Η Μάχη του Υδάσπη
Η μάχη στον Υδάσπη ποταμό διεξήχθη το 326 π.Χ., όταν ο Μέγας Αλέξανδρος κινήθηκε εναντίον του βασιλιά Πώρου του ινδικού βασιλείου Παουραβά στις όχθες του ποταμού Υδάσπη στην Πενταποταμία. Η Μάχη του Υδάσπη οδήγησε σε πλήρη ελληνική νίκη και στην προσάρτηση της Πενταποταμίας, η οποία επεξέτεινε περαιτέρω τα όρια της Μακεδονικής αυτοκρατορίας και εκτός των αρχικών ορίων της ηττημένης πλέον Περσικής Αυτοκρατορίας. Η αντίσταση που προέβαλε ο βασιλιάς Πώρος και οι άνδρες του κέρδισε το σεβασμό του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο οποίος του ζήτησε να γίνει Σατράπης στη μακεδονική αυτή κτήση.
Η μάχη είναι σημαντική και ιστορικά, γιατί επέτρεψε το άνοιγμα προς την Αρχαία Ινδία, τόσο για την ελληνική πολιτική (Αυτοκρατορία των Σελευκιδών, Ελληνοϊνδικό Βασίλειο), όσο και για την πολιτισμική επιρροή (Ελληνοβουδιστική τέχνη), οι οποίες έκτοτε επρόκειτο να συνεχιστούν για πολλούς αιώνες.
Προετοιμασίες για τη μάχη
Οταν ο Αλέξανδρος έφτασε στον Υδάσπη, βρήκε το μεγάλο στρατό του βασιλιά Πώρου παραταγμένο στην απέναντι όχθη. Στην αρχαιότητα οι μάχες στις όχθες ποταμών ήταν συχνές. Ο ποταμός αποτελούσε μια φυσική αμυντική τάφρο και ταυτόχρονα προμήθευε με νερό τα στρατεύματα που καταυλίζονταν στις όχθες του. Ο Υδάσπης δεν ήταν ένα απλό ρέμα ή χείμαρρος που κατέβαινε από τα βουνά, ούτε ένας ποταμός μετρίου μεγέθους με εύκολη διάβαση στα κατάλληλα σημεία. Εκείνη την εποχή του χρόνου ήταν ένας φαρδύς, πλωτός δίαυλος.
Παρ’ όλα αυτά, οι αντίπαλοι στρατοί είχαν απόλυτη οπτική επαφή καθώς ήταν παραταγμένοι στις απέναντι όχθες του ποταμού, που εκείνη την εποχή, αρχές καλοκαιριού ήταν φαρδύς, ορμητικός και ταραγμένος. Η αριθμητική δύναμη του στρατού του Πώρου καταγράφεται ποικιλοτρόπως από διάφορους ιστορικούς της αρχαιότητας, ενώ οι περιγραφές εκείνης της περιόδου δεν συμφωνούν στους αριθμούς. Το κύριο σώμα του ινδικού στρατού πρέπει να αριθμούσε 20.000 με 50.000 πεζούς, 2.000 με 4.000 ιππείς, 85 με 200 πολεμικούς ελέφαντες και από 300 μέχρι πάνω από 1.000 άρματα. Αναφέρεται και η παρουσία του αδερφού του Πώρου με μια δύναμη 4.000 ιππέων και 100 αρμάτων. Οι αποκλίσεις των αριθμών είναι μεγάλες και θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι μέσοι όροι.
Εκτός από τους 5.000 Ινδούς συμμάχους και άλλα στρατεύματα από τη δυτική Ασία που διέθετε αυτή τη φορά, ο Αλέξανδρος είχε πάντα μαζί του το μακεδονικό πεζικό και το ιππικό των Εταίρων με το οποίο είχε διασχίσει τον Ελλήσποντο. Ο στρατός που παρέταξε απέναντι στον Πώρο δεν πρέπει να υπερέβαινε τους 40.000 άνδρες. Είχε διαπιστώσει πως αυτό το μέγεθος του πρόσφερε στρατηγική και τακτική ευελιξία. Εξάλλου, είχε αποδείξει ότι ήταν ικανός να κατατροπώνει αντίπαλες ασιατικές δυνάμεις οποιουδήποτε μεγέθους.
Ο Υδάσπης ήταν πλημμυρισμένος και έτσι δεν υπήρχε καμία πιθανότητα άμεσης διάβασης του ποταμού σε αβαθή σημεία. Ο Αλέξανδρος διέδωσε πως θα περίμενε μέχρι το φθινόπωρο, όταν η στάθμη του νερού θα κατέβαινε πολύ χαμηλά. Χωρίς αμφιβολία ήθελε να φτάσουν οι δηλώσεις του στα αφτιά των εχθρών, αλλά είναι φανερό ότι είχε άλλα σχέδια. Ο Πώρος εγκατέστησε ισχυρές φρουρές σε όλα τα πιθανά σημεία διάβασης του ποταμού, ενώ οι ελέφαντες αποδείχθηκαν ιδιαίτερα χρήσιμοι σε αυτή την επιχείρηση, αφού θα τρομοκρατούσαν τα άλογα που θα δοκίμαζαν να περάσουν απέναντι.
Θα ήταν, λοιπόν, εντελώς αδύνατο για το ιππικό να διασχίσει τον ποταμό με σχεδίες ή βάρκες. Όμως, ο Αλέξανδρος, όπως πάντα, ήταν επινοητικός. Πριν περάσει τα σύνορα της επικράτειας του Πώρου, αποσυναρμολόγησε τις βάρκες και τα πλοία που είχε χρησιμοποιήσει για να διαβεί τον Ινδό. Τα μικρά σκαριά διαλύθηκαν σε δύο κομμάτια και οι τριακόντοροι σε τρία. Στη συνέχεια μετέφερε τα τμήματα με άμαξες και ξανασυναρμολόγησε το στολίσκο στον Υδάσπη.
Διαβάστε Επίσης: Η Μάχη του Γρανικού: Η Πρώτη Μεγάλη Νίκη του Αλεξάνδρου επί των Περσών.
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν ο Αλέξανδρος κινούσε συνεχώς το ιππικό του πάνω κάτω στην όχθη του ποταμού, προκαλώντας όσο περισσότερη φασαρία μπορούσε. Ο Πώρος, προκειμένου να προλάβει τη συγκέντρωση των στρατευμάτων του Αλεξάνδρου σε ένα μόνο σημείο, έστειλε δυνάμεις να βαδίζουν παράλληλα στην απέναντι όχθη, ακολουθώντας το θόρυβο που έκαναν εσκεμμένα οι Μακεδόνες. Οι Ινδοί τοποθετούσαν αμέσως φρουρά σε κάθε σημείο που θεωρούνταν πιθανό για διάβαση του ποταμού. Οι κινήσεις του Αλεξάνδρου, όμως, ήταν απλή προσποίηση. Δεν προχωρούσε σε επίθεση και στο τέλος ο Πώρος χαλάρωσε την επιτήρησή του. Αυτό ακριβώς ήθελε ο Αλέξανδρος. Τώρα πια οι Μακεδόνες μπορούσαν να εξαπολύσουν την πραγματική επίθεση.
Ο ήχος από τις κινήσεις τους αναπόφευκτα θα ξεγελούσαν τους εχθρούς, που θα νόμιζαν πως επρόκειτο για μια ακόμη παραπλανητική ενέργεια των Μακεδόνων. Καθώς το μακεδονικό ιππικό ανεβοκατέβαινε στην όχθη του ποταμού ακολουθώντας τακτική αντιπερισπασμού, εκτελούσε ταυτόχρονα αναγνώριση του εδάφους για να βρει τα κατάλληλα σημεία διάβασης και ενημέρωνε τον Αλέξανδρο. Εκείνος επέλεξε το ιδανικό σημείο και σχεδίασε να περάσει τον ποταμό τη νύχτα. Στον αρχικό καταυλισμό του μακεδονικού στρατού άφησε τον Κρατερό με το ιππικό του (ιππαρχία), μερικές μονάδες ασιατικού ιππικού και τοπικά ινδικά στρατεύματα –ένα σύνολο 5.000 ανδρών- μαζί με δύο μονάδες της μακεδονικής φάλαγγας.
Ο Αλέξανδρος κατευθύνθηκε προς το επιλεγμένο σημείο διάβασης με μια επίσης μεικτή αλλά ισχυρότερη δύναμη. Πήρε μαζί του την εμπροσθοφυλακή του ιππικού των Εταίρων και τις μονάδες ιππικού των αξιωματικών Ηφαιστίωνα, Περδίκκα και Δημητρίου. Ήταν ιππαρχίες και είχαν μεγαλύτερη δύναμη από τα σώματα που είχε χρησιμοποιήσει στη Μικρά Ασία. Επίσης, είχε ασιατικά στρατεύματα με ιπποτοξότες και δύο μονάδες της μακεδονικής φάλαγγας με τοξότες και Αγριάνες.
Στον καταυλισμό άφησε μια μεγάλη δύναμη για να μην καταλάβει ο Πώρος την κίνησή του. Οι Ινδοί μάλλον δεν αντιλήφθηκαν ότι διέσχισε τον ποταμό μέχρι τη στιγμή που βρέθηκε στην απέναντι όχθη. Έδωσε εντολή στον Κρατερό να παραμείνουν οι Μακεδόνες στον καταυλισμό, προκειμένου να προσέχουν τον εχθρό στην απέναντι όχθη σε περίπτωση που ο Πώρος έπαιρνε ένα τμήμα του στρατού του για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο και άφηνε πίσω του μια δύναμη ελεφάντων. Αντίθετα, αν ο Πώρος εγκατέλειπε ολοκληρωτικά την τωρινή του θέση, είτε διαφεύγοντας είτε επιτιθέμενος στον Αλέξανδρο, τότε ο Κρατερός και οι άνδρες του μπορούσαν να διασχίσουν με ασφάλεια τον ποταμό.
Στην ουσία, ο πραγματικός κίνδυνος για τους Μακεδόνες προερχόταν από τους ελέφαντες. Μόλις τα ζώα αποσύρονταν, η διάβαση του ποταμού θα ήταν πλέον ασφαλής ανεξάρτητα από το μέγεθος των ινδικών στρατευμάτων.
Νυχτερινή δράση
Το σημείο που επιλέχθηκε για τη διάβαση του ποταμού βρισκόταν σχεδόν 30 χιλιόμετρα από τον καταυλισμό, αντίθετα στο ρεύμα του ποταμού. Στην απέναντι όχθη υπήρχε ένα ακρωτήριο, σε μια καμπή του ποταμού, καλυμμένο με άφθονα χαμόκλαδα, ενώ ξεπρόβαλλε και ένα νησί, επίσης πυκνοφυτεμένο, που θα μπορούσε να καλύψει την προσέγγιση ή ακόμη και την παρουσία ιππικού. Ο Αλέξανδρος είχε ήδη τοποθετήσει φρουρές στην όχθη των Μακεδόνων, που επικοινωνούσαν μεταξύ τους με οπτικά και ηχητικά σήματα. Εφαρμόζοντας την προηγούμενη τακτική του, καθησύχασε τον εχθρό με τις φωνές και τις νυχτερινές φωτιές των φρουρών.
Καλυμμένος με αυτούς τους παραπλανητικούς ελιγμούς, ο Αλέξανδρος κινήθηκε με απόλυτη μυστικότητα. Ακολούθησε μια εσωτερική διαδρομή, χωρίς να απομακρυνθεί πολύ από την όχθη, αφού έκοψε δρόμο από ένα χερσαίο μονοπάτι ανάμεσα σε δύο απότομες καμπές του ποταμού. Καθώς οι Μακεδόνες βάδιζαν μέσα στη νύχτα, αιφνιδιάστηκαν από μια δυνατή καταιγίδα. Μολονότι δεν πρέπει να την υποδέχτηκαν ευχάριστα, τους βοήθησε να κινηθούν εντελώς απαρατήρητοι.
Στο σημείο διάβασης οι Μακεδόνες είχαν ήδη εγκαταστήσει ένα στόλο μεταφοράς. Πολλά από τα σκάφη ήταν σχεδίες πάνω σε τομάρια ζώων, που είχαν μεταφερθεί καθαρισμένα μέχρι εκεί και μετά παραγεμίστηκαν με σανό και ράφτηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνουν υδατοστεγή. Ο Αλέξανδρος είχε χρησιμοποιήσει την ίδια μέθοδο παλιότερα, όταν μετέφερε στρατεύματα στο Δούναβη και στον Ώξο. Τώρα όμως διέθετε επιπλέον και τις τριακοντόρους που τον είχαν βοηθήσει στον Ινδό. Όλα τα σκάφη μεταφέρθηκαν πάλι με άμαξες, διαλυμένα σε κομμάτια, και συναρμολογήθηκαν επιτόπου, στο επιλεγμένο σημείο.
Διέταξε τους τρεις αξιωματικούς του, τον Μελέαγρο, τον Άτταλο και τον Γοργία, που ήταν επικεφαλής των δικών τους μονάδων πεζικού, μαζί με ιππικό και μερικούς μισθοφόρους, να παραμείνουν κοντά στην όχθη του ποταμού, σε μια ενδιάμεση θέση μεταξύ του καταυλισμού και του σημείου διάβασης. Όπως είχε διατάξει και τον Κρατερό, αυτή η δύναμη θα διέσχιζε τον ποταμό μόνο όταν έβλεπε πως ο εχθρός εγκατέλειπε την απέναντι όχθη. Η διάβαση του ποταμού θα γινόταν σε τρία στάδια, αφού θα ήταν αρκετά δύσκολο να περάσουν όλοι μονομιάς με τα μέσα που διέθεταν.
Την αυγή η καταιγίδα κόπασε. Αρχικά, καθώς ο στολίσκος ανοιγόταν στον ποταμό, με τον Αλέξανδρο και το επιτελείο του πάνω σε μια τριακόντορο, δεν ήταν ορατός από την απέναντι όχθη. Ωστόσο, όταν τα πλοία άρχισαν να ξεμακραίνουν, η παρουσία τους έγινε αισθητή και οι ανιχνευτές του εχθρού έφυγαν καλπάζοντας για να αναφέρουν την προσέγγιση των Μακεδόνων. Οι άνδρες του Αλεξάνδρου συνάντησαν απρόβλεπτες δυσκολίες, γιατί η απέναντι όχθη, που φαινόταν πως ανήκε στη στεριά, στην πραγματικότητα αποτελούσε μια νησίδα. Είχαν μπροστά τους ακόμη ένα στενό αλλά βαθύ κανάλι.
Διαβάστε Επίσης: Η Μάχη της Ισσού: Ο θρίαμβος του Αλεξάνδρου που του άνοιξε τις πύλες για τη Συρία και η πανωλεθρία του Δαρείου.
Οι άνδρες και τα ζώα δυσκολεύτηκαν πολύ να διαβούν το ορμητικό ρέμα – μερικές στιγμές μόνο τα κεφάλια τους ξεπρόβαλλαν από το νερό. Όταν τελικά ολοκληρώθηκε και η δεύτερη διάσχιση, ο Αλέξανδρος χωρίς καμία δυσκολία παρέταξε τα στρατεύματά του στη στεριά, απρόσβλητα από τον εχθρό. Σύμφωνα με ένα αμφιλεγόμενο αρχαίο κείμενο, φαίνεται πως στη συνέχεια προχώ ρησε έχοντας τον ποταμό στα δεξιά του (παράλληλα με το ρεύμα) και με το στρατό σε μερική ανάπτυξη προκειμένου να αντιμετωπίσει τον Πώρο. Οι Εταίροι, με όλους τους επίλεκτους ιππείς τους, βρίσκονταν μπροστά από το πεζικό, ενώ ακόμη πιο μπροστά ήταν 1.000 ιπποτοξότες. Αυτοί χρησίμευαν ως προκάλυψη και ήταν εξοπλισμένοι με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν τους ελέφαντες από απόσταση.
Η κύρια δύναμη του ιππικού με 5.000 άνδρες διέθετε πλευρική προστασία από τους τοξότες του Ταύρωνα, που είχε λάβει διαταγή να συμβαδίζει με το ιππικό. Πίσω από το ιππικό βάδιζαν οι υπασπιστές με τον Σέλευκο. Το κύριο σώμα της σαρισοφόρου μακεδονικής φάλαγγας προχωρούσε σε διάταξη μάχης και τα πλευρά του προστατεύονταν από Αγριάνες και ακοντιστές. Η θέση των μονάδων ιππικού που δεν διαδραμάτιζαν κάποιο πρωτεύοντα ρόλο δεν αναφέρεται: πιθανόν σε αυτό το στάδιο ακολουθούσαν στα μετόπισθεν ή φρουρούσαν την αριστερή πλευρά των υπασπιστών.
Ο Αρριανός υποστηρίζει ότι ο Αλέξανδρος είχε την πρόθεση να αντιμετωπίσει ολόκληρο το στρατό του Πώρου μόνο με το ιππικό του, αν παρουσιαζόταν η ευκαιρία, αλλά κάτι τέτοιο φαντάζει μάλλον απίθανο. Πέρα από κάθε άλλη επιδίωξη, ο βασικός στόχος του Αλεξάνδρου ήταν να αποφύγει τη σύγκρουση του ιππικού του με τους ελέφαντες. Μάλλον προωθήθηκε με τις έφιππες μονάδες του απλώς και μόνο για να αποτρέψει τυχόν επίθεση από εχθρικό ιππικό ή άρματα στο σημείο της απόβασης.
Η επιχείρηση της διάσχισης του ποταμού δεν ολοκληρώθηκε όμως όταν το κύριο σώμα της δύναμής του πάτησε στη στεριά, αφού δεν κατάφερε να μεταφέρει όλο το στράτευμα με ένα μόνο πέρασμα. Το ιππικό που είχε μαζί του στην αρχική απόβαση πρέπει να περιλάμβανε περίπου 6.000 άνδρες – σίγουρα λιγότερους από όσους είχε όταν ξεκίνησε από τον καταυλισμό.
Η αντίδραση των Ινδών
Όταν ο Πώρος έμαθε πως οι Μακεδόνες είχαν διαβεί τον ποταμό, δεν πίστεψε πως κατάφεραν να περάσουν ολόκληρη τη δύναμή τους και νόμισε πως μια μικρή και ευκίνητη μονάδα με επικεφαλής το γιο του θα ήταν αρκετή για να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Σε τελική ανάλυση, εξακολουθούσε να βλέπει τους άνδρες του Κρατερού στρατοπεδευμένους στην απέναντι όχθη και φανταζόταν πως επρόκειτο για το κύριο σώμα του μακεδονικού στρατού. Αυτό ακριβώς ήλπιζε ο Αλέξανδρος.
Το ινδικό απόσπασμα που διατάχτηκε να αντιμετωπίσει τον Αλέξανδρο περιλάμβανε μόνο 2.000 ιππείς και 120 άρματα. Αυτοί είναι τουλάχιστον οι αριθμοί που κατέγραψε ο Πτολεμαίος, ο αξιωματικός του Αλεξάνδρου, και υιοθετήθηκαν από τον Αρριανό. Η δύναμη των αρμάτων αντιμετωπίστηκε άμεσα και αναφέρονται 400 απώλειες σε άνδρες – ανάμεσά τους και ο νεαρός πρίγκιπας. Οι Μακεδόνες αιχμαλώτισαν κυρίως άλογα και άρματα.
Ο Πώρος συνειδητοποίησε πια ότι έπρεπε να βαδίσει ενάντια στον Αλέξανδρο με το μεγαλύτερο τμήμα του στρατού του. Τα στρατεύματα όμως του Κρατερού, που ήδη ετοιμάζονταν να διασχίσουν τον ποταμό σε πλήρη σύνθεση, δεν μπορούσαν να αγνοηθούν, και έτσι ο Ινδός βασιλιάς άφησε ένα μικρό σώμα ανδρών να φρουρούν την όχθη του ποταμού, μαζί με μερικούς ελέφαντες, που ήλπιζε πως θα αρκούσαν για να τρομοκρατήσουν μια επερχόμενη δύναμη μακεδονικού ιππικού. Ο ίδιος προχώρησε ενάντια στον Αλέξανδρο με το κύριο σώμα του στρατού του. Είχε μαζί του 4.000 ιππείς, 300 άρματα, 200 ελέφαντες και 30.000 πεζούς. Το έδαφος όπου βάδιζε ήταν λασπωμένο και δύσβατο, αλλά μόλις βρήκε μια αμμώδη έκταση που θα προσέφερε ευελιξία στο ιππικό του σταμάτησε και ετοιμάστηκε για τη μάχη.
Το ινδικό μέτωπο περιλάμβανε ελέφαντες τοποθετημένους ανά 30 μέτρα. Πίσω τους και στα μεταξύ τους διαστήματα υπήρχε πεζικό με φρουρές ιππικού στα εκτεθειμένα πλευρά του, αλλά και επιπλέον κάλυψη από πολεμικά άρματα σε κάθε άκρο ολόκληρου του μετώπου. Όταν ο Αλέξανδρος αντίκρισε τη διάταξη του ινδικού στρατού, σταμάτησε και άφησε το πεζικό του να ξεκουραστεί, ενώ το ιππικό περιπολούσε τριγύρω.
Πριν προχωρήσει ενάντια στον Πώρο, ο Αλέξανδρος έκανε μια ανακατάταξη στη διοίκηση του στρατού του. Ανέθεσε στους ανώτερους αξιωματικούς του διάφορες αποστολές – οι ατομικές αρμοδιότητές τους δεν περιορίστηκαν σε ένα μόνο σώμα δυνάμεων. Ο Κοίνος τέθηκε επικεφαλής του ιππικού του Δημητρίου, που ίσως διατηρήθηκε ως υπαρχηγός. Ο Σέλευκος παρέμεινε στη διοίκηση των υπασπιστών, αλλά η μακεδονική φάλαγγα τώρα πια είχε αρχηγούς τους Ταύρωνα και Αντιγένη. Οι αλλαγές σε αυτό το στάδιο έγιναν δεκτές με ικανοποίηση, αφού η μάχη είναι μια εντελώς διαφορετική επιχείρηση από τη διάβαση ενός ποταμού και απαιτεί αλλαγές στην ηγεσία’.
Διαβάστε Επίσης: Πολιορκία της Τύρου (332 π.Χ.): Η σπουδαιότερη πολιορκητική επιχείρηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ο Πώρος είχε απόλυτη αριθμητική υπεροχή στο πεζικό, αλλά ο Αλέξανδρος διέθετε το πλεονέκτημα στο ιππικό. Το θέμα ήταν αν το μακεδονικό ιππικό θα εμπλεκόταν σε σύγκρουση με τους ελέφαντες με αποτέλεσμα τη γενική σύγχυση ή μπορούσε να αποφύγει αυτή την αναμέτρηση. Ο Αλέξανδρος την απέφυγε. Ξεκίνησε τη μάχη με μια επίθεση από τους ιπποτοξότες, που επέφερε αρκετή αναστάτωση στους σχηματισμούς της αριστερής εχθρικής πτέρυγας.
Τα άρματα του Πώρου είχαν παραταχθεί μπροστά από το ιππικό στις δύο πλευρές του ινδικού μετώπου και οι ιπποτοξότες του Αλεξάνδρου μάλλον όρμησαν πρώτα στην αριστερή πτέρυγα. Τα άρματα πρέπει να αποτελούσαν τεράστιους στόχους για τους επιτιθέμενους, αφού το καθένα μετέφερε έξι άνδρες – μόνο δύο κρατούσαν ασπίδα. Η προσπάθεια του Ινδού βασιλιά να προτάξει το ιππικό και να το οδηγήσει μπροστά από τα άρματα μαρτυρά ότι επανεξέταζε την ανάπτυξη του στρατού του. Όμως, ο Αλέξανδρος με το ιππικό των Εταίρων του έπληξε το ιππικό της αριστερής ινδικής πτέρυγας τη στιγμή που προχωρούσε σε διάταξη φάλαγγας και πριν προλάβει να αναπτυχθεί σε μέτωπο μάχης.
Ολόκληρη η αριστερή πτέρυγα του Πώρου αναγκάστηκε να αμυνθεί. Στην άλλη πλευρά του πεδίου της μάχης το ιππικό της δεξιάς πτέρυγας των Ινδών έδινε τον καλύτερο εαυτό του για να ανατρέψει την κατάσταση. Διέσχισε την κεντρική πεδιάδα για να αντεπιτεθεί πλαγιοκοπώντας τον Αλέξανδρο. Αριστερά από το μακεδονικό πεζικό πρέπει να υπήρχε ελάχιστο μακεδονικό ιππικό, ή βρισκόταν πολύ μακριά, έτσι ο ινδικός ελιγμός δεν αποτράπηκε. Ωστόσο, ο Μακεδόνας στρατηγός Κοίνος, με μια προσχεδιασμένη ενέργεια, αποσπάστηκε από τους υπόλοιπους Εταίρους και οδήγησε το ιππικό του με μια κυκλωτική κίνηση -προφανώς καλπάζοντας– στα νώτα των αντεπιτιθέμενων Ινδών τη στιγμή που διέσχιζαν κάθετα το πεδίο της μάχης.
Δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο Κοίνος, στην προσπάθειά του να φέρει σε πέρας αυτή την επιχείρηση, να πέρασε από τα μετόπισθεν του προωθούμενου μακεδονικού πεζικού πριν τον αντιλαμβανόταν ο εχθρός. Σίγουρα εμφανίστηκε ξαφνικά και αναπάντεχα, όταν το ιππικό της ινδικής δεξιάς πτέρυγας είχε σχεδόν εμπλακεί με τους Εταίρους του Αλεξάνδρου. Οι Ινδοί απειλούνταν πλέον σε δύο μέτωπα και ήταν πολύ δύσκολο να ξεφύγουν. Αντέδρασαν με διάσπαση των δυνάμεών τους και ταυτόχρονη αντιμετώπιση του Αλεξάνδρου και του Κοίνου.
Η τακτική τους έπρεπε να τροποποιηθεί. Καθώς όμως εκτελούσαν τον ελιγμό τους, ο Αλέξανδρος όρμησε ξαφνικά εναντίον τους. Χωρίς να προσπαθήσουν να αντισταθούν στην πλήρη εφόρμηση του ιππικού των Εταίρων, υποχώρησαν αναζητώντας κάλυψη ανάμεσα στους ελέφαντες.
Ατυχής έκβαση της μάχης για τον Πώρο
Οι ελέφαντες άρχισαν να δείχνουν την αξία τους και ο ρόλος τους έπαψε να είναι καθαρά αμυντικός. Προχώρησαν ενάντια στο επερχόμενο μακεδονικό πεζικό παρά τη βροχή από βλήματα που δέχονταν από τους τοξότες και τους ακοντιστές του Αλεξάνδρου. Διαμέλισαν βίαια τη σαρισοφόρο φάλαγγα, ποδοπατώντας τον εχθρό ή χρησιμοποιώντας τους χαυλιόδοντες και τις προβοσκίδες τους. Οι Ινδοί ιππείς προσωρινά αναθάρρησαν και πραγματοποίησαν μια τελική επίθεση ενάντια στο ιππικό του Αλεξάνδρου, αλλά απωθήθηκαν πάλι και υποχώρησαν ανάμεσα στους ελέφαντες. Σε αυτό το σημείο η μάχη εξελισσόταν κάπως ασυνήθιστα, αφού το ιππικό και των δύο αντιπάλων, αντί να βρίσκεται διάσπαρτο μέσα στις πτέρυγες, είχε συγκεντρωθεί στο κέντρο σαν μια πυκνή και μπερδεμένη μάζα.
Σε λίγο όμως η επίθεση των ελεφάντων έχασε την ορμητικότητά της. Οι οδηγοί τους ήταν εκτεθειμένοι σε βέλη και ακόντια, ενώ οι Μακεδόνες, αντιδρώντας λογικά, τους απέφευγαν και ανανέωσαν την επίθεσή τους όταν τα ζώα είχαν πια κουραστεί. Εξάλλου, οι ελέφαντες συχνά τραυματίζονταν και εξαγριώνονταν σε σημείο που γίνονταν ανεξέλεγκτοι, ακόμη και όταν δεν είχαν χάσει τον οδηγό τους. Αντίθετα από τους Μακεδόνες, το ινδικό ιππικό βρισκόταν αποκλεισμένο ανάμεσα στους ελέφαντες, σε μια περιοχή που διαρκώς στένευε γύρω του. Στις πολεμικές συρράξεις της αρχαιότητας ήταν γνωστό πως οι φοβισμένοι και αφηνιασμένοι ελέφαντες μπορούσαν να βλάψουν ακόμη και τα ίδια τους τα αφεντικά.
Οι ελέφαντες του Πώρου δεν αποτέλεσαν εξαίρεση· όταν οι Ινδοί άρχισαν να συνωθούνται και να σπρώχνονται ανάμεσά τους, οι ελέφαντες τους ποδοπάτησαν και τους συνέθλιψαν. Στο μεταξύ, το ινδικό πεζικό είχε στερηθεί τη βοήθεια του ιππικού, των ελεφάντων και των αρμάτων και έτσι ήταν αδύνατο να αντιμετωπίσει τις σάρισες της μακεδονικής φάλαγγας, που ερχόταν καταπάνω του με τις ασπίδες της να σχηματίζουν ένα αδιαπέραστο τείχος. Στο τέλος, όταν όλα τα τμήματα του στρατού του Πώρου εξουθενώθηκαν, το ιππικό και το πεζικό του Αλεξάνδρου προχώρησαν περικυκλώνοντας και αιχμαλωτίζοντας τους ελέφαντες.
Τα ζώα τώρα πια παρέμεναν ακίνητα, σαλπίζοντας και μουγκανίζοντας, περιορισμένα σε μια παθητική διαμαρτυρία. Το ινδικό ιππικό εξολοθρεύτηκε και όσοι άνδρες του Πώρου κατάφερναν να βρουν ένα σωτήριο άνοιγμα ανάμεσα στις γραμμές του εχθρού τράπηκαν σε φυγή. Όμως, δεν ήταν εύκολο να σωθούν. Ο Κρατερός και οι υπόλοιποι Μακεδόνες που βρίσκονταν στη δυτική όχθη του Υδάσπη διέσχισαν τον ποταμό και αναχαίτισαν τους εξαντλημένους φυγάδες.
Ο Πώρος ήταν ένας άνδρας τεραστίων διαστάσεων. Ήταν ανεβασμένος σε έναν ελέφαντα φορώντας τη βαριά πανοπλία του και, αντίθετα από τον Δαρείο, συνέχισε να να πολεμά μέχρι το τέλος. Μόνο όταν τραυματίστηκε και λιποθύμησε εγκατέλειψε τη μάχη. Ο Αλέξανδρος έστειλε τον Ινδό σύμμαχό του, βασιλιά Ταξίλη, να τον καταδιώξει και να του ζητήσει να παραδοθεί, αλλά ο Πώρος, ανεβασμένος στον ελέφαντά του, τον απείλησε με το δόρυ και τον κράτησε σε απόσταση.
Στάλθηκε δεύτερος απεσταλμένος, που παλιότερα είχε καλές σχέσεις με τον Πώρο. Ο Ινδός βασιλιάς τελικά πείστηκε να κατέβει από τον ελέφαντα και να διαπραγματευτεί με τον Αλέξανδρο, που, γεμάτος θαυμασμό για τη γενναιότητα του εχθρού του και πιθανόν για το αμείωτο ενδιαφέρον του για διπλωματικές διαπραγματεύσεις–, απέδωσε στον Πώρο τις απαιτούμενες τιμές και συμμάχησε μαζί του.
Διαβάστε Επίσης: Η κατάκτηση της Αιγύπτου απο τον Αλέξανδρο: H στέψη του ώς Φαραώ, η επισκεψή του στο μαντείο του Άμμωνος και η ίδρυση της Αλεξάνδρειας
Ο Διόδωρος αναφέρει ότι οι συνολικές απώλειες των Ινδών ήταν πάνω απο 12.000 νεκρούς και 9.000 αιχμάλωτους, ενώ των Μακεδόνων 280 ιππείς και 700 πεζοί. Ο Αρριανός υποστηρίζει ότι οι Μακεδόνες έχασαν συνολικά 230 ιππείς και 80 πεζούς και οτι στη μάχη και στην καταδίωξη που ακολούθησε χάθηκαν 3.000 Ινδοί ιππείς, σκοτώθηκαν 20.000 πεζοί και όλα τα άρματα καταστράφηκαν. Οι ελέφαντες που επέζησαν αποτέλεσαν λεία των νικητών.
Μετά τη Μάχη
Η γενναιότητα, οι δεξιότητες και η ηγετική στάση του Πώρου στη μάχη εντυπωσίασαν τόσο πολύ τον Μέγα Αλέξανδρο, ο οποίος επέτρεψε στον Πώρο να κυβερνά την περιοχή του Υδάσπη, εν ονόματι του Αλέξανδρου ως σατράπης. Ο Μέγας Αλέξανδρος, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω ίδρυσε δύο δίδυμες πόλεις, μία στο σημείο της μάχης που ονομάζεται Νίκαια Αλεξάνδρεια σε ανάμνηση της επιτυχίας του και μία στην ακριβώς απέναντι πλευρά του Υδάσπη, που ονομάζεται Αλεξάνδρεια η Βουκέφαλος, για να τιμήσει το πιστό άλογό του, τον Βουκεφάλα ο οποίος πέθανε από φυσικά αίτια λίγο καιρό μετά τη μάχη.
Το 326 π.Χ., ο στρατός του Μεγάλου Αλεξάνδρου πλησίασε τα όρια της Αυτοκρατορίας των Νάντα, τα στρατεύματα των οποίων σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες της εποχής ήταν πολύ ισχυρότερα απ’ ό,τι ο Αλέξανδρος είχε αντιμετωπίσει μέχρι στιγμής και πολύ καλά εκπαιδευμένα. Οι Νάντα είχαν πληροφορηθεί για την προέλαση του Αλεξάνδρου και τον περίμεναν με 80 χιλιάδες ιππείς, 200 χιλιάδες πεζικό, 6 χιλιάδες άρματα μάχης και 6 χιλιάδες πολεμικούς ελέφαντες.
Επιθυμία του Αλεξάνδρου ήταν να συνεχίσει την προέλασή του στην Ινδία και να τους αντιμετωπίσει, ωστόσο συνάντησε την έντονη αντίδραση του στρατού του. Οι κουρασμένοι σωματικά και ψυχικά στρατιώτες του συγκεντρώθηκαν στο στρατόπεδο και διαμαρτυρήθηκαν έντονα λέγοντας πως δεν ήθελαν να συνεχίσουν. Ο Πώρος είχε αποδειχτεί αξιόμαχος αντίπαλος και η νίκη ενάντια στον πολύ μεγαλύτερο στρατό των Νάντα δεν ήταν βέβαιη. Επίσης οι θερινοί μουσώνες οι οποίοι μαίνονταν εκείνη τη περίοδο πρέπει να είχαν επίσης αρνητική επίδραση στο ηθικό του στρατού, ο οποίος πιθανότατα δεν είχε ποτέ του βιώσει τέτοιο φαινόμενο στο παρελθόν. Τις τελευταίες 70 ημέρες έβρεχε αδιάκοπα.
Ο Μέγας Αλέξανδρος τελικά αποφάσισε στο σημείο αυτό να στραφεί προς τον νότο, κατά μήκος του Ινδού ποταμού, εξασφαλίζοντας τις όχθες του ποταμού ως τα σύνορα της αυτοκρατορίας του με τη δημιουργία μιας ακόμη Αλεξάνδρειας πόλης. Πρόκειται για την Αλεξάνδρεια επί του Ύφαση που ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 326 π.Χ. στα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας του Αλέξανδρου. Στη συνέχεια ο Αλέξανδρος με τον στρατό του κουρασμένοι απο τις αδιάκοπες μάχες άλλαξαν πορεία και πήραν τον δρόμο για την Βαβυλώνα.
Διαβάστε Επίσης: Μάχη των Γαυγαμήλων: Η πιό αποφασιστική μάχη του Αλεξάνδρου και η ήττα της Περσικής Αυτοκρατορίας.
Βιβλιογραφία
John Warry – Alexander 334-323 BC Conquest of the Persian Empire
Diodorus Siculus (90–30 BC). Bibliotheca Historica.
Arrian (AD 86–146). Anabasis Alexandri.