Ναυμαχία του Αρτεμισίου (480 π.Χ.): Μια από τις μεγαλύτερες ναυμαχίες της αρχαιότητας μεταξύ Ελλήνων και Περσών

Η Ναυμαχία του Αρτεμισίου, που διεξήχθη παράλληλα με τη μάχη των Θερμοπυλών, είναι θαλάσσια σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και Περσών, κατά τη δεύτερη περσική εισβολή.

Οι Πέρσες ξεκίνησαν, υπό την ηγεσία του Ξέρξη Α’, εισβολή στην Ελλάδα, με στόχο να αποκαταστήσουν το γόητρο τους μετά την ήττα από τους Αθηναίους στον Μαραθώνα, το 490 π.Χ. Ο Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός Θεμιστοκλής πρότεινε στους Έλληνες να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες στους στενούς χώρους των Θερμοπυλών και του Αρτεμισίου.

Ο περσικός στόλος είχε χάσει περίπου τετρακόσια πλοία λόγω θύελλας στη Μαγνησία, ενώ αργότερα έχασε άλλα διακόσια πλοία στην Εύβοια, τα οποία έστειλε για να παγιδεύσει τους Έλληνες. Μετά από δύο μέρες μικροσυγκρούσεων, ξεκίνησε η κύρια μάχη, που έληξε για τους αντιπάλους με ίσες απώλειες. Οι Έλληνες, όμως, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στη Σαλαμίνα, όταν έμαθαν το αποτέλεσμα της μάχης των Θερμοπυλών.

Στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ωστόσο, οι Έλληνες πέτυχαν αποφασιστική νίκη, λόγω του ότι κατάφεραν να παρασύρουν τους Πέρσες στα στενά. Μετά την ήττα στη Σαλαμίνα, ο Ξέρξης, με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του, υποχώρησε στην Ασία, αναθέτοντας στον Μαρδόνιο την υποδούλωση της Ελλάδος. Αλλά, οι Έλληνες πέτυχαν αποφασιστικές νίκες στις Πλαταιές και στη Μυκάλη, αναγκάζοντας τους Πέρσες να υποχωρήσουν ολοκληρωτικά.

Η Ναυμαχία του Αρτεμισίου

Χάρτης με τις ελληνικές και περσικές κινήσεις στις Θερμοπύλες και στο Αρτεμίσιο.

Η αποστολή του ελληνικού στόλου στο Αρτεμίσιο ήταν, όπως του ελληνικού στρατού στις Θερμοπύλες, καθαρά αμυντική : να παρεμποδίσει τη δίοδο του περσικού στόλου απο το θαλάσσιο στενό Βόρεια της Εύβοιας και την είσοδο του στον Μαλιακό κόλπο και στον Ευβοϊκό, ώστε να μην μπορέσει να πραγματοποιήσει αποβάσεις στα μετόπισθεν των Θερμοπυλών και να προχωρήσει έπειτα πρός τη νότια Ελλάδα.

Ωστόσο, μ᾿ όλο που η αποστολή ήταν αμυντική, η φύση του ναυτικού αγώνα και το γεγονός, ότι η υπεροχή των Περσών σε αριθμό πλοίων ήταν βέβαια σημαντική αλλά όχι και συντριπτική, όπως στις δυνάμεις ξηράς, άφηναν περιθώρια και στους Έλληνες για επιθετική πρωτοβουλία. Και άσκησαν αυτή την πρωτοβουλία σε βαθμό, ώστε απο τις τρεις συγκρούσεις που έγιναν στα ύδατα του Αρτεμισίου, οι δύο να έχουν προέλθει απο επιθετική ενέργεια του ελληνικού στόλου.

Διαβάστε επίσης: Η Μάχη των Θερμοπυλών (480 π.Χ.)

Η θέση που είχε καταλάβει ο ελληνικός στόλος στο Αρτεμίσιο ήταν εξαιρετικά ευνοϊκή για την εκπλήρωση της αποστολής του. Ήταν, όπως γράφει ο Πλούταρχος, «στα νερά ανοιχτά της Ιστιαίας». Προστατευόταν και απο τους νότιους και απο τους βόρειους ανέμους, καθώς ήταν πρός τα νότια η ξηρά και τα βουνά της Εύβοιας και πρός τα βόρεια πέρα απο το θαλάσσιο στενό, η Ολιζών και το Πήλιο. Εξάλλου βρισκόταν δυτικότερα απο το λιμάνι των Αφετών, στην ακτή της Μαγνησίας, όπου στάθμευσε ο περσικός στόλος, και μπορούσε έτσι να αποτελέσει εμπόδιο για τη διάβασή του πρός τον Μαλιακό κόλπο.

Ο περσικός στόλoς έφτασε στον όρμο των Αφετών, κατά τον Ηρόδοτο, τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες της μέρας που άρχισε η μάχη των Θερμοπυλών. Οι Πέρσες αρχηγοί είχαν ήδη πληροφορηθεί οτι μοίρα του ελληνικού στόλου βρισκόταν στο Αρτεμίσιο. Σε λίγο διαπίστωσαν οτι τα πλοία της μοίρας ήταν λίγα. Δεν επιτέθηκαν όμως αμέσως εναντίον τους, όπως επιθυμούσαν, υπολογίζοντας οτι μια κατά μέτωπον επίθεση θα είχε ως πιθανό αποτέλεσμα τη διαφυγή πρός νότο των ελληνικών πλοίων.

Η αποστολή του περσικού στόλου ήταν, αντίθετα, η συντριβή μέσα στο ταχύτερο χρονικό διάστημα της ελληνικής ναυτικής δύναμης, ώστε εξασφαλίζοντας την κυριαρχία στη θάλασσα να παραπλέει με ασφάλεια τις ακτές και να ενεργεί αποβάσεις στα μετόπισθεν κάθε γραμμής αμύνας των Ελλήνων. Για την επιτυχία αυτού του σκοπού, οι Πέρσες έθεσαν σε εφαρμογή ειδικό σχέδιο. Απέσπασαν απο τη συνολική δύναμη του στόλου διακόσια πλοία και τα έστειλαν βόρεια με εντολή, αφού περιπλεύσουν αθέατοι τη Σκίαθο, να προχωρήσουν πρός νότο και να περιπλεύσουν την Εύβοια, φτάνοντας στόν Εύριπο, για να φράξουν έτσι την οδό υποχώρησης των Ελλήνων και να τους κυκλώσουν, καθώς η κύρια δύναμη του περσικού στόλου, ξεκινώντας απο τους Αφέτες, θα τους καταδίωκε. 

Ο Ελληνικός και Περσικός στόλος στο Αρτεμίσιο και τους Αφέτες

Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, οι Πέρσες θα ενεργούσαν επίθεση απο τους Αφέτες εναντίον του ελληνικού στόλου, μόνο αφού λάμβαναν το σήμα, ότι τα διακόσια πλοία είχαν συμπληρώσει τον περίπλου της Εύβοιας και είχαν φτάσει στον προορισμό τους. Και μόνο η θέα του όγκου του περσικού στόλου, που έφτασε στους Αφέτες, επηρέασε το ηθικό των Ελλήνων στο Αρτεμίσιο σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εκδηλωθούν τάσεις εγκατάλειψης της θέσης, Ιδίως απο τους Πελοποννησίους και μάλιστα απο τους Κορινθίους. Ο Θεμιστοκλής όμως, που διέθετε την ισχυρότερη μοίρα του στόλου και θεωρούσε ολέθρια την εγκατάλειψη της θέσης, καθώς θα είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή της όλης αμυντικής τοποθεσίας Θερμοπυλών – Αρτεμισίου, με άμεσο έτσι κίνδυνο να καταληφθεί απο τους Πέρσες ολόκληρη η περιοχή έξω απο τον Ισθμό, κατόρθωσε να αντιδράσει με επιτυχία στην ιδέα της συμπτύξεως.

Εντωμεταξύ τις πρώτες απογευματινές ώρες της ίδιας μέρας έφτασε στο Αρτεμίσιο ένας σπουδαίος αυτόμολος απο τον περσικό στόλο των Αφετών, ένας Έλληνας δύτης απο τη Σκιώνη της Χαλκιδικής ο «Σκυλλίης Σκιωναίος, που έδωσε πολύτιμες πληροφορίες στούς Έλληνες αρχηγούς. Ανέφερε με ακρίβεια τις μεγάλες ζημιές του περσικού στόλου στις ανατολικές ακτές της Μαγνησίας και ειδοποίησε για την αποστολή των διακοσίων πλοίων με σκοπό την κύκλωση του ελληνικού στόλου, Με βάση τις πληροφορίες αυτές, οι Έλληνες αρχηγοί αποφάσισαν να παραμείνουν προσωρινά στη θέση τους και να αποπλεύσουν τη νύχτα, ώστε να μην τους αντιληφθούν οι Πέρσες των Αφετών, με κατεύθυνση πρός νότο. Σκοπός τους ήταν να συναντήσουν και να χτυπήσουν τα διακόσια περσικά πλοία, ματαιώνοντας έτσι το σχέδιο του εχθρού για την κύκλωσή τους.

Η πρώτη συμπλοκή

Η κίνηση όμως αυτή σήμαινε εγκατάλειψη της θέσης του Αρτεμισίου. Πιθανότατα, τότε ο Θεμιστοκλής, που θεωρούσε επικίνδυνη την εγκατάλειψη του Αρτεμισίου, έστω και προσωρινά, και πίστευε, άλλωστε, στην ικανότητα του ἑλληνικού στόλου να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον περσικό κάτω απο ορισμένες συνθήκες, ενισχυμένος και απο τις πληροφορίες του Σκυλλία για τη μείωση της δύναμης του περσικού στόλου κατά εξακόσια πολεμικά πλοία, τετρακόσια απο την τρικυμία και διακόσια του περίπλου, κατόρθωσε να πείσει και τους άλλους Έλληνες αρχηγούς να αναλάβουν οι ίδιοι την πρωτοβουλία να επιχειρήσουν πρός το τέλος της μέρας δοκιμαστική επίθεση εναντίον του εχθρού για να εξακριβώσουν τις αντιδράσεις των Περσών και την απόδοση της ελληνικής τακτικής του διέκπλου (της διάσπασης της εχθρικής γραμμής κατά τη ναυμαχία και της προσβολής των πλοίων του αντιπάλου απο τα πλάγια και απο τα νώτα).

Σε αυτή τη σύγκρουση, οι Πέρσες έχασαν τριάντα πλοία, ενώ ο Αντίδωρος της Λήμνου αυτομόλησε στους Έλληνες. Εκείνη τη νύχτα, ξέσπασε ακόμα μια καταιγίδα (από το Πήλιο) και οι νεκροί κατέληγαν στην Άφυσσο

Οι Πέρσες, όταν είδαν τους Έλληνες να εξορμούν για επίθεση, ενώ διέθεταν λίγα πλοία, νόμιζαν οτι είχαν καταληφθεί απο μεγάλη μανία, εξέπλευσαν και αυτοί, ελπίζοντας οτι εύκολα θα κυριεύσουν τα ελληνικά πλοία. Υποτιμώντας έτσι τον αντίπαλο, κύκλωσαν τα ελληνικά πλοία στο μέσο περίπου του θαλάσσιου στενού, όπου συναντήθηκαν οι δύο στόλοι.

Τότε, γράφει ο Ηρόδοτος, όσοι απο τους Ίωνες ήταν «εύνοοι» πρός τους Έλληνες και είχαν στρατευθεί παρά τη θέλησή τους, φοβήθηκαν ότι ο ελληνικός στόλος θα πάθαινε συμφορά. Αλλά τα ελληνικά πλοία έλαβαν αμέσως τον κατάλληλο για παρόμοια περίπτωση σχηματισμό. Με το πρώτο σήμα των αρχηγών, αφού έστρεψαν τις πλώρες με τα έμβολα πρός τον εχθρό, πλησίασαν τις πρύμνες τους κοντά τη μια στην άλλη, ώστε να σχηματιστεί κύκλος και να είναι παρατεταγμένα σε ακτινοειδή διάταξη. 

Η ταχύτητα και η ακρίβεια των κινήσεων των ελληνικών πλοίων, η ετοιμότητα για την πραγματοποίηση του σχηματισμού, που επιβαλλόταν απο την κίνηση του εχθρού, έδειχναν την εξαίρετη άσκηση και το υψηλό ηθικό των αξιωματικών και των πληρωμάτων του ελληνικού στόλου. Τα ελληνικά πλοία, αφού, με τον σχηματισμό που έλαβαν, εξασφάλισαν την άμυνά τους απέναντι στον κλοιό του περσικού στόλου, ανέλαβαν γρήγορα επίθεση, εφαρμόζοντας την τακτική του διέκπλου.

Η ναυμαχία κράτησε ως την επέλευση της νύχτας, οπότε οι αντίπαλοι αποχωρίστηκαν: οι Έλληνες απέπλευσαν πρός το Αρτεμίσιο και οι Πέρσες πρός τους Αφέτες. Τριάντα εχθρικά πλοία κυρίευσαν οι Ελληνες. Το αριστείο της ναυμαχίας έλαβε ο Αθηναίος Λυκομήδης Αιχραίου, που πρώτος κυρίευσε εχθρικό πλοίο. Κατά τη διάρκειά της αυτομόλησε πρός τον ελληνικό στόλο με το πλοίο του ο Λήμνιος Αντίδωρος, μόνος απο τους Έλληνες που βρίσκονταν στις τάξεις του περσικού στόλου. Γι’ αυτό και του έδωσαν οι Αθηναίοι τιμητική θέση στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. 

Η πρώτη αυτή σύγκρουση έληξε μάλλον αμφίρροπη. Ηταν όμως αναμφισβήτητη επιτυχία των Ελλήνων. Και είχε καλά αποτελέσματα, ιδίως για το ηθικό τους, καθώς απέδειξε στην πράξη, ότι ο περσικός στόλος, παρά την αριθμητική υπεροχή του, δεν ήταν ακαταμάχητος και οτι ο ελληνικός στόλος μπορούσε να τον αντιμετωπίσει με επιτυχία. 

Διαβάστε επίσης: Μάχη του Μαραθώνα: Η πρώτη νικηφόρα μάχη των Ελληνων εναντίων των Περσών.

Τρικυμία καταστρέφει 200 περσικά πλοία 

 H καταιγίδα έπληξε το περσικό απόσπασμα πλοίων, οδηγώντας τα εκτός πορείας στη βραχώδη ακτή των «Κοίλων» της Εύβοιας. Αυτό το τμήμα του περσικού στόλου ναυάγησε χάνοντας τα περισσότερα πλοία

Κατά τη νύχτα, μετά την πρώτη σύγκρουση, ο περσικός στόλος υπέστη βαρύτατες απώλειες, γεγονός που βελτίωσε τη θέση των Ελλήνων. Ισχυροί νότιοι άνεμοι και θύελλα κατέστρεψαν τα διακόσια περσικά πλοία που έπλεαν μέσα στη νύχτα στα Κοίλα της Εύβοιας. Η τύχη τώρα φαινόταν να κλίνει πρός το μέρος των Ελλήνων. Η καταστροφή των διακοσίων πλοίων, ενώ έπλεαν έξω απο τις βραχώδεις ακτές της νοτιοανατολικής Εύβοιας, οφειλόταν βέβαια και στη σύμπτωση να ξεσπάσει νυκτερινή θύελλα αλλά και στο οτι οι Πέρσες αγνοώντας τις ελληνικές θάλασσες διέταξαν τον επικίνδυνο περίπλου και μάλιστα κατά την περίοδο των ετησίων ανέμων. Οπωσδήποτε, η καταστροφή, εκτός απο τη σοβαρή μείωση της δύναμης του περσικού στόλου, που βάρυνε πολύ στην εξέλιξη των ναυτικών επιχειρήσεων και του όλου πολέμου, είχε και ευεργετικό αποτέλεσμα στο ηθικό των Ελλήνων, που έβλεπαν οτι οι άνεμοι ήταν σύμμαχοί τους. 

Ο Ηρόδοτος γράφει : «Και έγιναν όλα αυτά για να εξισωθεί το περσικό ναυτικό με το ελληνικό και να μην είναι υπέρτερο». Η ίδια κακοκαιρία, με την ίδια διεύθυνση των ανέμων, αποτέλεσε μεγάλη δοκιμασία και για τους Πέρσες που βρισκόταν στους Αφέτες. Νυχτερινή θύελλα τάραζε τα πλοία, ενώ τα ναυάγια της απογευματινής ναυμαχίας φέρονταν απο τα κύματα στις πλώρες των πλοίων και στα κουπιά. Τα πληρώματα ταλαιπωρήθηκαν και κατατρόμαξαν. Την καταστροφή στα ανατολικά του Πηλίου ακολούθησε ναυμαχία και αμέσως έπειτα η φοβερή νύχτα. Η νυχτερινή θύελλα κατέστησε αδύνατη και την αναχώρηση του ελληνικού στόλου απο το Αρτεμίσιο, σύμφωνα με την απόφαση που είχε ληφθεί το απόγευμα. 

Η δεύτερη σύγκρουση

Τη δεύτερη μέρα (δεύτερη μέρα και της μάχης των Θερμοπυλών), οι Πέρσες αποφάσισαν να μην επιτεθούν στους Έλληνες – οι οποίοι είχαν ενισχυθεί με άλλα 53 πλοία από την Αττική. Τότε, οι Έλληνες επιτέθηκαν στα πλοία από την Κιλικία

Την επόμενη μέρα έφτασαν 53 αθηναϊκά πλοία και έτσι ο στόλος ενισχύθηκε σημαντικά. Συγχρόνως ήρθε και η είδηση για την καταστροφή των 200 περσικών πλοίων. Έτσι δεν υπήρχε πια ούτε δικαιολογία ούτε πρόσχημα για την αναχώρηση του ελληνικού στόλου. Παράλληλα, οι Πέρσες των Αφετών δεν έπαιρναν καμιά επιθετική πρωτοβουλία. Κρατούσαν ακίνητα τα πλοία τους, καθώς είχαν ανάγκη ησυχίας, για να συνέλθουν τα πληρώματα απο τη νυχτερινή δοκιμασία.

Με τις ευνοϊκὲς αυτές συνθήκες οι Έλληνες απέπλευσαν την ίδια ώρα, όπως και την προηγούμενη μέρα. Οι Πέρσες δεν βγήκαν απο τον όρμο να τους αντιμετωπίσουν. Ετσι οι Ελληνες έφτασαν ανενόχλητοι στους Αφέτες. Εκεί επιτέθηκαν εναντίον των πλοίων των Κιλίκων (θα βρίσκονταν στην εξωτερική πλευρά του όρμου) και τα κατέστρεψαν, χωρίς ο υπόλοιπος περσικός στόλος να κινηθεί. Και, καθώς έφτασε η νύχτα, επέστρεψαν στο Αρτεμίσιο. Επρόκειτο για επιδρομή, που εκτελέστηκε με πλήρη επιτυχία. Η ώρα διεξαγωγής της επιχείρησης ήταν καλά διαλεγμένη, καθώς δεν έμενε πολύς χρόνος στον εχθρό να αντιδράσει, ενώ και στην περίπτωση πολεμικής ατυχίας η γρήγορη επέλευση της νύχτας εξασφάλιζε στα ελληνικά πλοία τη διαφυγή.

Η τρίτη σύγκρουση

Την τρίτη μέρα, οι Πέρσες ήταν έτοιμοι να επιτεθούν – οι Έλληνες, από την πλευρά τους, προσπάθησαν να κλείσουν τα στενά. Οι Πέρσες διαμόρφωσαν τα πλοία τους σε σχήμα κύκλου στη μάχη, οι δύο πλευρές υπέστησαν σχεδόν ίσες απώλειες και πρακτικώς η ναυμαχία έληξε ισόπαλη

Η μάχη έλαβε διαφορετική μορφή την επόμενη μέρα, τρίτη απο την έναρξη των συγκρούσεων. Οι Πέρσες ναύαρχοι αποφάσισαν να αναλάβουν αυτοί την πρωτοβουλία και απέπλευσαν απο τους Αφέτες, στο μέσο της ημέρας, με το σύνολο του στόλου τους. Οι Έλληνες απέφυγαν να ναυμαχήσουν στα ανοικτά του στενού και κράτησαν τα πλοία τους ακίνητα στο Αρτεμίσιο, ώστε να έχουν το πλεονέκτημα του στενού χώρου, που θα δυσχέραινε τις κινήσεις και την ανάπτυξη του πολυαριθμότερου εχθρικού στόλου. Οι Πέρσες παρέταξαν τα πλοία τους σε μηνοειδή διάταξη, με πρόθεση να κυκλώσουν τα ελληνικά, αν προχωρούσαν πρός τα έξω, η να τα αποκλείσουν και να τα χτυπήσουν μέσα στον αιγιαλό του Αρτεμισίου, αν παρέμεναν. 

Οι Ελληνες όμως, όταν οι Πέρσες πλησίασαν στο Αρτεμίσιο, κινήθηκαν επιθετικά προχωρώντας τόσο μόνο, ώστε να έχουν στήριγμα, για να μην κυκλωθούν, τις προεξοχές της ξηράς στα άκρα του αιγιαλού. Η σύγκρουση άρχισε με σφοδρότητα. Τα περσικά πλοία, μεγάλα και πολυάριθμα, δυσκολεύονταν στις κινήσεις τους στον στενό θαλάσσιο χώρο και συγκρούονταν μεταξύ τους. 

Ετσι η σύγκρουση εξακολούθησε σφοδρή και οι απώλειες ήταν βαριές και για τις δύο πλευρές, πολύ βαρύτερες όμως για τους Πέρσες. Η ναυμαχία, αμφίρροπη στο σύνολό της, έληξε χωρίς αποφασιστικό αποτέλεσμα. Και οι αντίπαλοι στόλοι επέστρεψαν στις βάσεις τους. Κατά τη ναυμαχία διακρίθηκαν απο την πλευρά των Περσών κατ᾽ εξοχήν οι Αιγύπτιοι, που κυρίευσαν και πέντε ελληνικά πλοία με τα πληρώματά τους και απο την πλευρά των Ελλήνων οι Αθηναίοι και ιδιαίτερα ο Κλεινίας ο Αλκιβιάδου, πατέρας του νεώτερου Αλκιβιάδη. Οι Αθηναίοι είχαν και τις μεγαλύτερες απώλειες με «τετρωμένα» τα μισά πλοία τους.

Η τρίτη αυτή σύγκρουση ήταν η κατ᾽ εξοχήν ναυμαχία του Αρτεμισίου, οχι μόνο απο την άποψη οτι έγινε στον χώρο του, αλλα και απο τον χρόνο που διήρκεσε, τη σφοδρότητα των αντιπάλων και το μέγεθος των απωλειών. Μπορεί να θεωρηθεί ως νίκη των Ελλήνων, οχι μόνο γιατί παρέμειναν κύριοι των νεκρών και των ναυαγίων, αλλα και γιατι εκπλήρωσαν την αμυντική αποστολή τους, με το να διατηρήσουν αξιόμαχες τις δυνάμεις τους και να μην επιτρέψουν στον περσικό στόλο να εισχωρήσει στο στενό. 

Διαβάστε επίσης: Η Μάχη των Πλαταιών: Ο Ελληνικός συνασπισμός εξολοθρεύει την περσική απειλή και περνάει στην αντεπίθεση.

Η αναχώρηση των Ελλήνων

Οι Πέρσες έμαθαν για την υποχώρηση των Ελλήνων από την Ιστιαίην, αλλά δεν πίστεψαν τους αγγελιαφόρους- τότε έστειλαν μερικά πλοία στην περιοχή, και έμαθαν ότι οι Έλληνες είχαν υποχωρήσει στην πραγματικότητα από το Αρτεμίσιο. Τότε, αποφάσισαν να καταστρέψουν την περιοχή.

Μετά τη ναυμαχία, ο απεσταλμένος στο ελληνικό στρατόπεδο των Θερμοπυλών, ο Αθηναίος Αβρώνιχος ο Λυσικλέους, έφερε με τριηκόντορο την είδηση του θανάτου του Λεωνίδα και της πτώσης των Θερμοπυλών. Αποφασίστηκε τότε η άμεση αποχώρηση του ελληνικού στόλου, καθώς είχε λήξει η αποστολή του στο Αρτεμίσιο και γινόταν πια επικίνδυνη η παραμονή του στο στενό. Ο στόλος κινήθηκε πρός νότο, με εμπροσθοφυλακή τα πλοία των Κορινθίων και με οπισθοφυλακή τα αθηναϊκά. Αλλά για τους Πέρσες η έκπληξη ήταν μεγάλη, όταν είδαν τον ουσιαστικά νικητή ελληνικό στόλο να φεύγει. 

Ετσι δεν έχει τίποτα το εκπληκτικό η διήγηση του Ηροδότου, οτι οι Πέρσες έριξαν στη φυλακή τον άνδρα απο την Ιστιαία, που τους έφερε την είδηση της φυγής των ελληνικών πλοίων. Ο Θεμιστοκλής, αποβλέποντας στη συνέχιση του αγώνα, επωφελήθηκε απο την αναχώρηση και, εφαρμόζοντας στρατηγική ψυχολογικού πολέμου, αφού διάλεξε γρηγορα πλοία, σταματούσε με αυτά στις ακτές και σε άλλες θέσεις όπου ήταν πιθανόν να αποβιβαστούν τα πληρώματα του εχθρικού στόλου, και ανέγραφε σε λίθους εκκλήσεις πρός τους Ίωνες, να προσχωρήσουν στους Ελληνες η τουλάχιστον να πολεμούν χωρίς ζήλο, να δημιουργούν δυσκολίες στους Πέρσες κατά τις ναυμαχίες, και να πείθουν και τους Κάρες να κάνουν το ίδιο. 

Με τις εκκλήσεις αυτές απέβλεπε σε διπλό σκοπό: να πετύχει ενδεχομένως προσχωρήσεις στον ελληνικό στόλο ιωνικών και καρικών πλοίων και να προκαλέσει οπωσδήποτε δυσπιστία για τους Ίωνες και τους Κάρες στους Πέρσες αρχηγούς. Η ναυμαχία στο Αρτεμίσιο έληξε με νίκη των Ελλήνων στο στρατηγικό πεδίο, εφόσον ως το τέλος ο ελληνικός στόλος εξεπλήρωσε με επιτυχία την αποστολή του.

Ο στόλος των Ελλήνων κατευθύνθηκε στη Σαλαμίνα, με σκοπό να βοηθήσει την εκκένωση της Αττικής. Ο Θεμιστοκλής, παράλληλα, άφησε επιγραφές στους Ίωνες να μην πολεμήσουν κατά των Ελλήνων

Η κύρια αιτία της επιτυχίας οφειλόταν σε δύο παράγοντες: Πρώτον στο ότι οι Αθηναίοι, που είχαν την ευθύνη του στόλου, διέθεσαν για την άμυνα στο Αρτεμίσιο, σε αντίθεση με ο,τι έπραξαν οι Σπαρτιάτες για την άμυνα στις Θερμοπύλες, το σύνολο σχεδόν του στόλου τους και έτσι υπήρχαν κατά τις συγκρούσεις επαρκείς ναυτικές δυνάμεις· και δεύτερο στο ότι οι Αθηναίοι διέθεταν πολεμικό ηγέτη μεγίστης αξίας, τον Θεμιστοκλή, που κατόρθωσε να επηρεάζει τον αρχιναύαρχο Ευρυβιάδη, να υπερνικά όλες τις παρουσιαζόμενες δυσκολίες και να οδηγεί με τόλμη και ικανότητα στις επιτυχίες. Δίκαια έτσι η νίκη στο Αρτεμίσιο θεωρήθηκε νίκη κατεξοχήν των Αθηναίων, όπως αναφέρει ενδεικτικά το αποδιδόμενο στον Σιμωνίδη επίγραμμα, που είχε χαραχθεί σε μια στήλη, μετα τη λήξη του πολέμου.

«Παντοδαπῶν ἀνδρῶν γενεὰς ᾿Ασίης ἀπὸ χώρας παῖδες ᾿Αθηναίων τῷδέ ποτ᾽ ἐν πελάγει ναυμαχίῃ δαμάσαντες, ἐπεὶ στρατὸς ὤλετο Μήδων, σήματα ταῦτ᾽ ἔθεσαν παρθένῳ ᾿Αρτέμιδι».

Είχε, γενικά, η ναυμαχία του Αρτεμισίου εξαιρετική σημασία για την πείρα και το θάρρος που απέκτησαν οι Έλληνες. Οπως τονίζει ο Πλούταρχος επιγραμματικά, οι Έλληνες ωφελήθηκαν σε πείρα, γιατί διδάχθηκαν στην πράξη, μέσα στον κίνδυνο, οτι ούτε το πλήθος των πλοίων ούτε τα στολίδια και η αίγλη των επισήμων ούτε οι αλαζονικές κραυγές η τα βάρβαρα πολεμικά εμβατήρια είναι ικανά να τρομοκρατήσουν άνδρες που γνωρίζουν και τολμούν να μάχονται.

Μπορεί να λεχθεί, εξάλλου, οτι η ναυμαχία του Αρτεμισίου, και ιδιαίτερα η σύγκρουση της τελευταίας μέρας, ήταν μια γενική δοκιμή για τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Έτσι, στο Αρτεμίσιο θεμελιώθηκε πραγματικά η ελευθερία των Ελλήνων, όπως είπε ο Πίνδαρος, εγκωμιάζοντας τους Αθηναίους : «Οθι παῖδες ᾿Αθαναίων ἐβάλοντο φαεννὰν κρηπῖδ᾽ ἐλευθερίας».

Βιβλιογραφία

Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος – Ιστορία του Ελληνικού Έθνους
Ηρόδοτος, Ιστορίαι
Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι – Θεμιστοκλής
Tom Holland (2005). Persian Fire

Διαβάστε επίσης: Ναυμαχία της Σαλαμίνας: Ο Θεμιστοκλής συντίβει τον Περσικό στόλο και οδηγεί τους Έλληνες σε μια απο τις ενδοξότερες νίκες στην ιστορία.

Α Βαλκανικός Πόλεμος: Το Μέτωπο της Ηπείρου- Η Απελευθέρωση της Πρέβεζας και οι Μάχες στα Πέντε Πηγάδια – Αγίους Σαράντα – Μέτσοβο

Κατά την έναρξη του Α Βαλκανικού Πολέμου η Ήπειρος είχε δευτερεύουσα σημασία για την ελληνική Διοίκηση, η οποία επικεντρώθηκε στις ενέργειες του "Στρατού της...

Γοτθικός Πόλεμος (Β Μέρος) – Απο την αντεπίθεση των Γότθων μέχρι την τελική επικράτηση των Βυζαντινών και την ερήμωση της Ιταλίας.

Αναζωπύρωση του Γοτθικού πολέμου (542-552) Ο Γοτθικός Πόλεμος μεταξύ της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας επί αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α' και του Οστρογοτθικού Βασιλείου της Ιταλίας έλαβε χώρα...