιερουσαλήμ παρέμεινε στα χέρια των Μουσουλμάνων, αλλά θα ήταν ανοιχτή για τους χριστιανούς προσκυνητές. Ό,τι απέμενε από το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ ήταν μία λωρίδα γης από την Τύρο μέχρι τη Γιάφα και αναδιοργανώθηκε με πρωτεύουσα την Άκρα.

Στη συνέχεια, ο στρατός των σταυροφόρων βάδισε νότια προς την Ιερουσαλήμ με τον στρατό του Σαλαντίν να τους παρενοχλεί καθώς κινούνταν κατά μήκος της ακτής. Έτσι ξέσπασε μια μάχη μεγάλης κλίμακας στην πεδιάδα του Αρσούφ στις 7 Σεπτεμβρίου 1191. Οι Σταυροφόροι κέρδισαν την ημέρα, αλλά οι απώλειες των μουσουλμάνων δεν ήταν σημαντικές – ο Σαλαντίν δεν είχε άλλη επιλογή από το να αποσυρθεί στη σχετική ασφάλεια του δάσους που συνόρευε με την πεδιάδα. Αν και ούτε η Άκρα ούτε το Αρσούφ είχαν κάνει σοβαρή ζημιά στον στρατό του Σαλαντίν, οι δύο διαδοχικές ήττες και στη συνέχεια η απώλεια της Γιάφας από τον Ριχάρδο Α’ τον Αύγουστο του 1192, έπληξαν σοβαρά τη στρατιωτική φήμη του Σαλαντίν αλλά κατάφερε να κρατήσει τους σταυροφόρους έξω από την Ιερουσαλήμ.  

Ειδικά στο πρόσωπο του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου, ο Σαλαντίν βρήκε έναν αντίπαλο που τον εκτιμούσε πολύ, όπως και ο Ριχάρδος εκτιμούσε τον Σαλαντίν. Ιστορίες για αυτούς λεγόταν για πολλά χρόνια τόσο στην Ευρώπη, όσο και στη Μέση Ανατολή. Τελικά τα δύο μέρη συμφώνησαν για ειρήνη το 1192, με την οποία το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ θα εκτεινόταν από την Τύρο μέχρι τη Γιάφα, ενώ το εσωτερικό της Παλαιστίνης θα το κρατούσε ο Σαλαντίν που δεσμευόταν να μην εμποδίζει τους χριστιανούς προσκυνητές από το να πηγαίνουν για προσκύνημα στον Πανάγιο Τάφο. 

Θάνατος & Κληρονομιά

Η Εγγύς Ανατολή την εποχή του Σαλαντίν

Ο Σαλαντίν πέθανε στη Δαμασκό λίγους μήνες μετά, το 1193. Ήταν μόλις 55 ή 56 ετών και πιθανότατα πέθανε από την καταπόνηση δεκαετιών που πέρασε σε συνεχή εκστρατεία.Ο Σαλαντίν πάντα φρόντιζε για το καλό των υπηκόων του. Τηρούσε πάντα τις συνθήκες με τους αντιπάλους του και τους φερόταν με σεβασμό. Συνήθως φερόταν με σεβασμό και στους αιχμαλώτους που συνελάμβανε, πράγμα αρκετά σπάνιο για εκείνη την εποχή. Κατάφερε να ανακτήσει την Ιερουσαλήμ μετά από 88 χρόνια χριστιανικής κυριαρχίας και έδωσε ένα ισχυρό χτύπημα στους σταυροφόρους που τους συγκλόνισε και που προετοίμασε την καταστροφή των σταυροφορικών ηγεμονιών παρά την ανάσα ζωής που τους έδωσε η Γ’ Σταυροφορία. Το όνομά του έμεινε, ακόμη και ανάμεσα στους χριστιανούς, ως πρότυπο ανδρείας και ιπποτισμού και, σίγουρα, ήταν η πιο ένδοξη μορφή από τη μεριά του Ισλάμ για την εποχή των Σταυροφοριών.

 Ο εύθραυστος και συχνά ασταθής μουσουλμανικός συνασπισμός διαλύθηκε γρήγορα όταν ο μεγάλος τους ηγέτης πέθανε, τρεις από τους γιους του Σαλαντίν πήραν ο καθένας τον έλεγχο της Αιγύπτου, της Δαμασκού και του Χαλεπίου αντίστοιχα, ενώ άλλοι στρατηγοί και εμίρηδες μάχονταν για τα υπόλοιπα. Ο Σαλαντίν άφησε μια μεγάλη κληρονομιά καθώς ίδρυσε τη δυναστεία των Αγιουβιδών που κυβέρνησε μέχρι το 1250 στην Αίγυπτο και το 1260 στη Συρία, για να ανατραπεί από τους Μαμελούκους. Ο Σαλαντίν άφησε επίσης μια κληρονομιά στη λογοτεχνία, τόσο στη μουσουλμανική όσο και τη χριστιανική. Πράγματι, είναι κάπως ειρωνικό το γεγονός ότι ο μουσουλμάνος ηγέτης έγινε ένα από τα μεγάλα υποδείγματα ιπποτισμού στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία του 13ου αιώνα. Πολλά έχουν γραφτεί για τον σουλτάνο κατά τη διάρκεια της ζωής του και έκτοτε, αλλά το γεγονός ότι μια εκτίμηση για τη διπλωματία και τις ηγετικές του ικανότητες βρίσκεται τόσο στις σύγχρονες μουσουλμανικές όσο και στις χριστιανικές πηγές υποδηλώνει ότι ο Σαλαντίν είναι όντως άξιος της θέσης του ως ένας από τους μεγαλύτερους ηγέτες του Μεσαίωνα.

Διαβάστε επίσης: Μάχη του Ποταμού Γιαρμούκ: Η ολοκληρωτική Μουσουλμανική νίκη που τερμάτισε τη Βυζαντινή κυριαρχία στη Συρία

Α’ Βαλκανικός Πόλεμος: Ο Ναυτικός Αγώνας και οι Ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου.

Ναυτικές επιχειρήσεις σε Αιγαίο και Ιόνιο Πέλαγος Τὸ Αιγαίο πέλαγος αποτελούσε γιὰ τὴν οθωμανικὴ αυτοκρατορία τὸν κυριότερο δρόμο μεταφοράς και επικοινωνίας ανάμεσα στο ασιατικό και...

Μάχη των Γιαννιτσών: Το τελευταίο εμπόδιο του Ελληνικού Στρατού πρίν την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.

Με την κήρυξη του  Α΄ Βαλκανικού πολέμου, ο στρατός της Θεσσαλίας πέρασε τα σύνορα με στόχο την κατάληψη της Μακεδονίας. Στην πορεία του βρέθηκε...