Μάχη του Μαραθώνα: Η πρώτη νικηφόρα μάχη των Ελληνων εναντίον των Περσών.

Το 491 π.Χ. ο Δαρείος έστειλε πρεσβευτές στα σημαντικότερα κράτη της κυρίως Ελλάδας με την απαίτηση να υποταχθούν στην εξουσία του, προσφέροντάς του ως σύμβολα υποταγής «γην και ύδωρ». Πολλά κράτη υποχώρησαν σε αυτή την απαίτηση, ανάμεσά τους και το μεγάλο νησιωτικό κράτος της Αίγινας. Ωστόσο, μεταξύ των πόλεων που αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την εξουσία του ήταν η Αθήνα και η Σπάρτη. Στην Αθήνα οι πρεσβευτές του βασιλιά εκτελέστηκαν με τη ρίψη τους σε ένα βάραθρο. Η αντίδραση των Αθηναίων ίσως επηρεάστηκε από τη διαμάχη τους με την Αίγινα, μπορεί όμως να είχαν πληροφορηθεί ότι στις προθέσεις του Δαρείου ήταν να ξανακάνει τον Ιππία, το γιο του Πεισίστρατου, τύραννο της Αθήνας.

Ο Δαρείος συγκέντρωσε στρατό στην Κιλικία και διέταξε όσους υποτελείς του είχαν ναυτική παράδοση να ετοιμάσουν στόλο και ένα σύστημα μεταφορών με άλογα. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να βρεθούν δεκάδες χιλιάδες κωπηλάτες, που θα κινούσαν τα πλοία, αλλά και ένας αριθμός μάχιμων ανδρών για την εκστρατεία. Οι εκτιμήσεις των αρχαίων πηγών για το πλήθος αυτού του στρατού, που κυμαίνονται από 90.000 έως 600.000 άνδρες, είναι υπερβολικές, ωστόσο το μέγεθός του πρέπει να έφτανε τους 25.000 άνδρες, περιλαμβάνοντας και 1.000 ιππείς, ενώ ο πολεμικός στόλος πρέπει να αριθμούσε περίπου 600 πλοία. Επικεφαλής της εκστρατείας ήταν ο Δάτης, ευγενής από τη Μηδία που είχε λάβει μέρος στην περσική αντεπίθεση κατά των Ιώνων το 494 π.Χ., και ο Αρταφέρνης, γιος του σατράπη της Λυδίας και ανιψιός του βασιλιά. 

Χάρτης του ελληνικού κόσμου την περίοδο της μάχης

Στόχος της εκστρατείας δεν ήταν η ολοκληρωτική κατάληψη της ηπειρωτικής Ελλάδας, για την οποία θα χρειαζόταν πολύ περισσότερος στρατός, αλλά μάλλον η δημιουργία προγεφυρώματος στην ανατολική ακτή της χώρας, κατά προτίμηση στην Αθήνα. Μόλις εξασφαλιζόταν μια τέτοια βάση επιχειρήσεων, μπορούσαν να συγκεντρωθούν μεγαλύτερες στρατιωτικές δυνάμεις για μια εισβολή ευρείας κλίμακας. Πρώτος στόχος της εκστρατείας ήταν το νησί της Νάξου, που οι κάτοικοί του διέφυγαν στα γύρω βουνά, εγκαταλείποντας την πόλη και τα ιερά της στον εχθρό. Και άλλα νησιά των Κυκλάδων υπέκυψαν στους Πέρσες, μερικά μάλιστα ενίσχυσαν με πλοία το στόλο του μεγάλου βασιλιά. Αντίθετα, οι κάτοικοι της Εύβοιας πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση, αναγκάζοντας τους Πέρσες να προχωρήσουν σε πολιορκία της Καρύστου και της Ερέτριας, που στράφηκε στην Αθήνα για βοήθεια. 

Η Αθήνα είχε πρόσφατα αποσπάσει κάποια εδάφη από μια άλλη ευβοϊκή πόλη, τη Χαλκίδα, όπου εγκατέστησε 4.000 Αθηναίους πολίτες. Αυτοί οι έποικοι έλαβαν εντολή να κινηθούν προς την Ερέτρια και να βοηθήσουν στην άμυνα της πόλης. Όμως, φτάνοντας εκεί, ανακάλυψαν ότι οι Ερετριείς ήταν διχασμένοι αναφορικά με τη σκοπιμότητα της αντίστασης στους Πέρσες. Έτσι, οι έποικοι κατευθύνθηκαν προς την Αθήνα και δεν πιάστηκαν αιχμάλωτοι στην Ερέτρια από το στρατό και το στόλο του Δάτη και του Αρταφέρνη, που δεν άργησαν να έρθουν, αφού μέσα σε λίγες μέρες έπεισαν τους κατοίκους της Καρύστου να παραδοθούν. Οι Πέρσες πολιόρκησαν την Ερέτρια και εξαπέλυσαν σφοδρές επιθέσεις για να την κατακτήσουν, με αποτέλεσμα μεγάλες απώλειες και από τις δύο πλευρές. Την έβδομη μέρα της πολιορκίας η φιλοπερσική φατρία άνοιξε της πύλες της πόλης. Η Ερέτρια πλήρωσε ακριβά τη βοήθεια που πρόσφερε στην Ιωνική Επανάσταση.

Διαβάστε επίσης: Η Μάχη των Θερμοπυλών (480 π.Χ.)

Έχοντας υλοποιήσει επιτυχώς τους αρχικούς στόχους της, η εκστρατεία κατευθύνθηκε προς τις ακτές της Αττικής. Λαμβάνοντας υπόψη τις απώλειες του περσικού στρατού κατά την κατάκτηση της Εύβοιας και το ότι ο Αρταφέρνης αναγκάστηκε να μείνει πίσω με αρκετό στρατό για να κρατήσει το νησί υπό περσικό έλεγχο, είναι πολύ πιθανό η στρατιωτική δύναμη που συνόδευσε τον Δάτη στην Αττική να μην ξεπερνούσε τις 20.000 άνδρες. Αποστολή του ήταν η επιτυχής απόβαση του περσικού στρατού στην Αττική, η κατάληψη της Αθήνας και η αποκατάσταση του εξόριστου τυράννου Ιππία στην εξουσία. 

Ο Ιππίας συμβούλεψε τον Δάτη να διασχίσει με το στόλο του τον Ευβοϊκό Κόλπο και να αποβιβάσει το στρατό του στα παράλια του Όρμου του Μαραθώνα. Ήταν η πλησιέστερη στην Ερέτρια κατάλληλη θέση για απόβαση, με άφθονο νερό και βοσκή για τα ζώα. Επιπλέον, η πεδιάδα του Μαραθώνα ήταν αρκετά φαρδιά ώστε να αναπτυχθεί σε μάχιμους σχηματισμούς ολόκληρος ο περσικός στρατός και να αντιμετωπίσει χωρίς δυσκολία ενδεχόμενη αντίσταση των Αθηναίων. Ο Ιππίας ίσως ήλπιζε ότι οι κάτοικοι της ανατολικής Αττικής, που υπήρξαν ένθερμοι υποστηρικτές της τυραννίας του πατέρα του, θα έσπευδαν να τον καλωσορίσουν.

Η Μάχη του Μαραθώνα

Η Οπλιτική φάλαγγα ήταν πολεμική τακτική που άρχισαν να χρησιμοποιούν οι Έλληνες κατά τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Περιλάμβανε τους μαζικούς σχηματισμούς από βαριά οπλισμένο πεζικό, τους λεγόμενους οπλίτες. Οι οπλίτες πολεμούσαν σε σχηματισμό κατά φάλαγγες.
Στην οπλιτική φάλαγγα συμμετείχαν όσοι πολεμιστές είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν την πανοπλία.

Οι στρατηγοί των Αθηναίων αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες αμέσως μετά την αποβίβασή τους και να μην τους αφήσουν να προελάσουν μέχρι την Αθήνα. Ίσως φοβόνταν ότι κάποιοι Αθηναίοι πολίτες θα προτιμούσαν να συμπαραταχθούν με τους εισβολείς και τον εξόριστο τύραννο Ιππία, αν αυτοί κατάφερναν να σταθεροποιήσουν τις θέσεις τους σε αθηναϊκό έδαφος. Οι Αθηναίοι συγκέντρωσαν στρατό περίπου 9.000 ανδρών, αποτελούμενο κυρίως από οπλίτες. Μαζί τους ενώθηκαν 600 άνδρες από τη μικρή πόλη των Πλαταιών, που βρισκόταν βορειοδυτικά της Αττικής και ήταν σύμμαχός της εδώ και 30 χρόνια. Μόλις μαθεύτηκε ότι ο περσικός στρατός αποβιβάστηκε στο Μαραθώνα, ο αθηναϊκός στρατός διέσχισε πεζή την πεδιάδα στην καρδιά της Αττικής και έφτασε στην ανατολική ακτή της.

Οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς κατέλαβαν θέσεις σε ψηλά σημεία, κοντά στο δρόμο που οδηγούσε νότια, από το Μαραθώνα στην Αθήνα, και περίμεναν την επόμενη κίνηση των Περσών. Ο Ηρόδοτος λέει ότι μεταξύ των Αθηναίων στρατηγών γίνονταν πολλές συζητήσεις για τη σκοπιμότητα ενδεχόμενης επίθεσης, αλλά αυτό ίσως είναι μεταγενέστερη προσθήκη στο όλο ιστορικό της μάχης. Το πιο πιθανό είναι ότι οι Έλληνες περίμεναν από τον εχθρό να κάνει κάποια κίνηση. Οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς ήταν πολύ λιγότεροι από τους Πέρσες και οι στρατηγοί τους πρέπει να αντιμετώπιζαν με μεγάλο δισταγμό την πιθανότητα να εγκαταλείψουν τις ισχυρές αμυντικές θέσεις τους και να κινηθούν προς την ανοιχτή πεδιάδα του Μαραθώνα. Κάτι τέτοιο θα τους καθιστούσε ευάλωτους σε επιθέσεις του ιππικού, αλλά και στο να τους υπερφαλαγγίσουν οι υπέρτερες περσικές δυνάμεις. Είναι επίσης πιθανό να περίμεναν οι Αθηναίοι ενισχύσεις από τη Σπάρτη. 

Ο Μιλτιάδης (554 π.Χ. περίπου – 489 π.Χ.) ήταν ο Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός που οδήγησε τους Αθηναίους στη μάχη του Μαραθώνα.

Πριν ο στρατός εγκαταλείψει την Αθήνα, οι Αθηναίοι έστειλαν στους Σπαρτιάτες τον καλύτερο δρομέα τους, τον Φειδιππίδη ή Φιλιππίδη, για να ζητήσει βοήθεια. Αυτός κάλυψε την απόσταση των 230 χιλιομέτρων σε λιγότερο από δύο μέρες. Οι Σπαρτιάτες συμφώνησαν να στείλουν μια μικρή δύναμη να βοηθήσει τους Αθηναίους, αλλά η αναχώρησή της καθυστέρησε γιατί βρίσκονταν στο μέσο μιας μεγάλης θρησκευτικής γιορτής και έπρεπε να περιμένουν την πανσέληνο που σηματοδοτούσε τη λήξη της. Όταν τελικά ξεκίνησαν, έξι μέρες αργότερα, περπάτησαν τόσο γρήγορα ως το Μαραθώνα ώστε έφτασαν μέσα σε τρεις μόλις μέρες. Παρ’ όλ’ αυτά, έφτασαν αργά για τη μάχη, που είχε διεξαχθεί την προηγούμενη μέρα. 

Σύμφωνα με την αφήγηση του Ηροδότου, ανάμεσα στους δέκα Αθηναίους στρατηγούς είχε ξεσπάσει μεγάλη διαφωνία. Οι μισοί υποστήριζαν ότι το μέγεθος του περσικού στρατού ήταν τέτοιο ώστε έπρεπε να περιμένουν να κινηθεί εκείνος πρώτος, ενώ οι άλλοι μισοί επέμεναν πως ήταν επιβεβλημένο να επιτεθούν αμέσως. Το αδιέξοδο το οποίο δημιούργησε αυτή η «ισοψηφία» λύθηκε με την παρέμβαση του Καλλίμαχου, που είχε τη θέση του πολέμαρχου. Σε πιο παλιές εποχές αυτός ο αξιωματούχος ήταν επικεφαλής του αθηναϊκού στρατού, αλλά στο πλαίσιο των νέων δημοκρατικών θεσμών τη διοίκηση του στρατού είχαν αναλάβει δέκα εκλεγμένοι στρατηγοί, ένας από κάθε φυλή. 

Η θέση του Καλλίμαχου ήταν μάλλον τιμητική, όμως αυτός συνόδευε το στρατό σε πολεμικές συγκρούσεις στο εσωτερικό της Αττικής και είχε δικαίωμα ψήφου σε σοβαρά ζητήματα. Ένας από τους στρατηγούς, ο Μιλτιάδης, τον έπεισε να ψηφίσει υπέρ της επίθεσης, λέγοντας ότι κάθε άλλη αργοπορία θα σήμαινε νίκη για τους Πέρσες. Όπως υποστηρίζει ο Ηρόδοτος, και ο Μιλτιάδης αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο η παρατεταμένη απραξία να έσπερνε τη διχόνοια και το φόβο στους Αθηναίους, με αποτέλεσμα να αυτομολούσαν στους Μήδους. Αυτό μάλλον υποδηλώνει ότι η επίθεση αποφασίστηκε για να αποφευχθούν φαινόμενα προδοσίας και λιποταξίας. Η παρουσία του Ιππία ήταν αρκετή για να γεννηθεί η υποψία ότι ορισμένοι οπαδοί του ίσως αποφάσιζαν να αλλάξουν στρατόπεδο και έπειθαν και άλλους να τους ακολουθήσουν.

Διαβάστε επίσης: Ναυμαχία της Σαλαμίνας: Ο Θεμιστοκλής συντίβει τον Περσικό στόλο και οδηγεί τους Έλληνες σε μια απο τις ενδοξότερες νίκες στην ιστορία.

 Άλλωστε, υπήρχε το προηγούμενο της προδοσίας και της παράδοσης της Ερέτριας στους Πέρσες. Όσο οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς έμεναν στις θέσεις τους και αναμετρούσαν τη δύναμη του εχθρού τόσο πιθανότερο ήταν να τον θεωρούσαν αήττητο και να πίστευαν ότι θα ήταν πιο φρόνιμο να υποτάσσονταν στην εξουσία του μεγάλου βασιλιά. Επίσης, ο Δάτης ίσως είχε αποφασίσει να περιμένει κάποιο σήμα ότι το ηθικό του εχθρού είχε αρχίσει να κάμπτεται. Αυτή η τεταμένη κατάσταση συνεχίστηκε αρκετές μέρες, κατά τις οποίες ούτε διαπραγματεύσεις έγιναν ούτε αψιμαχίες σημειώθηκαν. Τελικά, οι στρατηγοί των Αθηναίων πήραν την απόφαση να επιτεθούν.

Αναπαράσταση της παράταξης των δύο στρατευμάτων.

Πολλά έχουν λεχθεί γι’ αυτή τη θαρραλέα απόφαση. Μια πιθανότητα είναι οι ίδιοι οι Πέρσες να άρχισαν να δημιουργούν σχηματισμούς για μάχη και να βαδίζουν προς τους Αθηναίους, επιδιώκοντας να τους παρασύρουν στην ανοιχτή πεδιάδα. Είναι βέβαιο ότι, αν οι Πέρσες ήθελαν να φτάσουν στην Αθήνα, έπρεπε να ξεκαθαρίσουν την κατάσταση με τον αθηναϊκό στρατό, που είχε αποκλείσει όλες τις διόδους προς τα νότια και τα δυτικά. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ενός Βυζαντινού λογίου πολλούς αιώνες αργότερα, οι Ίωνες που βρίσκονταν στις τάξεις των Περσών πληροφόρησαν τους Αθηναίους ότι μέρος του περσικού στρατού, κυρίως το ιππικό, είχε αρχίσει να επιβιβάζεται στα πλοία για να περιπλεύσει τις ακτές της Αττικής και να επιτεθεί στην πόλη από τη θάλασσα. Είτε έτσι είτε αλλιώς, μπορεί η αθηναϊκή επίθεση να προκλήθηκε από κάποια μεταβολή στη διάταξη των περσικών δυνάμεων.

Η επίθεση των Ελλήνων εκδηλώθηκε νωρίς το πρωί. Επειδή ο περσικός στρατός είχε αναπτυχθεί σε πολύ μεγάλο πλάτος, οι Αθηναίοι και οι Πλαταιεἰς φοβόνταν μήπως τους πλαγιοκοπούσαν. Έτσι, αναπτύχθηκαν και αυτοί σε πολύ μεγάλο πλάτος, με αποτέλεσμα να παρατάξουν στο κέντρο ελάχιστους στοίχους οπλιτών, αν και οι δυνάμεις τους ήταν ισχυρές σε κάθε πτέρυγα. Ο Δάτης παρέταξε απέναντι στους Έλληνες τα καλύτερα στρατεύματά του, ένα μείγμα Περσών και Σακών του βορειοανατολικού Ιράν. Στο στρατό του υπήρχαν επίσης πάρα πολλοί τοξότες και άνδρες που εκσφενδόνιζαν λίθους και ακόντια, σκοπός των οποίων ήταν να πλήττουν μαζικά τον εχθρό από μακριά πριν ξεκινήσουν τη μάχη σώμα με σώμα τα υπόλοιπα στρατιωτικά τμήματα, που ήταν οπλισμένα με δόρατα, πελέκεις και σπαθιά.

Οι αθηναϊκές πτέρυγες κατέστρεψαν τις περσικές γραμμές και περικύκλωσαν το ισχυρό κέντρο των Περσών – η μάχη έληξε με υποχώρηση του κέντρου των Περσών στα πλοία.

Έτσι όπως ήταν παρατεταγμένοι στην πεδιάδα, οι δύο στρατοί απείχαν μεταξύ τους ενάμισι χιλιόμετρο και, για να συμπλακούν με τους Πέρσες, οι Έλληνες ήταν αναγκασμένοι να προελάσουν σε ανοιχτό έδαφος. Κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος βαδίζοντας, αλλά στα τελευταία 200 μέτρα όρμησαν τρέχοντας προς τον εχθρό, πριν αποδεκατιστούν από τον καταιγισμό βελών, ακόντιων και λίθων. Η απροσδόκητη εφόρμηση του ελληνικού στρατού αιφνιδίασε τους Πέρσες. Παρ’ όλα αυτά, ετοιμάστηκαν να αντιμετωπίσουν την επίθεση με αλλεπάλληλες ομοβροντίες από βλήματα, έχοντας στόχο να την αμβλύνουν ή να την αναχαιτίσουν, πριν οι ίδιοι κινηθούν και απωθήσουν τον εχθρό.

Οι Έλληνες κάλυψαν την απόσταση που τους χώριζε από τις εχθρικές γραμμές όσο πιο γρήγορα μπορούσαν και συγκρούστηκαν με τους Πέρσες σε μεγάλο μέρος του μετώπου. Στο κέντρο, όπου ήταν συγκεντρωμένα τα πιο επιλεκτα τμήματα του περσικού στρατού, οι Αθηναίοι υποχώρησαν και οι Πέρσες άρχισαν να τους καταδιώκουν προς την κατεύθυνση του ελληνικού στρατοπέδου. Στα πλάγια όμως οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς, που ήταν συγκεντρωμένοι στα αριστερά, κατάφεραν να απωθήσουν τις περσικές δυνάμεις. Υπό την πίεση της ελληνικής επίθεσης, οι δύο πτέρυγες του περσικού στρατού διασπάστηκαν και τράπηκαν σε φυγή. Μόλις αντιλήφθηκαν ότι τα πλευρά και τα νώτα τους ήταν εκτεθειμένα σε ενδεχόμενη επίθεση των νικηφόρων τμημάτων του ελληνικού στρατού, οι αξιόμαχες μονάδες των Περσών και των Σακών άρχισαν να οπισθοχωρούν.

Οι Αθηναίοι επιτέθηκαν στα περσικά πλοία και κατάφεραν να καταστρέψουν επτά απ’ αυτά. Ο Ηρόδοτος αναφέρεται στον Κυναίγειρο, αδερφό του Αισχύλου, ο οποίος προσπάθησε να τραβήξει μια περσική τριήρη, αλλά οι Πέρσες του έκοψαν το χέρι, με αποτέλεσμα να πεθάνει.

 Τότε οι στρατηγοί των Αθηναίων και των Πλαταιέων συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους και τους επιτέθηκαν. Η φυγή των Περσών δεν υπήρξε άτακτη, χάρη στους αξιωματικούς τους, που οργάνωσαν οπισθοφυλακή και κατάφεραν να επιβιβάσουν πολλούς άνδρες στα πλοία που ήταν αγκυροβολημένα στα ρηχά, πολύ κοντά στο περσικό στρατόπεδο. Ωστόσο, οι περσικές απώλειες ήταν βαριές, με 6.400 άνδρες νεκρούς. Πολλοί από αυτούς σφαγιάστηκαν εγκλωβισμένοι ανάμεσα στη θάλασσα, στον ελληνικό στρατό και στην ελώδη περιοχή βόρεια του περσικού στρατοπέδου. Οι Αθηναίοι έχασαν μόνον 192 άνδρες, μεταξύ των οποίων και τον Καλλίμαχο. Οι Πλαταιείς είχαν επίσης ελάχιστες απώλειες.

Ορισμένοι νεότεροι μελετητές προβληματίζονται από την απουσία του περσικού ιππικού από τη μάχη. Ο Ηρόδοτος ούτε που το αναφέρει και αυτός είναι ο κυριότερος λόγος για τον οποίο λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η άποψη του Βυζαντινού λογίου περί επιβίβασης του ιππικού στα πλοία. Στο περσικό ιππικό συμμετείχαν ποικίλες εθνικές ομάδες, στις οποίες ανήκαν γηγενείς Πέρσες και υπήκοοι από άλλες περιοχές της αυτοκρατορίας. Οι ιππείς του περσικού στρατού ήταν οπλισμένοι κυρίως με ξίφη και δόρατα, αλλά σε αιφνιδιαστικές επιθέσεις χρησιμοποιούσαν τόξα, βέλη, καθώς και ακόντια. 

Είναι πολύ πιθανό όσοι Αθηναίοι είχαν σωθεί από την αποτυχημένη επίθεση στις Σάρδεις και τη μετέπειτα υποχώρηση στην Έφεσο το 498 π.Χ. να μεγαλοποίησαν την αποτελεσματικότητα του περσικού ιππικού. Αυτό το ελαφρύ ιππικό πρέπει να πλεονεκτούσε κατά την καταδίωξη τμημάτων βαρέος πεζικού, αλλά σε μάχες εκ του συστάδην, και σε περιορισμένο χώρο, το πεζικό μάλλον δεν ήταν και τόσο ευάλωτο. Αν οι Πέρσες στρατιωτικοί διοικητές είχαν τοποθετήσει το ιππικό δεξιά και αριστερά των κύριων τμημάτων του πεζικού, τότε οι ιππείς θα πρέπει να απωθήθηκαν από τη σφοδρή ελληνική επίθεση και, με την ταχύτητα και την ευελιξία που τους εξασφάλιζαν τα άλογά τους, θα ήταν από τους πρώτους που τράπηκαν σε φυγή προς τα περσικά πλοία. 

Διαβάστε επίσης: Η Μάχη των Πλαταιών: Ο Ελληνικός συνασπισμός εξολοθρεύει την περσική απειλή και περνάει στην αντεπίθεση.

Παρά την ήττα του στην πεδιάδα του Μαραθώνα, ο Δάτης, μάλλον καθ’ υπόδειξιν του Ιππία, θεωρούσε πως είχε ακόμη ελπίδες να φτάσει στην Αθήνα από τη θάλασσα και να την καταλάβει πριν προλάβει να επιστρέψει ο αθηναϊκός στρατός. Πήρε, λοιπόν, τα υπολείμματα του στρατού του, περιέπλευσε το ακρωτήριο του Σουνίου και έφτασε στο Φαληρικό Όρμο. Βλέποντας ότι οι Πέρσες είχαν σαλπάρει προς νότο, με κατεύθυνση την πόλη τους, οι Αθηναίοι επέστρεψαν πεζή όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, φτάνοντας εγκαίρως για να αποθαρρύνουν κάθε σκέψη επίθεσης στην Αθήνα. 

Ο Ηρόδοτος αναφέρει μια ιστορία σύμφωνα με την οποία οι Πέρσες κατευθύνθηκαν προς την Αθήνα ύστερα από ένα σήμα που έλαβαν, και συγκεκριμένα τη λάμψη μιας γυαλισμένης ασπίδας στον ήλιο, που ορισμένοι Αθηναίοι ισχυρίστηκαν πως το σήμα είχαν κάνει μέλη της οικογένειας των Αλκμεωνιδών. Ωστόσο, ο Ηρόδοτος δεν θεωρεί την εκδοχή αυτή αληθινή και οι νεότεροι ιστορικοί τείνουν να συμφωνήσουν μαζί του. Μην μπορώντας να συνεχίσει τις προσπάθειές του κατά των Αθηναίων, ο Δάτης απέπλευσε για τη Μικρά Ασία, για να ανακοινώσει την αποτυχία της εκστρατείας στο βασιλιά.

Τύμβος των Μαραθωνομάχων

Όσοι Αθηναίοι έχασαν τη ζωή τους στο Μαραθώνα αποτεφρώθηκαν και οι στάχτες τους τάφηκαν σε έναν τεχνητό λοφίσκο που δημιουργήθηκε στη θέση της μάχης. Ο λοφίσκος αυτός υπάρχει και σήμερα στη θέση όπου κατά πάσα πιθανότητα έλαβε χώρα η σύγκρουση των δύο στρατών και είναι γνωστός ως Τύμβος του Μαραθώνα. Την επόμενη μέρα από τη μάχη έφτασε στο Μαραθώνα μια δύναμη 2.000 Σπαρτιατών. Πριν επιστρέψουν στην πατρίδα τους, οι Σπαρτιάτες επιθεώρησαν τους νεκρούς Πέρσες και έπλεξαν το εγκώμιο των Αθηναίων για τη νίκη τους. Μόλις βεβαιώθηκαν ότι οι περσικές δυνάμεις δεν αποτελούσαν πια απειλή γι’ αυτούς, οι Αθηναίοι γιόρτασαν τον απροσδόκητο θρίαμβό τους. Ήταν η πρώτη φορά που ένας ελληνικός στρατός είχε καταφέρει να νικήσει τον περσικό. Ειδικά για τους Αθηναίους, το γεγονός αυτό αποτελούσε και θρίαμβο για το δημοκρατικό τους πολίτευμα. 

Οι Αθηναίοι (και οι Πλαταιείς) οπλίτες είχαν νικήσει ένα μεγαλύτερο, πιο έμπειρο και πολύ πιο πειθαρχημένο στρατό, σε μια λαμπρή επίδειξη αλληλεγγύης, ανδρείας και πρωτοφανούς αποφασιστικότητας για την υπεράσπιση της πατρίδας. Όσο για τους βασιλιάδες της Περσίας, η ήττα στο Μαραθώνα αποτελούσε σημαντικό πλήγμα στα σχέδιά τους να τιμωρήσουν τους Αθηναίους και να κατακτήσουν την κυρίως Ελλάδα. Ωστόσο, ο Μαραθώνας δεν αποτελούσε την τελευταία πράξη όλης αυτής της ιστορίας.

Βιβλιογραφία

Philip de Souza – The Greek and Persian Wars 499-386 BC
History Volume 4: Persia, Greece and the Western Mediterranean c. 525 to 479 BC
Andrew Robert, Persia and the Greeks. The Defence of the West c. 546-478 BC
Creasy, Edward Shepherd (June 1851). “I. The Battle of Marathon”
Green, Peter, The Year of Salamis 480-479 BC
Plutarch, The Rise and Fall of Athens
The Persian Empire from Cyrus Il to Artaxerxes I
Hood, E. The Greek Victory at Marathon

Διαβάστε Επίσης: Η Μάχη της Μυκάλης: Η Ελληνική καταδρομική επίθεση στη Μικρά Ασία και ο αφανισμός των τελευταίων Περσικών δυνάμεων της μεγάλης στρατιάς του Ξέρξη.

Μάχη του Ποταμού Γιαρμούκ: Η ολοκληρωτική Μουσουλμανική νίκη που τερμάτισε τη Βυζαντινή κυριαρχία στη Συρία

Η Μάχη του Ποταμού Γιαρμούκ διεξήχθη στο υψίπεδο του ποταμού Ιερομύακα (Γιαρμούκ), παραπόταμου του Ιορδάνη, στη Συρία και η συμπλοκή κράτησε έξι ημέρες, από...

Η μάχη των Φιλίππων: Ο Μάρκος Αντώνιος και ο Οκταβιανός παίρνουν εκδίκηση για την δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα.

Η Μάχη των Φιλίππων ήταν η τελευταία μάχη στους Πολέμους της Δεύτερης Τριανδρίας μεταξύ των δυνάμεων του Μάρκου Αντώνιου και του Οκταβιανού εναντίων των...