Μάχη της Παβίας: Η ήττα των Γάλλων που σηματοδότησε την αρχή της ισπανικής ηγεμονίας στην Ιταλία.

Η Μάχη της Παβίας, που διεξήχθη το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου 1525, ήταν η αποφασιστική μάχη του Ιταλικού Πολέμου του 1521-1526 μεταξύ του Βασιλείου της Γαλλίας και της αυτοκρατορίας των Αψβούργων του Καρόλου Ε ‘, αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας καθώς και ηγεμόνα της Ισπανίας, της Αυστρίας, των Κάτω Χωρών και των Δύο Σικελιών. Η μάχη έληξε με νίκη των Αψβούργων και την αιχμαλωσία του βασιλιά της Γαλλίας Φραγκίσκου Α’. Σηματοδοτεί την αρχή της ισπανικής ηγεμονίας στην Ιταλία.

Η Ευρώπη την εποχή της Μάχης

Ο γαλλικός στρατός ηγήθηκε από τον βασιλιά Φραγκίσκο Α’ της Γαλλίας , ο οποίος πολιόρκησε την πόλη της Παβίας (τότε μέρος του Δουκάτου του Μιλάνου εντός της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ) τον Οκτώβριο του 1524. Στο πλαίσιο του Ιταλικού Πολέμου γνωστό και ως Τετραετή Πόλεμο, οι Γαλλικές δυνάμεις που αποτελούνταν περίπου από 30.000 άνδρες είχαν εισβάλει στη Βόρεια Ιταλία με σκοπό να την καταλάβουν. Οι Γάλλοι, που είχαν στην κατοχή τους τη Λομβαρδία κατά την έναρξη του Ιταλικού Πολέμου αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν μετά την ήττα τους στη μάχη της Bicocca το 1522. Αποφασισμένος να την ανακτήσει, ο Φραγκίσκος διέταξε ξανά μια εισβολή στην περιοχή.

H μάχη της Παβίας ήταν η αποφασιστικής σημασίας μάχη στον πόλεμο ανάμεσα στον Φραγκίσκο Α’ της Γαλλίας και τον αυτοκράτορα Κάρολο Ε’ (σύμφωνα με τις πιο αξιόπιστες πηγές, ο αυτοκράτορας δεν συμμετείχε ο ίδιος στη μάχη). Η σύγκρουση αυτή σήμανε την ήττα των βασιλέων της Γαλλίας στην προσπάθειά τους να κατακτήσουν τη βόρεια Ιταλία.

Η Μάχη

Η πορεία των Γάλλων στην Β.Ιταλία

Μετά την ήττα του αυτοκρατορικού στρατού του Καρόλου Ε’ στην Προβηγκία το 1523, ο βασιλιάς της Γαλλίας Φραγκίσκος Α’ θέλησε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να προσπαθήσει να κατακτήσει εκ νέου το Μιλάνο, που είχε χάσει το 1521. Στα μέσα Οκτωβρίου του 1524, το Μιλάνο περιήλθε στα χέρια των Γάλλων, που αποφάσισαν τότε να συνεχίσουν μέχρι την Παβία, την αρχαία πρωτεύουσα της Λομβαρδίας, η οποία βρέθηκε να πολιορκείται από τις 27 Οκτωβρίου 1524. Στα τέλη Ιανουαρίου του 1525 εμφανίστηκαν μπροστά στην Παβία ενισχύσεις του αυτοκρατορικού στρατού των Αψβούργων του Καρόλου. 

Επί τρεις εβδομάδες, οι δύο στρατοί αντιμετώπισαν ο ένας τον άλλον περιχαρακωμένοι στην περιοχή του σημερινού Πάρκο ντέλα Βερνάβολα στο Μιραμπέλο της επαρχίας της Παβίας. Ο μαρκήσιος της Πεσκάρας, που κατέφτασε προς ενίσχυση του αυτοκρατορικού στρατού κατοχής της πόλης της Παβίας, βασιζόταν σε 17 κανόνια και περίπου 25 με 28 χιλιάδες στρατιώτες, εκ των οποίων 12.000 πεζοί μισθοφόροι από την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (γερμ. Landsknecht = δούλος της χώρας, της πατρίδας), 6.000 Ισπανοί, 3.000 Ιταλοί, αρκετοί άνδρες με αρκεβούζια και 1.500 ελαφρά οπλισμένοι ιππείς. 

Χάρτης της μάχης

Είναι πιο δύσκολο να υπολογίσει κανείς τη δύναμη που παρέταξε στο πεδίο της μάχης ο Φραγκίσκος Α’, καθώς οι περισσότερες πηγές προέρχονται από την αυτοκρατορική παράταξη. Ο ίδιος ο βασιλιάς ανέφερε μετά τη μάχη πως ο στρατός του διέθετε 53 κανόνια και αποτελούνταν από περίπου 26.000 στρατιώτες. Οι 23.000 ήταν πεζοί, εκ των οποίων 8.000 Ελβετοί, 5.000 Γερμανοί μισθοφόροι, 6.000 Ιταλοί και 7.000 Γάλλοι. Ανάμεσά τους βρίσκονταν οι καλύτεροι λογχοφόροι της Ευρώπης, καθώς και ελαφρά οπλισμένοι ιππείς. 

Επιπλέον, προς όφελος της γαλλικής πλευράς αλλά εν αγνοία της, εκείνη τη χρονική στιγμή μερικά τμήματα του αυτοκρατορικού στρατού θα ολοκλήρωναν την υπηρεσία τους προς τον βασιλέα Κάρολο Ε’, δεδομένου ότι το συμβόλαιό τους έληγε στις 24 Φεβρουαρίου. Ένα προσωρινό πλεονέκτημα, που οι Γάλλοι δεν μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν. Οι δύο στρατοί αντιμετώπισαν ο ένας τον άλλον στις 24 Φεβρουαρίου 1525, ακριβώς την ημέρα κατά την οποία οι μισθοφόροι του μαρκησίου της Πεσκάρας είχαν επισήμως αποδεσμευτεί από το συμβόλαιό τους. Αλλά ο αυτοκρατορικός σχηματισμός είχε ήδη ξεκινήσει να κινείται από τη νύχτα της 23ης Φεβρουαρίου.


Το αρκεβούζο ήταν πρώιμο πυροβόλο όπλο που άρχισε να χρησιμοποιείται κατά το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνα.

Ο μαρκήσιος Ντ’ Άβαλος της Πεσκάρας είχε διατάξει όλο του το στράτευμα, εκτός από 5.000 άνδρες που είχαν παραμείνει προς υπεράσπιση του στρατοπέδου, να εισέλθουν στο πάρκο του Μιραμπέλο μέσω των ανοιγμάτων στο τείχος και να παραταχθούν για τη μάχη. Μια κίνηση εξαιρετικά επικίνδυνη στην περίπτωση οπισθοχώρησης, επειδή η σειρά των περιβόλων του κτήματος θα εμπόδιζε τη διαφυγή. Ο Φραγκίσκος Α’, αναλογιζόμενος ότι επρόκειτο για κίνηση αντιπερισπασμού, περίμενε αρκετά προτού αφήσει τους 6.000 Ιταλούς των Μπάντε Νέρε (bande nere= μαύρες λωρίδες) που είχε στη διάθεσή του να επιτηρούν την πόλη, και να αρχίσει να παρατάσσει τον στρατό του λίγο λίγο μέσα στο πάρκο.

Με το πρώτο φως της αυγής, οι αυτοκρατορικοί ήταν ήδη έτοιμοι, παραταγμένοι ως εξής, σύμφωνα με τις επικρατέστερες μαρτυρίες: στα δεξιά, 3 τμήματα του αυτοκρατορικού ιππικού στο κέντρο, τα ισπανικά αρκεβούζια υπό τις διαταγές του μαρκησίου της Πεσκάρας και στα αριστερά, δύο τετράγωνοι σχηματισμοί πεζών της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μόνο το πυροβολικό παρέμεινε πίσω και ήταν το τελευταίο που εισήλθε στο πάρκο. 

Οι μισθοφόροι υπήρχαν ήδη από την αρχαιότητα, αλλά αναμφίβολα η ιστορική περίοδος κατά την οποία είχαν μεγαλύτερη σπουδαιότητα, υπό την έννοια ότι η παρουσία τους μπορούσε να είναι καθοριστική για την έκβαση μιας μάχης, ήταν ο Μεσαίωνας, για τον οποίο διαθέτουμε σημαντικές μαρτυρίες. Αυτοί οι μεσαιωνικοί τυχοδιώκτες, που χρησιμοποιήθηκαν πολλές φορές στην Ευρώπη, αποτελούσαν μισθοφορικούς λόχους υπό την ηγεσία ενός μισθοφόρου λοχαγού. Τα μεσαιωνικά κράτη χρησιμοποιούσαν αυτό το είδος στρατού, σε σημείο μάλιστα που ο Νικολό Μακιαβέλι να καταγγείλει την επικινδυνότητά τους στα κείμενά του (λέγοντας πως ο ίδιος ο Πολύβιος συμβούλευε την ελάχιστη χρησιμοποίησή τους αν όχι την αποφυγή τους), Μισθοφόροι ήταν και εκείνοι που λεηλάτησαν τη Ρώμη το 1527.

Οι Γάλλοι, από την απέναντι πλευρά, παρέταξαν το έξοχο βαρύ ιππικό τους μπροστά στο αυτοκρατορικό, εξαιτίας μιας καθαρά ιπποτικής ιδέας του βασιλιά Φραγκίσκου Α’· ο «ιππότης βασιλιάς», επικεφαλής ο ίδιος του συγκεκριμένου σώματος, αναζητούσε τη σύγκρουση με τους εξ αίματος και από παράδοση ομοίους του. Οι Γερμανοί και Ελβετοί μισθοφόροι της γαλλικής πλευράς παρατάχτηκαν αμέσως μπροστά από τα αρκεβούζια, αφήνοντας πίσω τους το μεγαλύτερο μέρος των Ελβετών λογχοφόρων («σαρισοφόρων») που είχαν καθυστερήσει να παραταχθούν. 

Το μοναδικό τμήμα της γαλλικής παράταξης που πήρε θέση αρκετά νωρίς ήταν το πυροβολικό, που άνοιξε πυρ εναντίον των πιο κοντινών του αντιπάλων: των αυτοκρατορικών πεζών. Στο μεταξύ, το ελαφρύ γαλλικό ιππικό επιτέθηκε στο αυτοκρατορικό πυροβολικό, που δεν είχε ακόμη παραταχθεί, διασκορπίζοντας τους άνδρες του και αφαιρώντας τους μερικά κανόνια. Το γαλλικό πυροβολικό, στην ουσία, ρύθμιζε μόνο του την έκβαση της μάχης. Ο Φραγκίσκος Α’, αφού εξουδετέρωσε το εχθρικό πυροβολικό, αποφάσισε ότι δεν ήταν σωστό να αφήσει όλη τη δόξα της νίκης στα «ταπεινά» κανόνια, και εξαπέλυσε βίαιη επίθεση κατά του αυτοκρατορικού ιππικού. 

Ο Γάλλος βασιλιάς, γνωστός ως ένας από τους σπουδαιότερους ιππείς της εποχής του, συνέτριψε τους αντίπαλους ιππείς, διασκεδάζοντάς το σαν να έπαιρνε μέρος σε αγώνες. Αλλά σ’ αυτό το σημείο μπήκε στη σκηνή η πονηριά του μαρκησίου της Πεσκάρας. Ο μαρκήσιος Ντ’Άβαλος μετακίνησε περίπου 1,550 από τα αρκεβούζιά του στο αλσύλλιο, ακριβώς δίπλα στη θέση όπου βρίσκονταν οι γαλλικές «λόγχες». Μετά τις πρώτες τρεις επιθέσεις των αρκεβουζίων, το μεγαλύτερο μέρος του ισχυρότερου ιππικού της Ευρώπης έπεφτε από τις ακριβείς βολές των 1.500 Ισπανών. 

Σ’ αυτήν τη φάση το ισπανικό ιππικό, ενισχυμένο από το πεζικό, όρμησε σε ό,τι είχε απομείνει από τον γαλλικό σχηματισμό. Στην ύστατη προσπάθεια να προστατεύσουν τον βασιλιά τους, πολλοί ιππείς ενώθηκαν σε έναν αμυντικό τετράγωνο σχηματισμό. Αλλά παρά το υπέρμετρο πάθος, πολλοί, πεζοί πια και χωρίς το πλεονέκτημα της επίθεσης, κουρασμένοι από το βάρος των ίδιων τους των όπλων, έπεφταν χτυπήμένοι από τους αντιπάλους. Οι Ισπανοί στρατιώτες είχαν τη δυνατότητα να τους χτυπήσουν με εγχειρίδια στις ραφές της πανοπλίας. Ακόμη και οι οπλισμένοι με αρκεβούζια στρατιώτες έχωναν τα όπλα τους κάτω από τη στολή του εχθρού πριν πυροβολήσουν.

Παρότι πεζός πλέον, ο Φραγκίσκος Α’ συνέχισε να πολεμά με μανία. Η μοίρα του, όμως, έμοιαζε αποφασισμένη, και θα είχε μοιραία κατάληξη αν δεν επενέβαινε κάποιος για να τον σώσει: σύμφωνα με μία εκδοχή, ήταν ο αντιβασιλέας της Νεάπολης εκείνος που τον γλίτωσε από τη σκληρότητα των στρατιωτών με τα αρκεβούζια που τον είχαν μόλις συλλάβει. Η μάχη, πάντως, συνεχιζόταν, με πρωταγωνιστές αυτήν τη φορά το πεζικό των δύο πλευρών. Οι Γάλλοι στρατιώτες συμπλέχτηκαν με τους αυτοκρατορικούς σε μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή μετωπική σύγκρουση. 

Οι σαρισοφόροι Ελβετοί ήταν απο τις καλύτερες στρατιωτικές μονάδες της εποχής

Αν και οι στρατιώτες που είχε στην υπηρεσία του ο Φραγκίσκος Α’ ήταν αποδεδειγμένα εξαιρετικοί, οι Γερμανοί του Φρούντσμπεργκ κατάφεραν να νικήσουν λόγω της αποφασιστικότητας και της σκληρότητάς τους, ωθούμενοι επίσης και από το φάσμα της ανεργίας που θα ακολουθούσε μετά τις 24 Φεβρουαρίου, ημέρα λήξης του συμβολαίου τους. Αφού ξεπέρασαν το πρώτο εχθρικό μπλοκ και έτρεψαν τους Γάλλους πυροβολητές σε φυγή, οι Γερμανοί του αυτοκρατορικού στρατού έπρεπε να αντιμετωπίσουν τον τρομερό τετράγωνο σχηματισμό των Ελβετών λογχοφόρων, οι οποίοι μόλις είχαν παραταχθεί στο πεδίο της μάχης και επομένως ήταν ξεκούραστοι. 

Για καλή τύχη των αυτοκρατορικών, ο πολιορκημένος στρατός της Παβίας κατάφερε να διασκορπίσει τους Ιταλούς των Μπάντε Νέρε στα τείχη της πόλης και να επιτεθεί εναντίον του ελβετικού σχηματισμού, που βρέθηκε έτσι ανάμεσα σε δύο πυρά. Είχε έρθει το τέλος των λογχοφόρων και των γαλλικών ελπίδων για νίκη. Η ειρήνη μεταξύ του Καρόλου Ε’ και του Φραγκίσκου Α’ επικυρώθηκε με τη Συμφωνία της Μαδρίτης και τη Συνθήκη

Ειρήνης του Καμπρέ, οπότε ο Κάρολος Ε’ φόρεσε το στέμμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και του Ιταλικού Βασιλείου. Στην πράξη η Ιταλία ήταν πλέον δική του, με την εξαίρεση της Βενετίας, ενώ τα ισπανικά στρατεύματα μπορούσαν πλέον να προελάσουν ελεύθερα από τη Φλάνδρα μέχρι τη νότια Ιταλία.

Αποτέλεσμα

Να υπενθυμίσουμε ότι η νίκη στην Παβία δεν ήταν αποφασιστικής σημασίας για τη σύγκρουση με τον Φραγκίσκο Α’· οι δύο βασιλείς θα βρίσκονταν εκ νέου αντιμέτωποι, μετά το 1527. Στην πραγματικότητα, μια νίκη του Γάλλου βασιλιά δεν θα είχε λύσει το θέμα αλλά, πιθανότατα, τόσο η Βενετία όσο και οι Οθωμανοί θα είχαν κερδίσει ιδιαίτερα πλεονεκτήματα από τη συνέχιση του πολέμου. 

Η ήττα των Γάλλων ήταν καθοριστική. Εκτός από τον Φραγκίσκο, ένας αριθμός κορυφαίων Γάλλων ευγενών, συμπεριλαμβανομένων είχαν αιχμαλωτιστεί. Ένας ακόμη μεγαλύτερος αριθμός είχαν σκοτωθεί στις μάχες. Ο Φραγκίσκος μεταφέρθηκε στο φρούριο Pizzighettone , όπου έγραψε ένα γράμμα στη Λουίζα της Σαβοΐας , τη μητέρα του:

Για να σας ενημερώσω για το πώς εξελίσσεται η υπόλοιπη κακοτυχία μου, όλα χάνονται για μένα εκτός από την τιμή και ζωή μου, που είναι ασφαλής… 

Τα εδάφη που έλεγχε ο Κάρολος δημιουργώντας μια Ευρωπαική Αυτοκρατορία των Αψβούργων

Ο Charles de Lannoy κράτησε τον Φραγκίσκο Α’ και τον φυλάκισε σε έναν πύργο του Pizzighettone . Στη συνέχεια, ο βασιλιάς μεταφέρθηκε στη Γένοβα και από εκεί μεταφέρθηκε στην Ισπανία. Παρέμεινε φυλακισμένος σε έναν πύργο στη Μαδρίτη μέχρι την υπογραφή της Συνθήκης της Μαδρίτης . Σύμφωνα με τη συνθήκη, ο Φραγκίσκος Α’ εγκατέλειψε τις αξιώσεις του επί της Φλάνδρας, του Μιλάνου και της Βουργουνδίας. Ωστόσο, η συνθήκη ειρήνης έσπασε την ίδια χρονιά και ένας νέος Γαλλο-Αυτοκρατορικός πόλεμος διήρκεσε από το 1526 έως το 1529.

Ο Φραγκίσκος και ο διάδοχός του, Ερρίκος Β’, θα συνέχιζαν να διεκδικούν τις αξιώσεις τους στο Μιλάνο κατά τη διάρκεια των υπολοίπων Ιταλικών Πολέμων, εγκαταλείποντάς τους μόνο μετά την Ειρήνη του Cateau-Cambrésis το 1559. Η Γαλλία απέτυχε να ανακτήσει τα χαμένα εδάφη στη Λομβαρδία. οι όροι της Ειρήνης που έληξαν τους Ιταλικούς Πολέμους έδωσαν στην Ισπανία τον έλεγχο του Μιλάνου, της Νάπολης, της Σικελίας, της Σαρδηνίας, της Σαβοΐας και του Πιεμόντε. 

Ο πόλεμος του Αλή Πασά εναντίον των Σουλιωτών. Από το Κούγκι εώς τον Ζάλογγο και την καταστροφή του Σουλίου.

Οι Σουλιώτες ήταν κοινότητα Ορθόδοξων Χριστιανικών γενών, που κατοικούσε στην ιστορική περιοχή του Σουλίου στην Ήπειρο, κατά την Τουρκοκρατία. Ο πόλεμος μεταξύ των πολεμικών...

Μάχη της Αδριανούπολης (378 μ.Χ): Οι Γότθοι σαρώνουν τα Βαλκάνια και εξολοθρεύουν τον Ανατολικό Ρωμαικό στρατό, σε μία απο τις μεγαλύτερες ήττες της Αυτοκρατορίας.

Η Μάχη της Αδριανούπολης (9 Αυγούστου 378) διεξήχθη μεταξύ του ανατολικού ρωμαϊκού στρατού υπό την ηγεσία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Ουάλη και των Γότθων επαναστατών...