Οι Μάχες του Ελ-Αλαμέιν , (1–27 Ιουλίου 1942 και 23 Οκτωβρίου-11 Νοεμβρίου 1942), ήταν πολύ σημαντικά γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο μέτωπο της Βόρειας Αφρικής. Αφού η Πρώτη Μάχη του Ελ-Αλαμέιν της Αιγύπτου (150 μίλια δυτικά του Καΐρου ), κατέληξε σε αδιέξοδο, η δεύτερη ήταν καθοριστική. Σηματοδότησε την αρχή του τέλους για τον Άξονα στη Βόρεια Αφρική . Ο χαρισματικός στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ ηττήθηκε ολοκληρωτικά από τη Βρετανική Όγδοη Στρατιά και η υπεροχή των Συμμάχων σήμαινε ότι είχε λίγες πιθανότητες να συγκεντρώσει τις κατεστραμμένες δυνάμεις του.
Αφού οι Βρετανοί είχαν προκαλέσει σοβαρές ήττες στις ιταλικές δυνάμεις στη Βόρεια Αφρική, ο Γερμανός στρατηγός Έρβιν Ρόμελ επιλέχθηκε ο νέος διοικητής των δυνάμεων του Άξονα στη Λιβύη (Φεβρουάριος 1941). Τον Ιανουάριο του 1942 οι δυνάμεις του ξεκίνησαν να προελαύνουν προς τα ανατολικά κατά μήκος της ακτής της Βόρειας Αφρικής για να καταλάβουν τη Διώρυγα του Σουέζ . Μετά την απώλεια της Βεγγάζης τον Ιανουάριο, οι Βρετανοί κράτησαν υπό έλεγχο τους Γερμανούς μέχρι τον Μάιο. Τότε οι γερμανικές και ιταλικές δυνάμεις κατάφεραν να καταστρέψουν το μεγαλύτερο μέρος της βρετανικής δύναμης αρμάτων μάχης, να καταλάβουν το Τομπρούκ και να κινηθούν προς τα ανατολικά στην Αίγυπτο, φτάνοντας στη βρετανική άμυνα στο Ελ-Αλαμέιν στις 30 Ιουνίου 1942.
Ο Ρόμελ επιτέθηκε σε αυτή τη γραμμή την 1η Ιουλίου, αλλά την επόμενη μέρα ο Βρετανός διοικητής, στρατηγός Κλοντ Οκινλέκ, αντεπιτέθηκε και τότε άρχισε μια μάχη φθοράς. Στα μέσα Ιουλίου, ο Ρόμελ βρισκόταν ακόμη στο Ελ-Αλαμέιν, μπλοκαρισμένος, και μάλιστα είχε τεθεί σε άμυνα, τερματίζοντας έτσι την πρώτη μάχη. Οι Βρετανοί είχαν σταματήσει την προσπάθειά του να κατακλύσει την Αίγυπτο και να καταλάβει το κανάλι. Οι συμμαχικές απώλειες για αυτή την πρώτη μάχη ανήλθαν σε περίπου 13.250 νεκρούς ή τραυματίες από τους 150.000 στρατιώτες. Για τον Άξονα οι απώλειες ήταν περίπου 10.000 νεκροί ή τραυματίες από τους 96.000 στρατιώτες.
Στον απόηχο αυτής της αμυντικής επιτυχίας του Άξονα, ο Οκινλέκ αντικαταστάθηκε, αλλά ο αντικαταστάτης του σκοτώθηκε, ανοίγοντας το δρόμο στον Μπέρναρντ Μοντγκόμερι να αναλάβει τη διοίκηση της Ογδόης Στρατιάς της Βρετανίας στη Βόρεια Αφρική. Με τον Ρόμελ σε άμυνα, ο Μοντγκόμερι πήρε αυτό το χρόνο για να συγκεντρώσει ένα σημαντικό στράτευμα, προετοιμάζοντας μια νέα επίθεση, τη Δεύτερη Μάχη του Ελ-Αλαμέιν.
Οι Βρετανοί είχαν χτίσει μια αμυντική γραμμή στο Ελ-Αλαμέιν επειδή το Βύθισμα της Κατάρα στα νότια ήταν αδιάβατο για τις μηχανοκίνητες δυνάμεις. Ένα στενό σημείο εμπόδιζε τα γερμανικά παντζέρ από το να επιχειρήσουν στην νότια πλευρά η οποία είχε ανοιχτό έδαφος. Τώρα που οι Βρετανοί είχαν προχωρήσει στην επίθεση, το πεδίο μάχης ταίριαζε περισσότερο στη Βρετανική Όγδοη Στρατιά, της οποίας η κύρια δύναμη βρισκόταν στους σχηματισμούς πυροβολικού και πεζικού.
Μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου 1942, ο Μοντγκόμερι μπορούσε να αναπτύξει περίπου τον διπλάσιο αριθμό ανδρών και αρμάτων μάχης απο τον γερμανο-ιταλικό στρατό του Ρόμελ. Οι Βρετανοί απολάμβαναν επίσης το πλεονέκτημα της αεροπορικής υπεροχής έναντι του πεδίου της μάχης. Έχοντας επίγνωση ότι μια επίθεση ήταν επικείμενη , ο Ρόμελ είχε προετοιμάσει την άμυνά του όσο καλύτερα μπορούσε, σπέρνοντας εκατοντάδες χιλιάδες νάρκες κατά των αρμάτων και κατά προσωπικού κατά μήκος του μετώπου του για να επιβραδύνει οποιαδήποτε βρετανική προέλαση. Ο Ρόμελ επέστρεψε στη Γερμανία για να αναρρώσει από ασθένεια λίγο πριν ξεκινήσει η βρετανική επίθεση, με τη διοίκηση να περνάει σε έναν υφιστάμενο.
Το σχέδιο του Μοντγκόμερυ περιελάμβανε μια επίθεση εκτροπής προς το νότο, με αιχμή του δόρατος τα Ελεύθερα Γαλλικά στρατεύματα, ενώ η κύρια επίθεση θα γινόταν στον βόρειο τομέα, κοντά στην ακτή. Οι Βρετανοί θα εισέβαλαν στη γραμμή του Άξονα και θα τους ανάγκαζαν να αντεπιτεθούν. Στην πορεία, οι Βρετανοί θα κατέστρεφαν την επιθετική ικανότητα του εχθρού.
Τη νύχτα της 23ης προς 24η Οκτωβρίου, ένα μπαράζ από περισσότερα από 800 όπλα πυροβολικού προανήγγειλε την επίθεση. Το Βρετανικό μηχανικό, ακολουθούμενο από πεζικό και άρματα μάχης, προχώρησε για να καθαρίσει μονοπάτια μέσα από τα ναρκοπέδια. Αν και οι διοικητές του Άξονα αιφνιδιάστηκαν από τη βιαιότητα της επίθεσης, η πρόοδος της Όγδοης Στρατιάς ήταν αργή, ενω τα βρετανικά τεθωρακισμένα δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τον εχθρό.
Ο Ρόμελ, εν τω μεταξύ, προχώρησε σε δυναμικές αντεπιθέσεις. Για λίγο φαινόταν ότι ο Άξονας θα μπορούσε να σταματήσει τη βρετανική επίθεση. Τα γερμανικά ναρκοπέδια και τα ακριβή αντιαρματικά πυρά προκάλεσαν χάος στα Βρετανικά τεθωρακισμένα . Αλλά η πρόοδος του πεζικού, ειδικά των Μεραρχιών της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας, άνοιξαν διαδρόμους και εισχώρησαν στην άμυνα του Άξονα.
Στις 2 Νοεμβρίου ο Ρόμελ έστειλεε σήμα στον Χίτλερ ότι η μάχη χάθηκε. Αν και αρχικά αρνήθηκε την άδεια να υποχωρήσει, ο Ρόμελ άρχισε την απόσυρση των γερμανικών μονάδων του, αφήνοντας τους Ιταλούς συμμάχους του – που δεν είχαν μηχανοκίνητα μέσα – να εξαλείφονται από τους Βρετανούς. Μέχρι τις 4 Νοεμβρίου τα μηχανοκίνητα στοιχεία του Άξονα είχαν υποχωρήσει πλήρως και λόγω της αργής βρετανικής προέλασης τους επετράπη να διαφύγουν σχεδόν αλώβητοι. Αλλά αυτό ήταν περιορισμένης στρατηγικής σημασίας, καθώς η βρετανική νίκη στο El-Alamein επιβεβαιώθηκε από την “Επιχείρηση Πυρσός” , την αγγλοαμερικανική απόβαση στη Βόρεια Αφρική στις 8 Νοεμβρίου. Οι δυνάμεις του Άξονα περιορίστηκαν τώρα σε ελάχιστο χώρο και η εκδίωξή τους από τη Βόρεια Αφρική ήταν μόνο θέμα χρόνου.
Η ελληνική συμμετοχή
Στις επιχειρήσεις συμμετείχε και τμήμα του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος της Μέσης Ανατολής με την 1η Ταξιαρχία υπό τον συνταγματάρχη Παυσανία Κατσώτα, η οποία υπαγόταν στη βρετανική 50ή Μεραρχία. Από τις 19 ως τις 23 Οκτωβρίου συμμετείχε σε εικονικές επιθέσεις στον νότιο τομέα, εντεταγμένες στο σχέδιο παραπλάνησης του αντιπάλου. Επίσης, εκτέλεσε πολλές περιπολίες και νυχτερινές επιχειρήσεις προξενώντας σημαντικές απώλειες στον εχθρό.
Το διάστημα 23 Οκτωβρίου – 3 Νοεμβρίου εκτέλεσε πολλές επιδρομές εναντίον των εχθρικών γραμμών. Μετά την έναρξη της γερμανικής υποχώρησης, η 1η ελληνική Ταξιαρχία ανέλαβε την καταδίωξη του εχθρού στον τομέα της, προελαύνοντας σε βάθος 100 χιλιομέτρων.
Συνέπειες
Η μάχη του Ελ Αλαμέιν υπήρξε η πρώτη αποφασιστική νίκη των Συμμάχων και σημείωσε την αρχή της απομάκρυνσης των δυνάμεων του Άξονα από τη Βόρεια Αφρική. Μετά από χρόνια απογοητευτικών αποτυχιών, αυτό ήταν μια ώθηση στο συμμαχικό ηθικό. Η νίκη απέδειξε ότι τα προβλήματα που ταλαιπωρούσαν τον Στρατό για χρόνια είχαν επιτέλους ξεπεραστεί και ότι ο εξοπλισμός, η τακτική, η αρχηγία και η μαχητικότητά του ταιριάζουν με τον Άξονα.
Η θέση του Άξονα στη Βόρεια Αφρική αποδυναμώθηκε περαιτέρω όταν οι αγγλοαμερικανικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στο Μαρόκο και την Αλγερία τον Νοέμβριο του 1942. Για να αντιμετωπίσουν τη νέα απειλή, οι δυνάμεις του Άξονα κινήθηκαν στην Τυνησία, σχηματίζοντας έναν νέο στρατό με διοικητή τον στρατηγό Hans-Jurgen von Arnim . Οι Γερμανοί και οι Ιταλοί πολεμούσαν πλέον σε δύο μέτωπα.
Οι απώλειες του Άξονα στη δεύτερη μάχη ήταν 9.000 νεκροί, 15.000 τραυματίες και 30.000 αιχμάλωτοι από 110.000 στρατιώτες ενώ οι απώλειες των Συμμάχων ήταν 4.800 νεκροί, 9.000 τραυματίες από 195.000 στρατιώτες.