H ναυμαχία της Ναυπάκτου είναι μια ιστορική σύγκρουση που έγινε στις 7 Οκτωβρίου 1571 στον Κορινθιακό Κόλπο, μεταξύ του στόλου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του χριστιανικού Ιερού Συνασπισμού, στον οποίο συμμετείχαν οι ναυτικές δυνάμεις της Βενετίας, της Ισπανίας, της Αγίας Έδρας, της Γένουας, των Ιπποτών της Μάλτας και του Δουκάτου της Σαβοΐας.
Η ναυμαχία, η τρίτη κατά χρονολογική σειρά και η σημαντικότερη που έγινε στη Ναύπακτο, έληξε με συντριπτική νίκη των συμμαχικών δυνάμεων, υπό τον Δον Χουάν της Αυστρίας, επί των οθωμανικών δυνάμεων του Μουεζινζαντέ Αλή Πασά, που έχασε τη ζωή του στη σύγκρουση.
Ο χριστιανικός συνασπισμός είχε υποστηριχθεί από τον πάπα Πίο Ε’ ώστε να παρασχεθεί βοήθεια στην ενετική πόλη της Αμμοχώστου (Φαμαγκούστα) στην Κύπρο, την οποία πολιόρκησαν οι Τούρκοι και η τοπική φρουρά την υπερασπίστηκε με πάθος. Ο στόλος του συνασπισμού ξεκίνησε από τη Μεσσήνη της Ιταλίας, περιλαμβάνοντας 109 ενετικές γαλέρες καθώς και φορτηγίδες, μικρότερα πλοιάρια και 6 ισχυρές γαλεάσσες των Ενετών, 80 ισπανικές γαλέρες, συμπεριλαμβανομένων των δυνάμεων της Νάπολης και της Σικελίας και της βοήθειας από τη Σαβοΐα με 12 τοσκανικές γαλέρες ναυλωμένες από τον πάπα, 28 γενουατικές γαλέρες, και τις μαλτέζικες δυνάμεις των Ναϊτών Ιπποτών.
Παρά την κακοκαιρία, οι χριστιανοί με τα πλοία του συνασπισμού κατευθύνθηκαν προς την Κεφαλονιά, όπου έκαναν σύντομη στάση, και έφθασαν στις 6 Οκτωβρίου μπροστά στον Πατραϊκό Κόλπο, ελπίζοντας να αναχαιτίσουν τον ισχυρό στόλο που γνώριζαν ότι θα τους αντέτασσαν οι Οθωμανοί.
Στις 7 Οκτωβρίου 1571, ο Δον Χουάν της Αυστρίας παρέταξε τα πλοία του σε πυκνό σχηματισμό, αποφασισμένος να συγκρουστεί: μόλις 150 μέτρα χώριζαν τις γαλέρες. Στο κέντρο της παράταξης των χριστιανών βρίσκονταν 28 ενετικές γαλέρες, 2 ενετικές γαλεάσσες, και 16 ισπανικές και ναπολιτάνικες, 8 γενουατικές, 7 παπικές και 3 μαλτέζικες γαλέρες, συνολικά 62 γαλέρες και 2 γαλεάσσες.
Επικεφαλής ήταν ο Δον Χουάν, γενικός διοικητής του επιβλητικού χριστιανικού στόλου: 24 ετών, νόθος γιος του εκλιπόντος αυτοκράτορα Καρόλου Ε’ και ετεροθαλής αδελφός του βασιλιά Φιλίππου Β’, είχε ήδη δώσει εξαιρετικά δείγματα της ικανότητάς του το 1568 εναντίον των Σαρακηνών πειρατών. Για λόγους γοήτρου την ισπανική ναυαρχίδα πλαισίωναν οι ναυαρχίδες του Ενετού ναυάρχου Σεβαστιανού Βενιέρ, 75 ετών, του ναυάρχου του πάπα, Μάρκου Αντώνιου Κολόνα, 36 ετών, του Γενουάτη ναυάρχου Έκτορος Σπινόλα, του ναυάρχου του Πεδεμοντίου Ανδρέα Προβάνα του Λεϊνί, και η ναυαρχίδα «Βιτόρια» του ναυάρχου των Ιπποτών της Μάλτας, ηγουμένου Πέτρου Τζουστινιάνι.
Στο αριστερό κέρας τοποθετήθηκαν 40 ενετικές γαλέρες και 2 ενετικές γαλεάσσες, 10 ισπανικές και ναπολιτάνικες γαλέρες, 2 παπικές γαλέρες και 1 γενουατική γαλέρα, συνολικά 53 γαλέρες και 2 γαλεάσσες υπό τις διαταγές του Αυγουστίνου Μπαρμπαρίγκο, Ενετού ναυάρχου. Στο δεξιό κέρας τοποθετήθηκαν 25 ενετικές γαλέρες και 2 ενετικές γαλεάσσες, και 16 γενουατικές, 10 ισπανικές και σικελικές και 2 παπικές γαλέρες, συνολικά 53 γαλέρες και 2 γαλεάσσες, υπό τον Γενουάτη Ιωάννη Ανδρέα Ντόρια.
Τα νώτα της παράταξης κάλυπταν οι 30 γαλέρες του Άλβαρο ντε Μπαθάν ντι Σάντα Κρουθ: 13 ισπανικές και ναπολιτάνικες, 12 ενετικές, 3 παπικές, 2 γενουατικές. Την εμπροσθοφυλακή, υπό τον Χουάν Καρνόντα, αποτελούσαν 8 γαλέρες: 4 σικελικές και 4 ενετικές. Ο συνολικός χριστιανικός στόλος περιλάμβανε 206 γαλέρες, 6 γαλεάσσες, 30 φορτηγίδες και περίπου 13.000 ναυτικούς, 44.000 κωπηλάτες, 28.000 στρατιώτες και 1.815 κανόνια.
Οι Τούρκοι παρέταξαν τον ναύαρχο Μεχμέτ Σουλίκ, τον επονομαζόμενο Σιρόκο, στη δεξιά πτέρυγα με 55 γαλέρες, ενώ ο ανώτατος διοικητής Μουεζίνζαντέ Αλή Πασάς στο κέντρο με 90 γαλέρες, διοικούσε τον στόλο από τη ναυαρχίδα του, τη «Σουλτάνα», επάνω στην οποία κυμάτιζε η πράσινη σημαία με γραμμένο επάνω της 28.900 φορές με χρυσά γράμματα το όνομα του Αλλάχ.
Τέλος, ο θεωρούμενος ως ο καλύτερος Οθωμανός ναύαρχος, ο Ουλούτζ Αλή, για την καταγωγή του οποίου υπάρχουν πολλές διαφορετικές απόψεις, ήταν επικεφαλής της αριστερής πτέρυγας με 90 γαλέρες. Στα μετόπισθεν βρίσκονταν περίπου 10 γαλέρες και 60 (κατά μία άλλη εκδοχή 84) μικρότερα πλοία υπό τον Μουράτ Ντραγκούτ (γιο του Ντραγκούτ Βισερέ του Αλγερίου και άρχοντα της Τρίπολης που ήταν ένας από τους γνωστότερους Μαυριτανούς πειρατές).
Για να ξεκινήσει, ο Δον Χουάν αποφάσισε να αφήσει απομονωμένες, για δόλωμα, τις 6 πανίσχυρες ενετικές γαλεάσσες, δύο μπροστά από κάθε κέρας. Τις γαλεάσσες μπροστά από την ενετική παράταξη διοικούσαν οι Αντώνιος και Αμβρόσιος Μπραγκαντίν, που λαχταρούσαν να εκδικηθούν την άγρια δολοφονία του γερουσιαστή πατέρα τους, ο οποίος βασανίστηκε και γδάρθηκε ζωντανός από τους Τούρκους μετά την πολιορκία της Αμμοχώστου. Καμουφλάρισαν τις γαλεάσσες σε φορτηγίδες και όταν ανυποψίαστοι οι Τούρκοι τις πλησίασαν, άρχισαν να τους κανονioβολούν με δύναμη πυρός πρωτόφαντη στη θάλασσα.
Οι οθωμανικές γραμμές υπέστησαν σοβαρές απώλειες, αλλά ο Αλή Πασάς, κυριευμένος από πολεμικό μένος, πέρασε με ορμή τις γαλεάσσες. Στα πλοία αυτά, λόγω του ύψους τους, δεν μπορούσε να γίνει ρεσάλτο. Γι’ αυτό ο Δον Χουάν, ύστερα από διαβούλευση με τον Ανδρέα Ντόρια, αποφάσισε να αφαιρέσει μεγάλο αριθμό ξιφομάχων από τις γαλεάσσες και να τους αντικαταστήσει με χειριστές αρκεβουζίων (μουσκέτων), τα οποία προκάλεσαν σημαντικές ζημιές στον τουρκικό στόλο.
Ωστόσο ο Αλή προσπέρασε αυτά τα μεγάλα πλοία χωρίς να εμπλακεί μαζί τους και οδήγησε ολόκληρο τον στόλο του σε μετωπική σύγκρουση, έχοντας ως αποκλειστικό στόχο το να πραγματοποιήσει έφοδο στο πλοίο του Δον Χουάν, να προσπαθήσει αμέσως να τον σκοτώσει, και έχοντας την αριθμητική υπεροχή να επιχειρήσει να κυκλώσει τον στόλο ακολουθώντας την κλασική ναυτική τακτική. Αν και πολλοί Τούρκοι διοικητές εξέφρασαν την αντίθεσή τους, το ταμπεραμέντο και η χαρισματική προσωπικότητα του Αλή Πασά παρακίνησαν τους Τούρκους, που είχαν ευνοϊκό άνεμο, να εξαπολύσουν επίθεση.
Στη χριστιανική παράταξη, αρχικά στις συγκρούσεις ενεπλάκη ο Ενετός Μπαρμπαρίγκο, που ήταν επικεφαλής της αριστερής πτέρυγας και βρισκόταν προς την ακτή. Ο Μπαρμπαρίγκο έπρεπε να αποφύγει την επίθεση του Σιρόκου και να τον εμποδίσει να διεισδύσει ανάμεσα στα πλοία του και την ακτή και να περικυκλώσει τον χριστιανικό στόλο. Ο χειρισμός είχε μερική μόνο επιτυχία και η σύγκρουση σύντομα έγινε βίαιη. Η ίδια η γαλέρα του Μπαρμπαρίγκο έγινε θέατρο μιας επικής σύγκρουσης μέσα στη σύγκρουση με τουλάχιστον δύο ανατροπές. Βαριά τραυματισμένος στο κεφάλι, ο Μπαρμπαρίγκο πέθανε και η οπισθοφυλακή ήταν υποχρεωμένη να σπεύσει σε βοήθεια των Ενετών για να αποφευχθεί η ήττα.
Με την άφιξη των εφεδρικών δυνάμεων του μαρκησίου Σάντα Κρουθ n κατάσταση ανατράπηκε εντελώς. Ακόμη και ο Σιρόκος αιχμαλωτίστηκε, εκτελέστηκε και αποκεφαλίστηκε. Στο κέντρο της παράταξης, ο Αλή Πασάς αναζήτησε και εντόπισε τη γαλέρα του Δον Χουάν της Αυστρίας, η αιχμαλώτιση του οποίου θα έδινε τέλος στη ναυμαχία. Ταυτόχρονα, άλλες γαλέρες επιτέθηκαν στον Βενιέρ και τον Κολόνα. Ήταν πολλές οι πράξεις πρωισμού. Ολόκληρο το πλήρωμα της γαλέρας «Φιορέντσα» του Τάγματος του Αγίου Στεφάνου έχασε τη ζωή του εκτός από τον διοικητή του Θωμά Μέδικο και δεκαπέντε άνδρες του.
Στη γαλέρα του Δον Χουάν η συμπλοκή εξελίχθηκε παρόμοια με εκείνη στη γαλέρα του Μπαρμπαρίγκο και η σύγκρουση ήταν σφοδρή. Οι Τούρκοι εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον των πλοίων του Δον Χουάν μέσα σε εκκωφαντικό θόρυβο, ενώ ηχούσαν τύμπανα και αυλοί, και έχοντας τον άνεμο με το μέρος τους. Ο στόλος του Δον Χουάν, από την άλλη πλευρά, ήταν βυθισμένος στην απόλυτη σιωπή.
Όταν τα πλοία έφτασαν σε απόσταση βολής, οι χριστιανοί υπέστειλαν όλες τις σημαίες τους και ο Δον Χουάν ύψωσε το Λάβαρο της Ναυπάκτου με την παράσταση του Εσταυρωμένου. Σε κάθε γαλέρα υψώθηκε ένας σταυρός και οι πολεμιστές έλαβαν συγχώρεση, σύμφωνα με την άφεση αμαρτιών που είχε παραχωρήσει ο πάπας Πίος Ε’ για τη σταυροφορία. Ξαφνικά ο άνεμος άλλαξε κατεύθυνση τα πανιά των Τούρκων ξεφούσκωσαν, των χριστιανών φούσκωσαν.
Ο Δον Χουάν της Αυστρίας στράφηκε κατά της ναυαρχίδας «Σουλτάνα». Μία δύναμη από τη Σαρδηνία έκανε ρεσάλτο στο τουρκικό πλοίο που μετατράπηκε σε πεδίο μάχης. Οι μουσουλμάνοι στην πρύμνη και οι χριστιανοί στην πλώρη. Στην τρίτη επίθεση οι Σαρδηνοί έφτασαν στην πρύμνη. Ο Δον Χουάν τραυματίστηκε στο πόδι. Πολλές φορές τα πλοία προχώρησαν και υποχώρησαν. Οι Βενιέρ και Κολόνα έπρεπε να αποδεσμευτούν ώστε να σπεύσουν σε βοήθεια του Δον Χουάν, που φαινόταν να βρίσκεται στην πιο δύσκολη θέση μαζί με τον πανταχού παρόντα μαρκήσιο Σάντα Κρουθ.
Στην αριστερή πλευρά των Τούρκων, στα ανοιχτά, η κατάσταση ήταν λιγότερο βίαιη αλλά πιο περίπλοκη. Ο Ιωάννης Ανδρέας Ντόρια είχε λίγο περισσότερες από 50 γαλέρες, σχεδόν όσες και ο Ενετός Μπαρμπαρίγκο (60 περίπου) στο απέναντι κέρας, αλλά μπροστά του βρήκε 90 γαλέρες, δηλαδή σχεδόν τους διπλάσιους εχθρούς από εκείνους που αντιμετώπισαν οι Ενετοί, και μάλιστα στην ανοιχτή θάλασσα. Για τον λόγο αυτό, σκέφτηκε μια διαφορετική λύση από τη δεδομένη έκβαση της άμεσης σύγκρουσης.
Ο Ντόρια σε κάποια στιγμή φρόντισε να απεμπλακεί από τη σύγκρουση και κατευθύνθηκε με τα γενουατικά πλοία του προς τα ανοιχτά. Ο κρίσιμος ρόλος του Ντόρια υπήρξε αντικείμενο αμφισβήτησης από τους Ενετούς· οι ανταγωνιστές των Γενουατών υπαινίχθηκαν ότι ο Ντόρια απομακρύνθηκε για να προστατεύσει τα πλοία του. Ωστόσο, επιστρέφοντας ορμητικά στη σύγκρουση και χτυπώντας αιφνιδιαστικά στη μια πλευρά τον οθωμανικό στόλο άλλαξε την έκβαση της ναυμαχίας, και οι υπερασπιστές του ισχυρίζονται ότι η κίνησή του αυτή ήταν μελετημένη και σκόπιμη.
Τα γεγονότα συνέβησαν ως εξής: Ενώ ο Ντόρια είχε την εντολή, όπως και ο Μπαρμπαρίγκο, να υπερασπιστεί και να προστατεύσει τα πλευρά του στόλου του Δον Χουάν για να εμποδίσει την περικύκλωση των πλοίων του που δέχονταν βίαιη επίθεση, ξαφνικά και απροσδόκητα αποκόπηκε από τη δεξιά πλευρά της χριστιανικής παράταξης, αν και κάποιες ενετικές γαλέρες αρνήθηκαν να τον ακολουθήσουν προτιμώντας να μείνουν στο κέντρο της μάχης. Τότε, ο Ουλούτζ Αλή διείσδυσε στο εσωτερικό του γενουατικού στόλου, πιστεύοντας ότι είχε τραπεί σε φυγή, και επιτέθηκε στη δεξιά πλευρά της παράταξης του Δον Χουάν, προκαλώντας του μεγάλες απώλειες.
Ο Ουλούτζ Αλή, με ούριο άνεμο, επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στη ναυαρχίδα των Ιπποτών της Μάλτας, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Πέτρος Τζουστινιάνι, ηγούμενος του τάγματος. Η ναυαρχίδα κυκλώθηκε από επτά γαλέρες. Ο Ουλούτζ Αλή κατέλαβε το πλοίο των Ιπποτών της Μάλτας, αιχμαλώτισε τον Τζουστινιάνι, που είχε ηρωικά τραυματιστεί επτά φορές, και ρυμούλκησε τη ναυαρχίδα. Το κίνητρο του χειρισμού του Ντόρια δεν είναι σαφές, αλλά είναι γεγονός ότι επιστρέφοντας εφόρμησε στα νώτα της οθωμανικής παράταξης και παρότι βρέθηκε αντιμέτωπος με τον διπλάσιο αριθμό εχθρικών πλοίων, τα κατέστρεψε ολοκληρωτικά.
Ο πάπας απείλησε με ποινή θανάτου τον Ντόρια εάν εμφανιζόταν στη Ρώμη, λέγοντας ότι για την ώρα καλύτερα να έμενε μακριά, δεδομένου ότι οι πράξεις του άρμοζαν, κατά τη γνώμη του πάπα, περισσότερο σε μουσουλμάνο κουρσάρο παρά σε χριστιανό διοικητή. Η γαλέρα του Ντόρια και τα γενουατικά πλοία υπέστησαν τις μικρότερες απώλειες από όλη τη χριστιανική παράταξη, γεγονός που προκάλεσε την αποδοκιμασία όλων των ναυάρχων στη γενική συνέλευση που έγινε, όχι τυχαία, στη δική του γαλέρα.
Βγαίνοντας στα ανοιχτά, ο Ντόρια ανέτρεψε την έκβαση της σύγκρουσης στη δεξιά πλευρά με έναν αριστοτεχνικό χειρισμό, περικυκλώνοντας την οθωμανική παράταξη. Ύστερα από μία ώρα σκληρής μάχης, ο Ουλούτζ Αλή με τις λίγες γαλέρες που του είχαν απομείνει τράπηκε σε φυγή προς την Κωνσταντινούπολη.
Στο κέντρο ο Οθωμανός αρχιναύαρχος Αλή Πασάς, ήδη τραυματισμένος, έπεσε (ενδέχεται να τον σκότωσαν σκλάβοι χριστιανοί κωπηλάτες που εξεγέρθηκαν ή να χτυπήθηκε από αρκεβούζιο) ή ίσως αυτοκτόνησε για να αποφύγει την ταπεινωτική αιχμαλωσία.Έγινε ρεσάλτο στην οθωμανική ναυαρχίδα και, ενάντια στη βούληση του Δον Χουάν, το σώμα του Οθωμανού αρχιναυάρχου Αλή Πασά αποκεφαλίστηκε και το κεφάλι του κρεομάστηκε στον κεντρικό ιστό της ισπανικής ναυαρχίδας.
Το θέαμα του αποκεφαλισμένου Οθωμανού αρχηγού έκαμψε το ηθικό των Τούρκων. Σύντομα, στις τέσσερις το απόγευμα, τα εναπομείναντα οθωμανικά πλοία οπισθοχώρησαν εγκαταλείποντας. Είχαν περάσει σχεδόν πέντε ώρες όταν η ναυμαχία έληξε με νίκη των χριστιανών. Το θέατρο της ναυμαχίας προσέφερε θέαμα βιβλικής καταστροφής: ναυάγια στις φλόγες, αιματοβαμμένες γαλέρες, νεκροί και ετοιμοθάνατοι.
Συνέπειες της Ναυμαχίας
Σε αυτήν τη ναυμαχία σημειώθηκε η πρώτη μεγάλη νίκη δυτικών χριστιανικών στρατιωτικών δυνάμεων επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ως εκ τούτου είχε μεγάλη ψυχολογική σημασία, δεδομένου ότι μέχρι τότε οι Τούρκοι είχαν νικήσει και στις 8 προηγούμενες σημαντικές συγκρούσεις τους χριστιανούς.
Παρά τη συντριπτική τουρκική ήττα, η έλλειψη συνοχής των νικητών εμπόδισε τις συμμαχικές δυνάμεις να αξιοποιήσουν στο έπακρο τη νίκη τους και να κυριαρχήσουν πλήρως επί των Οθωμανών. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέστη βαρύτατο πλήγμα, σε βαθμό που ο σουλτάνος, μαθαίνοντας για την ήττα, να χάσει τον ύπνο του για τρία μερόνυχτα. Αμέσως άρχισε εντατικά την αναδιοργάνωση του στόλου, που ολοκληρώθηκε μέσα σε έξι μήνες. Ωστόσο, παρότι ο στόλος ανέκτησε την αριθμητική υπεροχή του έναντι της χριστιανικής συμμαχίας, έχασε τον πλήρη έλεγχο στη θάλασσα, ιδίως στη Δυτική Μεσόγειο.
Η καταστροφή του τουρκικού στόλου αναπτέρωσε το ηθικό των υπόδουλων λαών της Βαλκανικής και αποτέλεσε την αφετηρία μιας σειράς επαναστατικών και συνωμοτικών ενεργειών εναντίον των Τούρκων. Οι κινήσεις αυτές έγιναν με την ελπίδα της βοήθειας που υπόσχονταν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας (Sacra Liga). Οι βοήθειες αυτές στην πραγματικότητα δεν ήλθαν ποτέ ή ήταν πενιχρές και οι επαναστατικές προσπάθειες δεν είχαν επιτυχία. Μαρτυρούν όμως τη ζωτικότητα και την έντονη εθνική συνείδηση των λαών της περιοχής και κυρίως των Ελλήνων. Οι προσπάθειες αυτές ατόνησαν μετά την έκρηξη του Τριακονταετούς Πολέμου (1618-1648), οπότε και άλλαξαν οι προτεραιότητες της πολιτικής των δυτικών δυνάμεων.
Από το 1573 εκδηλώνονται συστηματικά πειρατικές επιδρομές από Μαλτέζους, Ναπολιτάνους, Ισπανούς, Κορσικανούς και Γάλλους κατά νηοπομπών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Τούρκοι προσανατολίζονται στους Έλληνες και αναθέτουν σε μικρά ελληνικά σκάφη των τουρκοκρατούμενων περιοχών τη μεταφορά των εμπορευμάτων τους. Ο αποκλεισμός από το 1592 και ύστερα ξένων πλοίων από τη Μαύρη Θάλασσα συνέβαλε στην ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας. Τα ελληνικά πλοία ήταν ασφαλέστερα, διότι τα πειρατικά σκάφη επάνδρωναν στην πλειονότητά τους Έλληνες.