Η εκστρατεία της Τυνησίας (επίσης γνωστή ως Μάχη της Τυνησίας ) ήταν μια σειρά μαχών που έλαβαν χώρα στην Τυνησία κατά τη διάρκεια της βορειοαφρικανικής εκστρατείας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου , μεταξύ του Άξονα και των Συμμαχικών δυνάμεων από τις 17 Νοεμβρίου 1942 έως τις 13 Μαΐου 1943. Τα Συμμαχική στρατεύματα αποτελούνταν απο τις Αμερικανικές και Βρετανικές Αυτοκρατορικές Δυνάμεις καθώς και ενός ελληνικού σώματος και κάποια γαλλικά σώματα . Η μάχη άρχισε με κάποιες επιτυχίες από τις Γερμανικές και Ιταλικές δυνάμεις αλλά ο Συμμαχικός ναυτικός και αεροπορικός αποκλεισμός απαγόρευσε τον ανεφοδιασμό τους poy οδήγησε στην αποφασιστική ήττα του Άξονα στην Βόρεια Αφρική. Πάνω από 250.000 Γερμανοί και Ιταλοί στρατιώτες συνελήφθησαν ως αιχμάλωτοι πολέμου, συμπεριλαμβανομένου του μεγαλύτερου μέρους των Afrika Korps.
Ιστορικό
Τα δύο πρώτα χρόνια του πολέμου στη Βόρεια Αφρική χαρακτηρίστηκαν από χρόνιες ελλείψεις εφοδιασμού και προβλήματα μεταφορών. Η βορειοαφρικανική ακτή έχει λίγα φυσικά λιμάνια και η βρετανική βάση στην Αλεξάνδρεια στο δέλτα του Νείλου απείχε περίπου 2.100 km οδικώς από το κύριο ιταλικό λιμάνι της Τρίπολης στη Λιβύη.
Η χρόνια δυσκολία στον ανεφοδιασμό στρατιωτικών δυνάμεων στην έρημο οδήγησε σε αρκετές αναποφάσιστες νίκες και από τις δύο πλευρές και μακρές άκαρπες πορείες κατά μήκος της ακτής. Η ιταλική εισβολή στην Αίγυπτο από τη 10η Στρατιά το 1940, προχώρησε 97 km μέσα στην Αίγυπτο και περισσότερα από 1.600 km σε ευθεία γραμμή από την Τρίπολη. Τον Νοέμβριο του 1941 η βρετανική Όγδοη Στρατιά ανέκαμψε, βοηθούμενη από τη μικρή απόσταση ανεφοδιασμού από την Αλεξάνδρεια έως την πρώτη γραμμή και ξεκίνησε την Επιχείρηση Crusader , ανακουφίζοντας την Πολιορκία του Τομπρούκ. Η Όγδοη Στρατιά όμως απωθήθηκε σύντομα πίσω στη Γαζάλα δυτικά του Τομπρούκ και μετά τη Μάχη της Γαζάλας τον Μάιο του 1942, ο Άξονας τους απώθησε μέχρι το Ελ Αλαμέιν. Μετά την ανάμειξη των ΗΠΑ στον πόλεμο μεγάλες ποσότητες προμηθειών έγιναν διαθέσιμες στους Βρετανούς από τις Ηνωμένες Πολιτείες και η κατάσταση εφοδιασμού της Όγδοης Στρατιάς επιλύθηκε τελικά. Καθώς η Όγδοη Στρατιά δεν ήταν πλέον περιορισμένη, ο Άξονας οδηγήθηκε δυτικά από την Αίγυπτο μετά τη Δεύτερη Μάχη του Ελ Αλαμέιν τον Νοέμβριο του 1942.
Στις 8 Νοεμβρίου, πραγματοποιήθηκε η Επιχείρηση Πυρσός στην οποία οι Συμμαχικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στην Αλγερία (στο Οράν και στο Αλγέρι) και στο Μαρόκο (στην Καζαμπλάνκα) με στόχο την κατάληψη της Βόρειας Αφρικής απο τις Γαλλικές δυνάμεις του Βισύ και στην συνέχεια προέλαση προς την Τύνιδα, 800 χιλιόμετρα ανατολικά για την αποκοπή των δυνάμεων του Άξονα και την τελική εξάλειψη τους απο την Βόρεια Αφρική.
Τυνησία , Νοέμβριος 1942 – Μάιος 1943
Τα στρατεύματα του Άξονα, υποχωρώντας απο την Λιβυή, είχαν αρχίσει να φτάνουν στην Τυνησία ήδη από τις 9 Νοεμβρίου 1942 και ενισχύθηκαν το επόμενο δεκαπενθήμερο έως ότου έφτασαν περίπου τους 20.000 μάχιμους στρατιώτες (οι οποίοι στη συνέχεια ενισχύθηκαν έντονα από τον αέρα). Έτσι, όταν ο Βρετανός στρατηγός Κένεθ Άντερσον, που ορίστηκε διοικητής της Συμμαχικής 1η Στρατιάς για την εισβολή στην Τυνησία, ξεκίνησε την επίθεσή του στις 25 Νοεμβρίου, η άμυνα των δυνάμεων του Άξονα στην περιοχή ήταν απροσδόκητα ισχυρή.
Μέχρι τις 5 Δεκεμβρίου η προέλαση της 1ης Στρατιάς σταμάτησε περίπου 25 χιλιόμετρα από την Τύνιδα. Περαιτέρω Γερμανικές ενισχύσεις έφτασαν στον Συνταγματάρχη Jürgen von Arnim, ο οποίος ανέλαβε την αρχηγία της άμυνας του Άξονα στην Τυνησία στις 9 Δεκεμβρίου και είχε στόχο να ενώσει τα δύο προγεφυρώματα των δυνάμεων του. Η Γερμανία και η Ιταλία είχαν κερδίσει τον αγώνα για την Τύνιδα και ήθελαν πάση θυσία να την διατηρήσουν υπο τον έλεγχο τους παρά την μεγάλη ανάγκη στρατιωτικών δυνάμεων για την άμυνα της Ευρώπης.
Ο Ρόμελ είχε αποσύρει τα στρατεύματα του από τη Λιβύη στη γραμμή Μάρεθ στην Τυνησία στα μέσα Ιανουαρίου 1943 μετά την ήττα του στην μάχη του Έλ Αλαμέιν. Οι δύο γερμανικές στρατιές, του Άρνιμ και του Ρόμελ, κρατούσαν τα βόρεια και τα νοτιοανατολικά παράλια της Τυνησίας τόσο κατά της 1ης Στρατιάς του Άντερσον που επιτίθονταν από τα δυτικά όσο και κατά της 8ης του Μοντγκόμερι από τα νοτιοανατολικά. Ο Ρόμελ έκρινε ότι έπρεπε πρώτα να γίνει μια αντεπίθεση εναντίον των Συμμάχων στα δυτικά. Έτσι, στις 14 Φεβρουαρίου οι δυνάμεις του Άξονα πραγματοποίησαν μια μεγάλη επίθεση κατά των αμερικανικών δυνάμεων μεταξύ του περάσματος Faid στα βόρεια και της Gafsa στο νότο. Δυτικά του Faid, η 21η Μεραρχία Πάνζερ, υπό τον στρατηγό Heinz Ziegler, κατέστρεψε 100 αμερικανικά τανκς και οδήγησε τους Αμερικανούς 50 μίλια πίσω. Στο Πέρασμα Kasserine, ωστόσο, οι Σύμμαχοι προέβαλαν σκληρή αντίσταση.
Διαβάστε Επίσης: Η Γερμανική και Σοβιετική εισβολή της Πολωνίας και το ξεκίνημα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Στις 19 Φεβρουαρίου ο Ρόμελ έλαβε διαταγή να προχωρήσει εναντίον της Θάλα που βρισκόταν βόρεια από το πέρασμα Kasserine — εκεί που υπήρχαν ισχυρές συμμαχικές δυνάμεις. Έχοντας ξεπεράσει την πεισματική αντίσταση των ΗΠΑ στο πέρασμα Kasserine στις 20 Φεβρουαρίου, οι Γερμανοί μπήκαν στην Θάλα την επόμενη μέρα, για να εκδιωχθούν λίγες ώρες αργότερα από τα εφεδρικά στρατεύματα του Harold Alexander. Έχοντας χάσει την ευκαιρία του, ο Ρόμελ ξεκίνησε μια σταδιακή απόσυρση στις 22 Φεβρουαρίου.
Μέχρι τις 26 Φεβρουαρίου 1943, ο Μοντγκόμερι είχε μόνο μία μεραρχία που αντιμετώπιζε τα στρατεύματα του Άξονα στη Γραμμή Μάρεθ αλλά τετραπλασίασε τη δύναμή του την επόμενη εβδομάδα, συγκεντρώνοντας 400 τανκς και 500 αντιαρματικά πυροβόλα. Η επίθεση του Ρόμελ, στις 6 Μαρτίου, ανακόπηκε πρόωρα και χάθηκαν 50 γερμανικά τανκς. Ο Ρόμελ όντας άρρωστος και απογοητευμένος απο τις στρατιωτικές εξελίξεις παραιτήθηκε από τα καθήκοντα του.
Η Συμμαχική 1η Στρατιά επανέλαβε την επίθεση στις 17 Μαρτίου, με το ΙΙ σώμα των ΗΠΑ, υπό τον Στρατηγό George Patton, με στόχο να κυριεύσει τα ορεινά περάσματα και να αποκόψει τη γραμμή υποχώρησης των γερμανικών Afrika Korps προς την Τύνιδα, αλλά αυτές οι επιθέσεις αποκρούστηκαν από τους Γερμανούς στα περάσματα. Ωστόσο, τη νύχτα της 20ης προς την 21η Μαρτίου, η βρετανική 8η Στρατιά εξαπέλυσε κατά μέτωπο επίθεση στη Γραμμή Μάρεθ, σε συνδυασμό με μια υπερπλευρική κίνηση από το Σώμα της Νέας Ζηλανδίας προς το el-Hamma (al-Ḥāmmah) στα μετόπισθεν των Γερμανών.
Λίγες μέρες αργότερα, βλέποντας τη μετωπική επίθεση να έχει αποτύχει, ο Μοντγκόμερι μετατόπισε το κύριο βάρος της επίθεσής του στα πλάγια. Απειλούμενοι με περικύκλωση, οι Γερμανοί αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη Γραμμή Μάρεθ, την οποία κατέλαβε η 8η Στρατιά στις 28 Μαρτίου, αλλά οι γερμανικές άμυνες στο el-Hamma άντεξαν αρκετά για να επιτρέψουν στα υπόλοιπα γερμανικά στρατεύματα να υποχωρήσουν χωρίς πολλές απώλειες και να δημιουργήσουν μια νέα γραμμή στο Wadī al-ʿAkārīt, βόρεια του Gabès.
Η νέα γραμμή όμως παραβιάστηκε από την 8η Στρατιά στις 6 Απριλίου, ενώ οι Αμερικανοί προχωρούσαν επίσης και στα μετόπισθεν των στρατευμάτων του Άξονα από την Γκάφσα. Το επόμενο πρωί οι Afrika Korps υποχωρούσαν γρήγορα βόρεια προς την Τύνιδα κατά μήκος της παράκτιας οδού, και στις 11 Απριλίου είχαν ενωθεί με τις δυνάμεις του Arnim και σχεδίασαν την άμυνα μιας περιμέτρου 100 μιλίων που εκτεινόταν γύρω από την Τύνιδα.
Χάρη στην ταχύτητα της υποχώρησης των Afrika Korps από το Wadī al-ʿAkārīt, η γερμανική ανώτατη διοίκηση είχε την ευκαιρία να αποσύρει τις δυνάμεις της από την Τυνησία στη Σικελία, αλλά επέλεξε αντ’ αυτού να υπερασπιστεί την πόλη, το τελευταίο οχυρό του Άξονα στην Αφρική. Οι υπερασπιστές άντεξαν πράγματι τις συγχρονισμένες επιθέσεις που εξαπέλυσαν η 8η και η 1η στρατιά κατά της αμυντικής τους περιμέτρου από τις 20 Απριλίου έως τις 23 Απριλίου. Αλλά στις 6 Μαΐου μια μεγάλη επίθεση από το συμμαχικό πυροβολικό, αεροσκάφη, πεζικό και άρματα μάχης ξεκίνησε σε μέτωπο δύο μιλίων στην κοιλάδα της Medjerda (Majardah) που οδηγεί στην Τύνιδα και στις 7 Μαΐου η πόλη έπεσε στα βρετανικά στρατεύματα, ενώ οι Αμερικανοί και οι Γάλλοι κατέλαβαν σχεδόν ταυτόχρονα την Μπιζέρτα.
Ταυτόχρονα, η γραμμή υποχώρησης των Γερμανών στη χερσόνησο Cap Bon αποκόπηκε από τη γρήγορη προέλαση μιας τεθωρακισμένης μεραρχίας νοτιοανατολικά από την Τύνιδα. Ακολούθησε μια γενική κατάρρευση της γερμανικής αντίστασης, όπου οι Σύμμαχοι συνέλαβαν περισσότερους από 250.000 αιχμαλώτους, συμπεριλαμβανομένων 125.000 γερμανικών στρατευμάτων και τον ίδιο τον Arnim. Η Βόρεια Αφρική είχε καθαριστεί από τις δυνάμεις του Άξονα και ήταν πλέον πλήρως στα χέρια των Συμμάχων. Η κατάληψη της εξασφάλισε την ασφάλεια των συμμαχικών αεροπορικών και ναυτικών κινήσεων σε όλη τη Μεσόγειο και η Βόρεια Αφρική θα χρησίμευε ως βάση για τις μελλοντικές συμμαχικές επιχειρήσεις εναντίον της ίδιας της Ιταλίας.
Το στοίχημα του Άξονα στην Βόρεια Αφρική απέτυχε και με κόστος μεγάλων απωλειών σε άνδρες και υλικό είχε απλώς επιβραδύνει το αναπόφευκτο. Τα συμμαχικά κέρδη ήταν σημαντικά. Ο έλεγχος της βορειοαφρικανικής ακτής τους επέτρεψε τον έλεγχο της Μεσογείου. Ακόμη και η ήττα των ΗΠΑ στο Kasserine μπορεί να ήταν παραδόξως πλεονεκτική. Ο Ρόμελ και ο Άξονας παρασύρθηκαν σε μια λανθασμένη εντύπωση για τις ικανότητες των ΗΠΑ, ενώ οι Αμερικανοί πήραν πολύτιμα μαθήματα και έκαναν θετικές αλλαγές στη δομή διοίκησης και τις τακτικές τους.
Με τη Βόρεια Αφρική στα χέρια των Συμμάχων, τα σχέδια τους στράφηκαν γρήγορα στην εισβολή της Σικελίας και της Ιταλίας. Ο Joseph Goebbels έγραψε ότι η ήττα των Γερμανικών στρατευμάτων στην Βόρεια Αφρική ήταν το ίδιο σημαντική με την ήττα στη Μάχη του Στάλινγκραντ .
Η απόφαση να καταληφθεί η Βόρεια Αφρική ήταν μια από τις χειρότερες αποφάσεις του Χίτλερ: ομολογουμένως, κράτησε τη Μεσόγειο κλειστή για έξι μήνες, με αρνητικό αντίκτυπο στη συμμαχική ναυτιλιακή κατάσταση, αλλά έστειλε μερικά από τα καλύτερα στρατεύματα της Γερμανίας σε μια ανυπεράσπιστη θέση από την οποία, όπως το Στάλινγκραντ, δεν υπήρχε διαφυγή. Επιπλέον, ο Χίτλερ δέσμευσε τη Luftwaffe να δώσει μια μάχη φθοράς κάτω από δυσμενείς συνθήκες και υπέστη απώλειες που δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά.
— Williamson Murray
Διαβάστε Επίσης: “Επιχείρηση Πυρσός”: H πρώτη μεγάλη Αμερικανο-Βρετανική απόβαση κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η εκδίωξη των δυνάμεων του Άξονα απο τη Βόρεια Αφρική