Η Μάχη των Θερμοπυλών (480 π.Χ.)

Η μάχη των Θερμοπυλών αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές μάχες στην ελληνική και στην παγκόσμια ιστορία. Κυρίως όμως από ηθική άποψη είναι λαμπρό παράδειγμα αυταπάρνησης, αυτοθυσίας και υπακοής στην πατρίδα. Η μάχη έδειξε τα πλεονεκτήματα της στρατιωτικής εκπαίδευσης των Σπαρτιατών, του καλύτερου εξοπλισμού και της έξυπνης χρήσης της διαμόρφωσης του εδάφους. Οι Πέρσες είχαν χάσει στον Μαραθώνα δέκα χρόνια νωρίτερα. Γι’ αυτό ετοίμασαν μια δεύτερη εκστρατεία, ο αρχηγός τους ήταν ο Ξέρξης. Ο Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός του Θεμιστοκλής είχε την γνώμη πως τα ιδανικά πεδία μάχης ήταν τα τα στενά των Θερμοπυλών και του Αρτεμισίου. Οι Πέρσες, οι οποίοι είχαν εκατό με τριακόσιες χιλιάδες άνδρες στρατό, έφθασαν στα στενά στις αρχές του Σεπτεμβρίου.

Οι στρατιωτικές προετοιμασίες

Το περσικό σχέδιο κατακτήσεως της Ελλάδος ήταν μιά χερσαία εκστρατεία, σαν την εκστρατεία του Μαρδονίου στη Μακεδονία το 492 π.Χ. Η εκτέλεσή του απαιτούσε τεράστιες δυνάμεις στρατού οι δυνάμεις αυτές θα ακολουθούσαν τον δρόμο της ξηράς, ενώ ο στόλος θα παρακολουθούσε και θα υπεστήριζε την πορεία του. Από τα έργα που κατεσκεύασαν οι Πέρσες για να διευκολύνουν την εκστρατεία, τα σπουδαιότερα ήταν η διώρυγα του ‘Αθω και οι γέφυρες του Ελλησπόντου. Ηταν η καταστροφή του στόλου κατά το 492 πχ η οποία οδήγησε στην κατασκευή της δίωρυγας στην χερσόνησο του Αθου, μιας διώρυγας με ανεπτυγμένα (για την εποχή) τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως ή ταυτόχρονη διέλευση δύο πλοίων . Το έργο διηύθυναν δύο Πέρσες, ο Βουβάρης και ο ‘Αρταχαίης .Η κατασκευή του άρχισε τρία χρόνια πριν από την εκστρατεία. Δεύτερο μεγάλο έργο ήταν οι γέφυρες του Ελλησπόντου.

στρατιωτικές προετοιμασίες
Αναπαρασταση της Περσικής γέφυρα στον Ελλήσποντο

Σε Φοίνικες και Αίγυπτίους ανέθεσαν την κατασκευή μιάς διπλής γέφυρας από πλοία, που άρχιζε από την “Αβυδο και κατέληγε σε ένα ακρωτήριο ανάμεσα στη Σηστο και στη Μάδυτο. Με την κατασκευή της γέφυρας όμως,ήρθε και η καταστροφή της λόγω θυελλωδών ανέμων. O Ηρόδοτος αναφέρει,πως ο Ξέρξης εξοργισμένος έδωσε εντολή να μαστιγώσουν την θάλασσα. Έπειτα έριξε στη θάλασσα αλυσίδες για να τη δέσει.

Το περσικό μηχανικό, με αρχιτέκτονα τον Σάμιο “Αρπαλο, κατεσκεύασε τελικά δύο καινούργιες γέφυρες. Χρησιμοποίησαν 360 πλοία για τη μιά, 314 για την άλλη και άφησαν τρία ανοίγματα ως την τελευταία στιγμή, για να περνούν τα πλοία από το Αιγαίο στον Εύξεινο και αντιστρόφως. Σκληρά εργάσθηκε επίσης η επιμελητεία. Τρόφιμα και εφόδια, που συγκεντρώθηκαν με επιτάξεις από όλη την περσική αυτοκρατορία. Μεταφέρθηκαν με μεταγωγικά σε πέντε κεντρικές βάσεις ανεφοδιασμού, που εγκαταστάθηκαν στις πιο κατάλληλες τοποθεσίες : στη Λευκή Ακτή (στη θρακική παραλία του Ελλησπόντου), στην Τυρόδιζα (στη Βιστονίδα λίμνη), στον Δορίσκο (στις εκβολές του “Έβρου), στην ‘Ηιόνα (στις εκβολές του Στρυμόνος) και στη Θέρμη (Θεσσαλονίκη).

Διαβάστε Επίσης: Κύρος ο Μέγας: Ο χαρισματικός ηγέτης που κατέκτησε τα βασίλεια της Μέσης Ανατολής και ίδρυσε την Περσική Αυτοκρατορία

Το σχέδιο του Ξέρξη

Το σχέδιο του Ξέρξη σε χάρτη

Η κινητοποίηση των περσικών δυνάμεων έγινε μέσα στο καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 481 π.Χ. Το σχέδιο του Μεγάλου Βασιλέως ήταν σχετικά απλό.Η συντριβή της κυρίως Ελλάδος με τον όγκο των περσικών δυνάμεων σε μια συνδυασμένη ενέργεια στρατού και στόλου. “Ο στρατός του θα προχωρούσε σαν οδοστρωτήρας κατά μήκος των παραλιακών οδών, ενώ ο στόλος θα τον παρακολουθούσε, για να εμποδίζει πιθανές εχθρικές ενέργειες του ελληνικού στόλου, να εξασφαλίζει τον ανεφοδιασμό και να διενεργεί αποβάσεις στρατού πίσω από την κύρια αμυντική γραμμή των Ελλήνων. Τέτοιες αποβάσεις και επιδρομές στα νώτα των ελληνικών θέσεων και στην Πελοπόννησο, που ήταν φαίνεται και διαρκης φόβος των Ελλήνων. Δεν μπόρεσαν τελικά να πραγματοποιήσουν οι Πέρσες, γιατί δεν κατόρθωσαν να εξουδετερώσουν τον ελληνικό στόλο.

Συγχρόνως ο Πέρσης μονάρχης ήλπιζε να μείνει ανενόχλητος από τους Έλληνες της Σικελίας και της Νότιας Ιταλίας, που θα ήταν απασχολημένοι στον πόλεμο με τους Καρχηδονίους. Ωστόσο ο Ξέρξης δεν γνωρίζει την Ελλάδα: τη φύση της χώρας, το θάρρος των κατοίκων της, τη γενναιότητα και την αγάπη τους για την ελευθερία. Αυτοί οι παράγοντες, που τους αγνοεί, θα προκαλέσουν την ανατροπή των σχεδίων του. 

Ελληνικές προετοιμασίες

Οι περισσότερες πόλεις (με εξαίρεση την Αθήνα) δεν υποπτεύθηκαν νωρίς τον περσικό κίνδυνο. Αλλά το φθινόπωρο του 481 π.Χ. φάνηκε ότι οι Πέρσες θα επιχειρούσαν μια νέα εκστρατεία. Δύο μεγάλες ελληνικές πόλεις, η Αθήνα και η Σπάρτη, αποφασιστικά επιχειρούν να συνενώσουν γύρω τους όλες τις άλλες πόλεις και να οργανώσουν την άμυνα. Η Αθήνα μετά τον Μαραθώνα περίμενε πάντοτε μια νέα επίθεση των Περσών, ενώ η Σπάρτη γνώριζε ότι μια περσική νίκη θα οδηγούσε στο τέλος της κυριαρχίας της στην Πελοπόννησο.

Το ίδιο άλλωστε θα σήμαινε και μια νέα αθηναϊκή νίκη κατά των Περσών, χωρίς τη βοήθειά της. Οι δύο αυτές πόλεις αντιπροσώπευαν τις σημαντικότερες δυνάμεις της Ελλάδος : η πρώτη με τον καινούργιο στόλο, η δεύτερη με τον καλύτερο στρατό. Είδαμε την προετοιμασία των Αθηναίων για τον πόλεμο μετά το 483 π.Χ. : χάρη στον Θεμιστοκλή ναυπηγήθηκε ο στόλος των 200 τριήρων. Την ίδια εποχή καμμιά προετοιμασία δεν μας είναι γνωστή στη Σπάρτη. Φαίνεται ότι οι Σπαρτιάτες είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη στον στρατό τους ίσως και στο φυσικό οχυρό, που αποτελούσε ο Ισθμός της Κορίνθου. “Όταν ήλθαν από την Ασία συγκεκριμένες πληροφορίες για τις συγκεντρώσεις του περσικού στρατού και στόλου, για τη γέφυρα του Ελλησπόντου, για τη διώρυγα του “Αθω και για την άφιξη του Ξέρξη στις Σάρδεις, δεν έμενε πιά αμφιβολία για την αμεσότητα του κινδύνου.

Η Αθήνα και η Σπάρτη συνεννοήθηκαν για να αντιμετωπίσουν ενωμένες τους Πέρσες, που άλλωστε στρέφονταν ιδιαίτερα εναντίον τους. Τα συμφέροντα και τα ιδανικά τους συνέπιπταν : η Αθήνα κινδύνευε να υποδουλωθεί και να εξανδραποδισθεί: η Σπάρτη φοβόταν το λιγότερο την παλινόρθωση του Δημαράτου και την απώλεια της ηγεμονίας της στην Πελοπόννησο. Την ενότητα των δύο πόλεων την επέβαλαν οι περιστάσεις. Αλλά μπροστά στο μέγεθος του κινδύνου προσπάθησαν να συνενώσουν γύρω τους και όλους τους “Έλληνες.

Το συνέδριο της Κορίνθου

Στο τέλος του φθινοπώρου του 481 π.Χ. η Σπάρτη και η Αθήνα απεφάσισαν τη σύγκληση συνεδρίου των ελληνικών πόλεων, για να ληφθούν αποφάσεις εναντίον της περσικής εισβολής. Δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθεί καμμιά από τις ενώσεις πόλεων που προϋπήρχαν, όπως π.χ. η Δελφική ‘Αμφικτυονία ή η Πελοποννησιακή συμμαχία, γιατί ήταν αρκετά περιωρισμένες, με πολύ χαλαρή οργάνωση η πρώτη μάλιστα ήταν ύποπτη μηδισμού. Χρειαζόταν μια πανελλήνια συμμαχία. Η Σπάρτη πήρε την πρωτοβουλία του συνεδρίου : κάλεσε όλες τις πόλεις, εκτός από την Κυρήνη, τη Μασσαλία και τις αποικίες της και εκτός από τις πόλεις που είχαν υποταχθή ήδη στους Πέρσες. Οι πόλεις έπρεπε να στείλουν τους αντιπροσώπους στον ναό του Ποσειδώνος, στον Ισθμό της Κορίνθου.

Στο σχέδιο της εθνικής άμυνας προσχώρησαν αμέσως οι πόλεις που ανήκαν στην επιρροή της Σπάρτης και της Αθήνας : οι πόλεις της Πελοποννησιακής συμμαχίας, οι Πλαταιές, οι Θεσπιές. Αλλά, πολλές πόλεις δεν απάντησαν στην πρόσκληση. Πολύ λίγα γνωρίζουμε για τις εργασίες του συνεδρίου. Οι αντιπρόσωποι των πόλεων, οι σύνεδροι (ο Ηρόδοτος, που τους ονομάζει προβούλους, μεταχειρίζεται μάλλον ιωνικό όρο), πρόσφεραν την προεδρία στη Σπάρτη, την πόλη με τον ισχυρότερο στρατό. Η πρώτη απόφαση, που πήρε το συνέδριο ύστερα από πρόταση του Θεμιστοκλέους και του Χίλεου του Τεγεάτη, ήταν η γενική συμφιλίωση, η ειρήνη μεταξύ των Ελλήνων σαν πρώτο βήμα αποκαθιστούν φιλικές σχέσεις οι Αθηναίοι και οι Αiγινήτες. Κατόπιν, τριάντα μία ελληνικές πόλεις αποφασίζουν αμυντική συμμαχία εναντίον των Περσών και την επισημοποιούν με όρκο.

Ρυθμίζουν επίσης τις στρατιωτικές δυνάμεις που πρέπει να χορηγήση κάθε πόλη. Αποφασίζουν την οργάνωση κατασκοπείας και στέλνουν πρέσβεις στις πόλεις που αρνήθηκαν να εκπροσωπηθούν στο συνέδριο (στο “Αργος, στις Συρακούσες, στην Κέρκυρα και στις πόλεις της Κρήτης). Η έκκληση αυτή δεν είχε κανένα αποτέλεσμα: το “Αργος πρόβαλε απαράδεκτες απαιτήσεις για ηγεσία, για να κρύψει τα φιλοπερσικά του αισθήματα και παρέμεινε ουδέτερο. Ο Γέλων των Συρακουσών δεν θέλησε να στείλει βοήθεια στους “Έλληνες, γιατί φοβόταν επίθεση των Καρχηδονίων. Κατά τον Ηρόδοτο, αξίωσε και αυτός την αρχιστρατηγία ως όρο για την παροχή βοηθείας. Η Κέρκυρα, πλούσια και εγωιστική, ενώ υποσχέθηκε βοήθεια, άλλαξε γνώμη. “Έστειλε 60 πλοία στις ακτές της Πελοποννήσου με την εντολή να περιμένουν την έκβαση του αγώνος.

Το μαντείο των Δελφών με τους χρησμούς του ενίσχυσε και τους Κρήτες (όπως και το Αργος) στην αρνητική τους στάση. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι έγινε αποστολή τριών κατασκόπων στις Σάρδεις, όπου όμως έπεσαν στα χέρια των Περσών. Θα έπρεπε ασφαλώς να εκτελεσθούν, αλλά ο Ξέρξης τους ελευθέρωσε και τους έστειλε πίσω, αφού τους έδειξε όλες τις προετοιμασίες, με την ελπίδα ότι οι διηγήσεις τους θα προκαλούσαν αποθάρρυνση των Ελλήνων και θα οδηγούσαν στην υποταγή τους χωρίς πόλεμο.

Παρ’ όλα αυτά, η πανελλήνια συμμαχία και το συνέδριο της Κορίνθου ήταν μια μεγάλη επιτυχία και έμεινε πάντα ζωηρή στην ιστορική ανάμνηση των Ελλήνων οι ιστορικοί, οι ρήτορες και οι ποιηταί ύμνησαν την ομόνοια ανάμεσα στους Έλληνες και τον κοινό αγώνα κατά των “βαρβάρων”. “Έτσι, όταν το 338 π.Χ. θέλησε ο Φίλιππος να επιχειρήσει τη μεγάλη εκστρατεία του εναντίον των Περσών, μετά τη νίκη του στη Χαιρώνεια, την Κόρινθο διάλεξε για έδρα του συνεδρίου, του «κοινού των Ελλήνων». Και αυτό δεν πρέπει να ήταν τυχαίο ο Φίλιππος ήθελε να τονίσω ότι ο επιθετικός πόλεμος που θα επιχειρούσε κατά της Ασίας ήταν η συνέχεια του μεγάλου αμυντικού πολέμου του 480 π.Χ.

Διαβάστε Επίσης: Μάχη του Μαραθώνα: Η πρώτη νικηφόρα μάχη των Ελληνων εναντίων των Περσών.

Το θέμα της ηγεσίας των Ελλήνων

Στις δραματικές αυτές περιστάσεις ή Σπάρτη και η Αθήνα έδειξαν την ικανότητά τους να οδηγήσουν όλες τις άλλες ελληνικές πόλεις. Η Αθήνα ιδιαίτερα θυσίασε όλες τις φιλοδοξίες της και δέχθηκε τη σπαρτιατική ηγεσία όχι μόνο στην ξηρά, φυσικό άλλωστε, αλλά και στη θάλασσα, που κανονικά ανήκε στους Αθηναίους, αφού διέθεταν τον ισχυρότερο στόλο. Ο βασιλιάς της Σπάρτης Λεωνίδας ανέλαβε την άρχιστρατηγία του στρατού της ξηράς και ο Ευρυβιάδης την ηγεσία του στόλου. Αυτή τη στιγμή, ή ίσως λίγο νωρίτερα, τοποθετείται η ανάκληση των ώστρακισμένων στην Αθήνα. Έτσι εξηγείται η δράση του Αριστείδη στην Ψυττάλεια : πρέπει να είχε ήδη εκλεγεί στρατηγός, αφού έλαβε μέρος στη ναυμαχία της Σαλαμίνας.

“Όλοι οι ώστρακισμένοι γύρισαν στην Αθήνα, εκτός από τον “Ιππαρχο Χάρμου, που πιθανώτατα είχε ήδη καταφύγει στην αυλή του Ξέρξη. Η συμφιλίωση αυτή των κομμάτων και των πολιτικών ανδρών δείχνει ότι οι διαφορές περιωρίζονταν στην εσωτερική πολιτική κυρίως, ενώ εμπρός στον εξωτερικό εχθρό όλοι είχαν την ίδια απόφαση για αγώνα.

Η Ελληνική άμυνα

“Η μεγαλύτερη δυσκολία που είχε να αντιμετωπίσει η ελληνική άμυνα, ήταν η μεγάλη αριθμητική υπεροχή των Περσών. Σε αυτό το βασικό μειονέκτημα πρέπει να προστεθούν και άλλα. Η έλλειψη ιππικού και, το σπουδαιότερο, η απουσία μιας πραγματικά ένιαίας στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας. Αλλά ευτυχώς τα μειονεκτήματα αυτά αντισταθμίζονταν από ουσιαστικά πλεονεκτήματα. Οι Έλληνες αγωνίζονται για τη χώρα τους και την ελευθερία τους, γνωρίζουν το έδαφος, τους δρόμους, τα μονοπάτια, είναι γυμνασμένοι και έτοιμοι για πόλεμο. Το πεζικό τους, οι οπλίτες, είναι συνηθισμένοι στις πορείες με βαρύ οπλισμό, είναι ευκίνητο.

Τα όπλα τους είναι βαρύτερα και αποτελεσματικότερα από τα περσικά. Έχουν εμπιστοσύνη στην τακτική τους, στην επίθεση, όπου η φάλαγγα των οπλιτών, αποτελεί ένα κινούμενο «μεταλλικό τείχος» από ασπίδες και δόρατα. Έχουν εμπιστοσύνη στους αρχηγούς τους. Αυτή ακριβώς η υπεροχή του ηθικού και της τακτικής θα δώσει τη νίκη στους Έλληνες. Με τον πατριωτισμό, την τόλμη και την πρωτοβουλία τους οι Έλληνες ελεύθεροι θα αντιμετωπίσουν τον όγκο των εισβολέων και θα νικήσουν.

Το σχέδιο των Ελλήνων

Το συνέδριο του Ισθμού μάταια προσπάθησε να συντάξει σχέδιο επιχειρήσεων. “Όταν διαλύθηκε, στις αρχές του χειμώνα, τίποτε δεν είχε αποφασισθεί. “Όλοι ήταν σύμφωνοι να εφαρμοσθεί αμυντική τακτική, αλλά κάθε πόλη ήθελε να επιβάλει εκείνο που εξυπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντά της. Εξετάσθηκαν τρείς φυσικές αμυντικές γραμμές, που μπορούσαν να φράξουν την κάθοδο των Περσών (η τέταρτη, του Κιθαιρώνος, επειδή και ασθενέστερη ήταν και προστάτευε μόνο την Αττική, παραμερίσθηκε αμέσως). Η πρώτη, η γραμμή των Τεμπών. Εκάλυπτε όλο το έδαφος της ελεύθερης Ελλάδος, αλλά προϋπέθετε τη βοήθεια των Θεσσαλών και ήταν δυνατόν να υπερφαλαγγισθεί από τα δυτικά.

Η γραμμή των Θερμοπυλών ήταν η ισχυρότερη από όλες, αλλά προστάτευε μόνο την Κεντρική Ελλάδα. Η γραμμή του Ισθμού, που προτιμούσαν οι Πελοποννήσιοι, ήταν πολύ αποτελεσματική, εφ’ όσον οι Έλληνες θα εμπόδιζαν με τον στόλο τους αποβάσεις στην Πελοπόννησο (ιδιαίτερα στη φιλοπερσική ‘Αργολίδα). Διαδοχικά οι Έλληνες θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευθούν τις τρεις αυτές αμυντικές γραμμές.

Ο Περσικός στρατός

Ο περσικός στρατός ήταν οπωσδήποτε τεράστιος για την εποχή εκείνη. Τον μεγάλωσε όμως, όπως ήταν φυσικό, ο φόβος και η φαντασία.

“Ο Αισχύλος λέγει ότι η ‘Ασία άδειασε από όλους τους άρρενες και ο Ηρόδοτος μιλά για ένα τερατώδες ανθρώπινο κοπάδι, που ο βασιλεύς ωθεί στην κατάκτηση της οικουμένης.

Ο τεράστιος αυτός στρατός αποτελείται από εθνικές ομάδες που διέφεραν στη γλώσσα, στην ενδυμασία, στον οπλισμό, στην τακτική. Ο Ηρόδοτος παραδίδει τα ονόματα όλων αυτών των λαών. Ηταν: Μήδοι, Πέρσαι, Κίσσιοι, Υρκάνιοι, ‘Ασσύριοι, Χαλδαίοι, Βάκτριοι, “Αριοι, Σάκαι, Κάσπιοι, Πάκτυες, ‘Αράβιοι, Ινδοί, Αιθίοπες, Λίβυες, Μυσοί, Θράκες, Λυδοί, Παφλαγόνες, Φρύγες, Αρμένιοι, Καππαδόκαι, Κόλχοι, Μιλύαι, Μόσχοι, Πάρθοι, Χοράσμιοι, Σόγδοι, Γανδάριοι, Δαδίκαι, Σαράγγαι, Ούτιοι, Μύκοι, Παρικάνιοι, Λίγυες, Ματιανοί, Μαριανδυνοί, Πισίδαι, Καβηλείς, Κίλικες, Τιβαρηνοί, Μάκρωνες, Μοσσύνοικοι, Μάρες, Αλαρόδιοι, Σάσπειρες και «τά νησιωτικά έθνεα τα εκ της Ερυθράς Θαλάσσης επόμενα».

Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Πέρσες είχαν στη διάθεση τους 2,6 εκατομμύρια στρατιώτες, καθώς και βοηθητικά σώματα. Ο ποιητής Σιμωνίδης ο Κείος, ο οποίος έζησε την περίοδο της μάχης. Γράφει ότι οι Πέρσες είχαν στη διάθεση τους 4 εκατομμύρια άνδρες. Απ’ την άλλη, ο Κτησίας κάνει λόγο για 800.000 στρατιώτες. Αυτοί οι αριθμοί έχουν απορριφθεί από τους σύγχρονους ιστορικούς.Οι οποίοι θεωρούν ότι οι Πέρσες είχαν 70 με 300 χιλιάδες άνδρες

Ο Ελληνικός στρατός

Ο Ελληνικός στρατός οι 300
Η Οπλιτική φάλαγγα ήταν πολεμική τακτική που άρχισαν να χρησιμοποιούν οι Έλληνες κατά τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Περιλάμβανε τους μαζικούς σχηματισμούς από βαριά οπλισμένο πεζικό , τους λεγόμενους οπλίτες. Οι οπλίτες πολεμούσαν σε σχηματισμό κατά φάλαγγα .

Όταν έφτασαν τα νέα της εισβολής στην Ελλάδα, η αρχική αντίδραση των Ελλήνων ήταν να στείλουν μια δύναμη 10.000 οπλιτών. Να περιμένουν στην κοιλάδα των Τεμπών, κοντά στον Όλυμπο, αλλά αυτοί υποχώρησαν μόλις διαφάνηκε ο τεράστιος όγκος του στρατού εισβολής. Τότε, μετά από πολλή συζήτηση και συμβιβασμούς μεταξύ των καχύποπτων ελληνικών πόλεων – κρατών, μια κοινή στρατιωτική δύναμη 6.000 – 7.000 ανδρών εστάλη για να υπερασπιστεί το στενό των Θερμοπυλών. Από το οποίο έπρεπε να περάσουν οι Πέρσες για να μπουν στην Ελλάδα. Οι ελληνικές δυνάμεις περιλάμβαναν, 300 Σπαρτιάτες με τους είλωτές τους, 2.120 Αρκάδες, 1.000 Λοκρούς, 1.000 Φωκείς, 700 Θεσπιείς, 400 Κορίνθιους, 400 Θηβαίους, 200 άνδρες από τον Φλειούντα και 80 Μυκηναίους.

Η Μάχη των Θερμοπυλών

Η αποστολή του ελληνικού στρατού, που είχε εγκατασταθεί στο στενό των Θερμοπυλών, ήταν καθαρά αμυντική. Να κρατήσει τις θέσεις του και να καλύψει έτσι τη νοτιότερη Ελλάδα, εμποδίζοντας τη διάβαση στον εχθρικό στρατό. Ο περσικός στρατός, στρατοπεδευμένος στην Τραχίνια, στην ευρύχωρη περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Μέλανα και Ασωπό, και σε απόσταση τεσσάρων ως πέντε χιλιομέτρων από τις Θερμοπύλες, περέμεινε επί τέσσερες ημέρες ακίνητος. Ο Ξέρξης καθυστέρησε την προώθησή του στη Νότια Ελλάδα για να ξεκουράσει τον στρατό του. Προ παντός όμως γιατί είχε σχεδιάσει να εξαπολύσει συντονισμένη επίθεση και από ξηρά και από θάλασσα και περίμενε έτσι να φθάσει στα στενά του ‘Αρτεμισίου ο στόλος του, που καθυστέρησε ακριβώς τέσσερες ημέρες, εξ αιτίας της μεγάλης καταστροφής στις ακτές του Πηλίου.

Ίσως ακόμη καθυστέρησε την επίθεση. Ο Ξέρξης με την ελπίδα ότι οι Έλληνες τρομοκρατημένοι από τον όγκο του περσικού στρατού, θα αποσύρονταν από τα στενά των Θερμοπυλών, όπως είχαν αποσυρθεί και από τα Τέμπη.

Αλλά οι προσδοκίες του Ξέρξη ήταν μάταιες. Και όταν έστειλε κήρυκες και ζήτησε από τους ολίγους Έλληνες να παραδώσουν τα όπλα, συνάντησε κατηγορηματική άρνηση. ‘Ελαβε από τον Λεωνίδα, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος, την αγέρωχη απάντηση : «Μολών λαβέ». Η απάντηση αυτή, με την επιγραμματική λακωνικότητά της ήταν αντάξια του αυστηρού και υπερήφανου ήθους και του υψηλού πολεμικού φρονήματος της Σπάρτης. Έμεινε στην ιστορία δικαιολογημένα ώς η ενδοξότερη φράση πολεμικού ηγέτη.

Η πρώτη ημέρα της μάχης

χάρτης Θερμοπυλών

Ο Ξέρξης την πέμπτη ημέρα από την άφιξή του στην Τραχίνια, «θυμωθείς», δίνει διαταγή επιθέσεως, πιστεύοντας ακόμη, παρά την προειδοποίηση του Δημαράτου. Ότι η συντριβή των ολίγων «αναιδών» Ελλήνων θα ήταν εύκολη υπόθεση, και παραγγέλλει να τους συλλάβουν και να τους φέρουν ζωντανούς ενώπιόν του. Η επίθεση εξαπολύεται σφοδρή και οι Μήδοι ορμούν κατά κύματα εναντίον των Ελλήνων, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Παρά τις επανειλημμένες και ισχυρές συγκρούσεις, που στοίχισαν βαριές απώλειες, δεν κατόρθωσαν να κλονίσουν και να απωθήσουν τους Έλληνες. Και, όταν οι Μήδοι, που δοκιμάσθηκαν τραχύτατα, αποσύρθηκαν, τους αντικατέστησαν στην επίθεση οι Πέρσες. Ο Ξέρξης έριξε στον αγώνα το επίλεκτο περσικό σώμα των Αθανάτων, με αρχηγό τον Υδάρνη. Αλλά και αυτοί είχαν την ίδια τύχη. Η ήττα του περσικού στρατού ώφειλόταν : στην υπεροχή του οπλισμού των Ελλήνων και ειδικά στα μακρύτερα και ισχυρότερα δόρατα, όπως και στις ασπίδες και στα άλλα αμυντικά όπλα. Καθώς και στην αδυναμία των Περσών να χρησιμοποιούν στις επιθέσεις μεγάλο αριθμό ανδρών, εξ αιτίας της στενότητος του χώρου επίσης στην αδυναμία τους, για τον ίδιο λόγο, να αξιοποιήσουν το όπλο όπου υπερείχαν, τα τόξα δηλαδή, καθώς η μάχη εξελισσόταν γρήγορα σε αγώνα εκ του συστάδην και ακόμη στην εξαιρετική απόδοση των Ελλήνων ως πολεμιστών και ιδιαίτερα των Σπαρτιατών.

Έτσι η απόκρουση των Περσών φαινόταν εξασφαλισμένη και η φύλαξη της διόδου ασφαλής. Αλλά ο Λεωνίδας δεν περιοριζόταν στην εκπλήρωση της στενά αμυντικής αποστολής. Αποβλέποντας στη μεγαλύτερη δυνατή φθορά του εχθρού και επιδιώκοντας την πλήρη αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων των ελληνικών στρατευμάτων, εφάρμοσε ειδική τακτική μάχης, προσαρμοσμένη στις ιδιότητες του εδάφους. Διέθετε σπουδαίο πολεμικό όργανο, τους Έλληνες οπλίτες, ανώτερους γενικά από τους αντιπάλους στον αγώνα εκ του συστάδην. Υπερείχαν συντριπτικά κυρίως στην ομαδική δράση, καθώς ήταν συντεταγμένοι στη φάλαγγα των οπλιτών, σχηματισμό ισχυρότατο στην άμυνα, αλλά πολύ αποδοτικότερο στην επίθεση.

Έπρεπε συνεπώς να δημιουργηθούν, με κατάλληλη τακτική, συνθήκες που να επιτρέπουν στους Έλληνες οπλίτες να μάχονται και επιθετικά. Απεφάσισε λοιπόν να αξιοποιήση το μήκος της εδαφικής ζώνης, όπου διεξαγόταν η μάχη, για να αποτελέσει τον κύριο άξονά της, και να κινεί σε αυτό τον χώρο τα τμήματά του και προς τα εμπρός και προς τα πίσω. Ώστε να παρασύρεται στη σύγκρουση και στην εξόντωση μεγάλος αριθμός πολεμιστών του εχθρού.

Η τακτική

Διαβάστε Επίσης: Η Μάχη των Πλαταιών: Ο Ελληνικός συνασπισμός εξολοθρεύει την περσική απειλή και περνάει στην αντεπίθεση.

Για την εφαρμογή της ειδικής αυτής τακτικής, που περιείχε ένα είδος στρατηγήματος, ο Λεωνίδας χρησιμοποίησε κυρίως τους Τριακοσίους Σπαρτιάτες. Στρατιωτικό σώμα επίλεκτο, με ηθικό υψηλό στον ανώτερο βαθμό και με πειθαρχία απόλυτη. Ασκημένο εξαίρετα και ικανό έτσι να πραγματοποιεί κινήσεις στο πεδίο της μάχης με την ακρίβεια στρατιωτικών γυμνασίων. Οι Σπαρτιάτες προχωρούσαν προς την κατεύθυνση του εχθρού και αφού έφθαναν στις γραμμές του, υποχωρούσαν. Παρασύροντας με την απατηλή κίνηση υποχωρήσεως μεγάλο πλήθος των εχθρών προς την κατεύθυνση του ελληνικού στρατοπέδου. Σε ορισμένη στιγμή, όταν τους είχαν παρασύρει αρκετά, αναστρέφονταν απότομα και ενεργούσαν ορμητική επίθεση εναντίον των Περσών, καθώς ήταν συσσωρευμένοι σε μεγάλο αριθμό στον επιμήκη στενό χώρο. Επακολουθούσε ανατροπή των πρώτων γραμμών των εχθρών. Σύνθλιψη των υπολοίπων, με αποτέλεσμα βαριές απώλειες, καθώς είχαν δώσει στόχο προχωρώντας πολυάριθμοι προς τις ελληνικές γραμμές. Είχαν βέβαια στις συγκρούσεις αυτές και οι Σπαρτιάτες απώλειες, αλλά μικρές.

Η τακτική αυτή εφαρμόσθηκε επανειλημμένως και κάθε φορά οι Πέρσες αποσύρονταν ηττημένοι. Ο Ξέρξης που παρακολουθούσε τη μάχη, τρείς φορές ανεπήδησε από τον θρόνο του. Έκπληκτος και τρομαγμένος, βλέποντας την εξόντωση και την υποχώρηση των περσικών τμημάτων, και φοβήθηκε για την τύχη της στρατιάς.

Η δεύτερη ημέρα

Αυτή ήταν η πορεία της μάχης ως το τέλος της πρώτης ημέρας. Την επομένη, οι Πέρσες εξακολούθησαν τις επιθέσεις με την ίδια σφοδρότητα. Πιστεύοντας ότι οι Έλληνες, που ήταν λίγοι, θα έπαυαν, εξ αιτίας των απωλειών τους, να μάχωνται και θα υπέκυπταν. Αλλά οι Έλληνες αγωνίζονταν ακμαίοι, συντεταγμένοι «κατά τάξεις και κατά έθνεα» και εναλλασσόμενοι στη μάχη. Έτσι, και η δεύτερη ημέρα διέρρευσε, όπως και η πρώτη. Οι Πέρσες τίποτε καλύτερο δεν μπόρεσαν να επιτύχουν και δεν επενόησαν τίποτε διαφορετικό από ό,τι την πρώτη ημέρα. ‘Αναγκάζονταν και πάλι να υποχωρούν. Και μάλιστα με βαρύτατες απώλειες, ενώ οι απώλειες των Ελλήνων εξακολουθούσαν να είναι μικρές. Ο ρυθμός της μάχης και ειδικά των απωλειών των Ελλήνων έδειχναν, ότι θα ήταν ικανοί να αμύνονται θεωρητικά επ’ άπειρον και να δεχθούν εν τω μεταξύ σοβαρές ενισχύσεις. Ο Ξέρξης έβλεπε να εξοντώνονταιχωρίς αποτέλεσμα τα επίλεκτα τμήματά του και είχε φθάσει σε αδιέξοδο.

Η κύκλωση. Η προδοσία του Εφιάλτη

η πορεία του στρατού σε χάρτη

Τότε ακριβώς, το απόγευμα της δεύτερης ημέρας της μάχης παρουσιάσθηκε στο στρατόπεδο των Περσών ο Eφιάλτης. Ο οποίος απεκάλυψε την ύπαρξη της ‘Ανοπαίας ατραπού και προσφέρθηκε να οδηγήσει σε αυτή τμήματα του περσικού στρατού. Ο Ξέρξης, «περιχαρής γενόμενος», διέθεσε για τον κυκλωτικό ελιγμό το επίλεκτο περσικό σώμα των Αθανάτων με αρχηγό τον Υδάρνη. Τήν εσπέρα της ίδιας ημέρας, ξεκίνησε από το περσικό στρατόπεδο και Υδάρνης. Με το σώμα των Αθανάτων και με οδηγό τον Εφιάλτη πέρασε τον Ασωπό ποταμό. Ακολούθησε την ατραπό και έφθασε την αυγή στο υψηλότερο σημείο της.

Εκεί αντίκρυσε τους Φωκείς, που μόλις είχαν αντιληφθεί την προσέγγιση των Περσών από τον κρότο των βημάτων επάνω στα ξερά φύλλα και έσπευδαν να οπλισθούν για να πολεμήσουν. Ο Υδάρνης στάθηκε για λίγο ξαφνιασμένος. Καθώς δεν περίμενε να συναντήσει στρατό, και ρώτησε μήπως αυτοί που φρουρούσαν την ατραπό ήταν Σπαρτιάτες. Ο Εφιάλτης τον καθησύχασε. Και τότε ο Υδάρνης ανέπτυξε τα τμήματά του για επίθεση και άρχισε να βάλει τους Φωκείς με πυκνά τοξεύματα. Εκείνοι, αιφνιδιασμένοι από την εμφάνιση των Περσών και απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν τη βροχή των βελών, αποσύρθηκαν προς την κορυφή του βουνού, για να αμυνθούν από εκεί καλύτερα.

Αλλά και Υδάρνης δεν χρονοτρίβησε με τους Φωκείς. Αδιαφορώντας γι’ αυτούς, όταν αποσύρθηκαν από τις αρχικές θέσεις τους και άφησαν ελεύθερη την ατραπό. Ώρμησε εμπρός και συνέχισε την πορεία του. Ακολουθώντας τώρα το κατωφερές τμήμα της ατραπού και προχωρώντας με ταχύτητα για να συμπληρώσει την κύκλωση. Από τη στιγμή που οι Πέρσες έμαθαν την ύπαρξη της ‘Ανοπαίας ατραπού και ο Υδάρνης προσπέρασε τους Φωκείς και κατευθυνόταν προς τα μετόπισθεν των θέσεων του Λεωνίδα, ο αμυντικός αγώνας των Ελλήνων στη γραμμή Θερμοπυλών – ‘Αρτεμισίου έπαιρνε νέα τροπή. Δραματική για τους Έλληνες και ιδιαίτερα τους υπερασπιστές των Θερμοπυλών.

Η τρίτη ημέρα

Ο Λεωνίδας και οι άλλοι Έλληνες αρχηγοί στις Θερμοπύλες πληροφορήθηκαν εγκαίρως τον κυκλωτικό ελιγμό του Υδάρνη. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, πρώτος ο μάντης Μεγιστίας προείπε ότι οι Έλληνες έμελλε να πεθάνουν την αυγή. Έπειτα αυτόμoλοι από το περσικό στρατόπεδο, “Έλληνες ασφαλώς, ανήγγειλαν, τη νύκτα, ότι είχε ξεκινήσει ο Υδάρνης για να προχωρήσει από την ατραπό. Τέλος, οι «ημεροσκόποι» τρέχοντας έφεραν την είδηση. Λίγο ύστερα από την αυγή, ότι ο Υδάρνης είχε προσπεράσει τους Φωκείς και κατερχόταν από το βουνό. Ήδη από τη νύκτα οι Έλληνες αρχηγοί άρχισαν να συσκέπτονται για την αντιμετώπιση της νέας καταστάσεως. Οι γνώμες διχάσθηκαν.

Άλλοι, με κριτήρια στενά στρατιωτικά, φρονούσαν, ότι, εφ’ όσον δεν υπήρχε πλέον δυνατότητα για επιτυχή συνέχιση της μαχης, έπρεπε να εγκαταλειφθεί εγκαίρως το στενό, ώστε να διασωθούν τα ελληνικά τμήματα. ‘Αλλοι, και κατ’ εξοχήν ο Λεωνίδας και οι Σπαρτιάτες, υποστήριζαν ότι έπρεπε να παραμείνουν στη θέση τους. Τελικά, ο Λεωνίδας, όπως γράφει ο Ηρόδοτος, επειδή κατάλαβε ότι οι σύμμαχοι ήταν απρόθυμοι να διακινδυνεύσουν και θέλοντας να τους περισώσει, τους διέταξε να αποχωρήσουν και έτσι να σωθούν. Ο ίδιος και οι Τριακόσιοι Σπαρτιάτες θα παρέμεναν να συνεχίσουν τον αγώνα μέχρι τέλους. Γιατί αυτό υπαγόρευε η στρατιωτική τιμή και ο νόμος της Σπάρτης.

Οι σύμμαχοι

Οι σύμμαχοι αποχώρησαν πράγματι εγκαίρως και κατευθύνθηκαν χωριστά στις πόλεις τους. Δεν έφυγαν όμως όλοι. Οι επτακόσιοι Θεσπιείς με τον αρχηγό τους Δημόφιλο Διαδρόμου, εμπνεόμενοι από το παράδειγμα των Σπαρτιατών δείχνοντας εξαιρετική φιλοτιμία και υψηλό πνεύμα αλληλεγγύης προς τους συμπολεμιστές, αρνηθηκαν να εγκαταλείψουν τον Λεωνίδα και τους Τριακοσίους. Παρέμειναν να αγωνισθούν πλάι τους και να συμμερισθούν τη θυσία και τη δόξα τους. Την ίδια στάση τήρησε και ο μάντης του στρατού, Ακαρναν Μεγιστίας, που αρκέσθηκε να απομακρύνει τον μονογενή γιό του. Έμειναν εκεί και οι τετρακόσιοι Θηβαίοι, αλλά αυτοί πιθανότατα παρά τη θέλησή τους. Μια νέα φάση της μάχης των Θερμοπυλών, η ενδοξότερη, άρχιζε τώρα.

Προοπτική νίκης είτε σωτηρίας των ελληνικών τμημάτων δεν υπήρχε. Ήταν προδιαγραμμένη όχι μόνο η τύχη των Ελλήνων πολεμιστών, που παρέμειναν εθελοντικά να αγωνισθούν μέχρις εσχάτων, αλλά και η έκβαση της μάχης και τα χρονικά της όρια. “Ο Λεωνίδας, ύστερα από την αναχώρηση των περισσοτέρων συμμάχων, διέθετε δύναμη χιλίων περίπου οπλιτών. Τους τριακοσίους Σπαρτιάτες και τους επτακοσίους Θεσπιείς. Και διέθετε, το κυριότερο, λίγες μόνο ώρες για τη συνέχιση του αγώνος, τις ώρες που απέμεναν ώσπου να φθάσει από την ατραπο ο Υδάρνης με τους Αθανάτους.

Η Απόφαση

η μάχη των Θερμοπυλών

Γνώριζε πολύ καλά ο Λεωνίδας, ότι με την απόφασή του να παραμείνει ακλόνητος στη θέση του με τους τριακοσίους και τη βέβαιη θυσία τους, εξασφάλιζε μεγάλη δόξα και ηθική αίγλη στη Σπάρτη. Αποφασισμένος όμως να προσφέρει επί πλέον ως την τελευταία στιγμή τις μεγαλύτερες δυνατές υπηρεσίες στη Σπάρτη και στην Ελλάδα. Επεδίωξε να αξιοποιήσει κατά τον αποδοτικότερο τρόπο τις λίγες στρατιωτικές δυνάμεις και το λίγο χρόνο που του απέμεναν.

Η εκπλήρωση της βασικής αποστολής, ή παρεμπόδιση δηλαδή της διαβάσεως των Περσών από τις Θερμοπύλες, είχε καταστή πλέον αδύνατη. Ήταν όμως ακόμη δυνατή η πρόκληση απωλειών στον εχθρό. Αυτή ήταν τώρα η αποστολή του. Για την καλύτερη εκπλήρωση της μετακίνησε τον στρατό του, το πρωί της τρίτης ημέρας, προς τις θέσεις των Περσών,πέρα από τον χώρο της μάχης των δύο πρώτων ημερών, σε σημείο όπου η στενωπός εύρυνόταν σημαντικά, και παρέταξε εκεί το σύνολο σχεδόν των ανδρών που διέθετε, εκτός δηλαδή από λίγους που άφησε ίσως ως φρουρά στο τείχος.

Η παράταξη έγινε σε σχηματισμό φάλαγγος των οπλιτών, όσο επέτρεπε ο χώρος, ώστε να δοθεί μάχη οπλιτικής μορφής. Έτσι, οι Έλληνες πολεμιστές δεν θα αγωνίζονταν λίγοι μόνο κάθε τόσο, εναλλασσόμενοι διαδοχικά, όπως τις δύο πρώτες ημέρες, αλλά όλοι μαζί ολόκληρο τον χρόνο που απέμενε, και μάλιστα με τον περισσότερο αποδοτικό σχηματισμό μάχης. “Έτσι θα προκαλούσαν ως την άφιξη του Υδάρνη τις μεγαλύτερες δυνατές απώλειες στον εχθρό.

Η πορεία

Η μετακίνηση των Ελλήνων προς το ευρυχωρότερο πεδίο ήταν «έξοδος επί θανάτω». Έτσι, όταν προχώρησαν και οι Πέρσες και συγκρούσθηκαν οι δύο στρατοί, η μάχη πήρε από την αρχή άγρια μορφή. Οι Πέρσες αξιωματικοί έριχναν στη μάχη κατά κύματα τους άνδρες τους. Αναγκάζοντάς τους με τα μαστίγια να προχωρούν προς τα εμπρός. Οι Έλληνες, γνωρίζοντας ότι η επικείμενη κάθοδος των Περσών από το βουνό σήμαινε τον θάνατό τους, πολεμούσαν με εντεταμένες τις δυνάμεις τους, με αληθινή παραφορά. Έτσι οι Πέρσες είχαν βαρύτατες απώλειες.

Προσκρούοντας στο αδιαπέραστο τείχος της ελληνικής φάλαγγος και πιεζόμενοι σφοδρότατα από αυτή, δεχόμενοι τα ισχυρά κτυπήματα των δοράτων των Ελλήνων οπλιτών, άλλοι υπέκυπταν επί τόπου. Άλλοι φεύγοντας άτακτα έπεφταν στη θάλασσα, αλλά, οι περισσότεροι, συθλίβονταν ανάμεσα στην ακλόνητη ελληνική παράταξη και στα επερχόμενα νέα κύματα του δικού τους στρατού. Οι Πέρσες ρίχνουν διαρκώς νέες δυνάμεις στη μάχη. Θραύονται τα δόρατα των περισσοτέρων Ελλήνων, που έξακολουθούν να πολεμούν με τα ξίφη. Η συντριπτική όμως αριθμητική υπεροχή των Περσών αρχίζει να βαρύνει στην εξέλιξη της μάχης. Σε αυτή τη φάση της συγκρούσεως σκοτώνεται ο Λεωνίδας, πολεμώντας ως πρόμαχος, και πολλοί άλλοι Σπαρτιάτες εκλεκτοί.

Σκηνές ομηρικές επακολούθησαν γύρω από τον νεκρό του Λεωνίδα, τον οποίο προσπαθούσαν να αποσπάσουν οι Πέρσες. Η σφοδρότητα της μάχης έφθασε τότε στο κατακόρυφο. Οι απώλειες των Περσών υπήρξαν βαρύτατες και ιδιαίτερα σε εκλεκτούς και επισήμους. Δύο αδελφοί του Ξέρξη έπεσαν στη μάχη. Οι Έλληνες όμως κατώρθωσαν να σύρουν προς το μέρος τους το νεκρό σώμα του Λεωνίδα και έτρεψαν σε φυγή τους Πέρσες τέσσερις φορές. Αν και ολιγάριθμοι, παρέμεναν οι Έλληνες κύριοι του πεδίου της συμπλοκής. Ήταν ακόμη νικητές…

Διαβάστε Επίσης: Ναυμαχία της Σαλαμίνας: Ο Θεμιστοκλής συντίβει τον Περσικό στόλο και οδηγεί τους Έλληνες σε μια απο τις ενδοξότερες νίκες στην ιστορία.

Ο υπέρτατος αγώνας

Σπαρτιάτες πεσόντες μετά την μεγάλη μάχη

Αλλά με την άφιξη του σώματος του Υδάρνη άλλαξε η τύχη της μάχης. Νικητές ώς τη στιγμή που πολεμούσαν σε ένα μέτωπο. Οι Έλληνες που είχαν επιζήσει συμπτύχθηκαν με επιτυχία πρός τη στενή δίοδο των Θερμοπυλών, πέρασαν το τείχος των Φωκέων και τάχθηκαν λίγο πίσω από αυτό. Στον Κολωνό, ένα μικρό λόφο, συγκεντρωμένοι για την ύστατη άμυνα και αποφασισμένοι να πολεμήσουν εκεί με όσα όπλα τους απέμεναν και με τα χέρια και με τα δόντια («άλεξoμένους μαχαιρησι, τοϊσι αυτών ετύγχανον έτι περιεούσαι, και χερσί και στόμασι»). Η κυκλοτερής διάταξή τους γύρω από τον λόφο τους επέτρεπε να διατηρούν ακόμη προς όλες τις κατευθύνσεις μέτωπο προς τον εχθρό. ‘Αλλά και έτσι λίγοι και χωρίς όπλα προκαλούσαν ακόμη τρόμο στον εχθρό.

Οι Πέρσες, και αυτοί που έρχονταν από το στρατόπεδό τους και οι Αθάνατοι του Υδάρνη που έφθασαν από την ατραπό, δεν τόλμησαν να τους πλησιάσουν και να πολεμήσουν εκ του συστάδην. “Όταν, αφού γκρέμισαν το τείχος των Φωκέων, τους κύκλωσαν από όλα τα σημεία, τους κτυπούσαν από μακριά με ακόντια και με βέλη, έως ότου έπεσαν και οι τελευταίοι. Έτσι τελείωσε η μάχη. Η ανένδοτη μέχρις εσχάτων έμμονη στο καθήκον, η ηρωική αυταπάρνηση και η θυσία και των τελευταίων στρατιωτών του Λεωνίδα, γύρω και επάνω στον Κολωνό, ήταν και δραματικός επίλογος της μάχης των Θερμοπυλών.

Το τέλος

Έληξε βέβαια τελικά με ήττα η μάχη των Θερμοπυλών, εφ’ όσον οι Πέρσες έγιναν κύριοι της διόδου. Και μάλιστα με κρίσιμη ήττα για τους Έλληνες. Καθώς άνοιγε τον δρόμο στον περσικό στρατό για να κατακλύσει, να υποδουλώσει και να ερημώσει τη νοτιότερη Ελλάδα. Η απόφαση όμως και η θυσία του Λεωνίδα και των συμπολεμιστών του έδωσε τόσο μεγάλη αίγλη στην ήττα αυτή, ώστε τη μετέτρεψε σε ηθική νίκη. Συμβάλλοντας έτσι σημαντικά στην τελική έκβαση του πολέμου.

Για τον ίδιο λόγο, η μάχη των Θερμοπυλών επέζησε ανά τους αιώνες. Ως ένα από τα ένδοξότερα πολεμικά γεγονότα της Ιστορίας. Δίνει μάλιστα και ένα ανέκδοτο τού Διηνέκη, : όταν κάποιος Τραχίνιος του είπε, ότι ο ήλιος θα κρυφθή από το πλήθος των περσικών βελών, ο Διηνέκης απάντησε : «καλά νέα μας φέρνει ο Τραχίνιος ξένος, γιατί, αν οι Μήδοι κρύψουν τον ήλιο, θα πολεμήσουμε εναντίον τους στη σκιά».

Η σημασία της μάχης

“Η μάχη των Θερμοπυλών έγινε και γίνεται αντικείμενο πολλών και αντιφατικών κρίσεων και για τη γενική στρατηγική της Σπάρτης και για τις ηγετικές και στρατηγικές ικανότητες του Λεωνίδα. Αλλά ομόφωνα όλοι αναγνωρίζουν τον πατριωτισμό, την ανδρεία και το πνεύμα της θυσίας των Τριακοσίων, που μένουν παράδειγμα αιώνιο. Παρά την τελική ήττα και την καταστροφή, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι εκτός από τις μεγάλες απώλειες των Περσών (που οπωσδήποτε δεν είχαν επιπτώσεις στην εξέλιξη των επιχειρήσεων), η άμυνα των Θερμοπυλών είχε ηθικό αποτέλεσμα. Γέμισε φόβο τον περσικό στρατό και ανύψωσε το ήθικό των Ελλήνων.

Ο Γερμανός ιστορικός Beloch επέκρινε ιδιαίτερα την στρατηγική του Λεωνίδα, αλλά η κρίση αυτή είναι εσφαλμένη και άδικη. Γιατί, όπως είδαμε, ο Σπαρτιάτης ηγέτης δεν μπορεί να φέρη καμμιά προσωπική ευθύνη για τη διάλυση των Φωκέων. Έπειτα, μιά υποχώρηση που θα μπορούσε να διατάξει ο Λεωνίδας μετά την κύκλωση, θα έπαιρνε οπωσδήποτε τον χαρακτήρα ταπεινωτικής φυγής. Αυτό δεν ήταν σύμφωνο με την αντίληψη των Σπαρτιατών περί τιμής.

Ο Bengtson, εξ άλλου, υποστηρίζει ότι ο σκοπός των Ελλήνων στις Θερμοπύλες ήταν, να σταματήσουν την προέλαση του στρατού για ορισμένο χρόνο, ώσπου να κριθει από τον στόλο η έκβαση του αγώνος. Αυτήν ακριβώς την αποστολή επιχειρούσε να εκπληρώσει ο Λεωνίδας με τη θυσία του. Η άποψη του Bengtson δεν είναι πιθανή, γιατί σκοπός των Ελλήνων δεν ήταν η νίκη στη θάλασσα από την αρχή (αυτή ασφαλώς θα ήταν η ελπίδα του Θεμιστοκλέους).

Μια τέτοια άποψη, δεν ήταν δυνατόν να υιοθετήθηκε από το συνέδριο της Κορίνθου, όπου επικρατούσαν οι Σπαρτιάτες και οι Πελοποννήσιοι σύμμαχοί τους. Ασφαλώς οι θέσεις Θερμοπύλες – ‘Αρτεμίσιο ήταν στενά συνδεδεμένες. Αλλά φαίνεται μάλλον ότι, αντίθετα προς τη γνώμη του Bengtson, ο στόλος υπεστήριξε τις επιχειρήσεις της ξηράς. Τρία επιγράμματα του Σιμωνίδη χαράχθηκαν επάνω στους τάφους των ηρωικών νεκρών. Ένα στον τάφο των Πελοποννησίων που έπεσαν τις δύο πρώτες ημέρες : «Μυριάσιν ποτέ τήδε τριακοσίαις εμάχοντο εκ Πελοποννήσου χιλιάδες τέτορες».

(Εδώ πολέμησαν κάποτε με τρία εκατομμύρια Περσών, τέσσερες χιλιάδες Πελοποννήσιοι).

“Ένα δεύτερο επίγραμμα χάραξε ο ίδιος ο Σιμωνίδης στον τάφο του φίλου του. Του μάντη Μεγιστία από την Ακαρνανία, που έμεινε εθελοντής κοντά στον Λεωνίδα : «Μνήμα τόδε κλεινοίo Μεγιστία, όν ποτε Μήδοι Σπερχειόν ποταμόν κτείναν αμειψάμενοι, μάντιος, δς τότε Κήρας επερχομένας σάφα ειδώς ουκ έτλη Σπάρτης ηγεμόνας προλιπείν».

άγαλμα του Λεωνίδα στην Σπάρτη
Το μνημείο της μάχης στις Θερμοπύλες.

(Αυτός είναι ο τάφος του δοξασμένου Μεγιστία, που κάποτε τον σκότωσαν οι Μήδοι. ‘Οταν πέρασαν τον Σπερχειό, του μάντι, που ενώ γνώριζε καλά πώς πλησίαζε ο θάνατος, δενδέχθηκε να εγκαταλείψη τον βασιλιά της Σπάρτης). Το τρίτο επίγραμμα, το πιο γνωστό, χαράχθηκε στον τάφο των Τριακοσίων του Λεωνίδα. Ως λιτό και σεμνό κόσμημα της ανδρείας και της υπακοής τους στους νόμους της πατρίδος :

«Ώ ξείν, αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε κείμεθα, τοίς κείνων ρήμασι πειθόμενοι». (Ω, ξένε διαβάτη που περνάς, ανάγγειλε στους Λακεδαιμόνιους ότι ταφήκαμε εδώ, υπακούοντας στα προστάγματά τους)

Βιβλιογραφία
Χρύσης Πελεκίδης – Ιστορία του Ελληνικού Έθνους
Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος – Ιστορία του Ελληνικού Έθνους
Bradford, Ernle (2004). Thermopylae: The Battle for the West.
Bradford, Ernle (1980). The Battle for the West: Thermopylae.
Cawkwell, George (2006). The Greco-Persian Wars.
Bury, J. B.; Russell Meiggs (2000). A History of Greece to the Death of Alexander the Great

Διαβάστε Επίσης: Η Μάχη της Μυκάλης: Η Ελληνική καταδρομική επίθεση στη Μικρά Ασία και ο αφανισμός των τελευταίων Περσικών δυνάμεων της μεγάλης στρατιάς του Ξέρξη.

Mάχη της Μεγιδδούς (15ος αιώνας π.Χ): Η αρχαιότερη μάχη της ιστορίας

Η αιγυπτιακή νίκη επι της συμμαχίας του Καντες στη μάχη της Μεγιδδους αποκατέστησε τον αιγυπτιακό έλεγχο επί της Παλαιστίνης και πρόσφερε το μεγαλύτερο μέρος...

Η Πολιορκία της Ρόδου απο τον Δημήτριο Πολιορκητή 305π.Χ.: Μία απο τις σημαντικότερες πολιορκίες της αρχαιότητας

Η πολιορκία της Ρόδου το 305–304 π.Χ. ήταν μια από τις πιο αξιοσημείωτες πολιορκίες της αρχαιότητας, όταν ο Δημήτριος Πολιορκητής , γιος του Αντιγόνου...