H στρατηγική και οι τακτικές της Μάχης της Ισσού γίνονται κατανοητές μόνο με τη μελέτη της γεωγραφίας της περιοχής. Η μάχη δόθηκε στο σημείο όπου η συριακή ακτή συναντά την ακτή της νότιας Μικράς Ασίας, σχηματίζοντας ορθή γωνία, στην περιοχή της Αλεξανδρέττας – ένα όνομα που προέρχεται από τον Αλέξανδρο και διατηρεί ακόμη ζωντανή τη μνήμη του. Οι στρατηγικές κινήσεις πριν από τη μάχη πρέπει να μελετηθούν με βάση το χάρτη της περιοχής.
Ελιγμοί του στρατεύματος
Τα γεγονότα στο Αιγαίο κινητοποίησαν επιτέλους το μεγάλο βασιλιά προκειμένου να αναλάβει προσωπική δράση με ένα στρατό περίπου 600.000 ανδρών. Οι σύγχρονοι ιστορικοί κατηγορούν τους αρχαίους συναδέλφους τους πως γενικά υπερέβαλαν όσον αφορά στο μέγεθος του στρατού των Περσών και των άλλων ηγεμόνων της Ανατολής που αντιμετώπισαν οι Έλληνες και οι Μακεδόνες σε διάφορες περιόδους. Όμως, είναι γνωστό ότι οι περσικοί στρατοί, όπως και οι σύγχρονοι, εξαρτιόνταν από τους διαύλους επικοινωνίας και τροφοδοσίας, ενώ οι ελληνικοί στρατοί ήταν μικροί και προμηθεύονταν τα αναγκαία αγαθά από τη γη όπου βρίσκονταν κάθε στιγμή.
Ο στρατός του Αλεξάνδρου ήταν ένας κατεξοχήν ελληνικός στρατός. Στους αριθμούς που αποδίδονται στο στρατό του Δαρείου για εκείνη την περίοδο μάλλον λαμβάνονται υπόψη και τα στρατεύματα υποστήριξης. Ακόμη όμως και σε αυτή την περίπτωση, ο Αλέξανδρος, με μια δύναμη σχεδόν 40.000 ανδρών τη στιγμή της διάβασης του Ελλησπόντου, διέθετε μια δύναμη πολύ μικρότερη από των Περσών.
Ίσως ο Δαρείος πίστευε ότι ο τεράστιος αριθμός των ανδρών του θα ήταν αρκετός για να τρομοκρατήσει τους Μακεδόνες και τον αρχηγό τους και ότι η άφιξή του θα έτρεπε τον Αλέξανδρο σε φυγή. Αυτό τον συμβούλευαν οι λιγότερο συνετοί σύμβουλοί του. Προφανώς, γνωρίζοντας το χαρακτήρα του Δαρείου, οι αξιωματικοί και οι αυλικοί του απέφευγαν να του λένε όσα δεν ήθελε να ακούσει. Ήταν τόσο αισιόδοξος, ώστε, όχι μόνο ήλπιζε να εκδιώξει τον Αλέξανδρο από την Ασία, αλλά ήθελε να τον αποκλείσει εκεί. Πίστευε πως το μοναδικό του πρόβλημα θα ήταν πώς να εμποδίσει το μακεδονικό στρατό να διαφύγει.
Καθώς ο Αλέξανδρος βάδιζε νότια προς την πεδιάδα κοντά στην Ταρσό, διέσχισε την οροσειρά του Ταύρου και πέρασε από ένα στενό ορεινό πέρασμα, τις Κιλίκιες Πύλες, ενώ ο Δαρείος ανέβαινε την κοιλάδα του Ευφράτη μέσα από τη Συρία. Ήθελε να προλάβει τον Αλέξανδρο προτού καταλάμβανε την Ταρσό. Έστειλε, λοιπόν, τον αξιωματικό Αρσάμη να κλείσει τις Κιλίκιες Πύλες, όμως εκείνος, που είχε μαζί του μια μικρή δύναμη, αντίκρισε ένα ελαφρά οπλισμένο και πολύ ευέλικτο απόσπασμα με επικεφαλής τον ίδιο τον Αλέξανδρο. Απέφυγε να εμπλακεί σε μάχη με τους Μακεδόνες σκοπεύοντας να πυρπολήσει την Ταρσό για να μην πέσει στα εχθρικά χέρια, αλλά ο Αλέξανδρος τον πρόλαβε και έσωσε την πόλη.
Στην Ταρσό ο Αλέξανδρος αρρώστησε, ανέβασε πυρετό και η καθυστέρηση έκανε τον Δαρείο να πιστέψει πως οι Μακεδόνες φοβήθηκαν την αναμέτρηση μαζί του. Ο Πέρσης βασιλιάς είχε στρατοπεδεύσει στους Σώχους της Συρίας, στο σημείο όπου αργότερα θα χτιζόταν η Αντιόχεια. Όταν έμαθε ότι ο Αλέξανδρος συνέχισε την προέλασή του, σκέφτηκε να παραμείνει στη θέση του. Στη συριακή πεδιάδα οι υπεράριθμοι Πέρσες θα είχαν πολύ μεγάλο πλεονέκτημα. Αν είχε ακολουθήσει πιστά αυτή τη στρατηγική, ίσως η έκβαση να ήταν καλύτερη για εκείνον, αλλά, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, άρχισε να διαφαίνεται η ευκαιρία για μια αριστοτεχνική ενέργεια.
Διαβάστε επίσης: Η Μάχη του Γρανικού: Η Πρώτη Μεγάλη Νίκη του Αλεξάνδρου επί των Περσών.
Ο Αλέξανδρος στρατοπέδευσε στη Μαλλό της Κιλικίας και προχώρησε μέσω της παράκτιας στενωπού προς τη Συρία, φτάνοντας στο μικρό λιμάνι της Ισσού, που είχε ήδη καταληφθεί από ένα απόσπασμα με τον Παρμενίωνα. Εκεί κατέλυσε προσωρινά και άφησε τους άρρωστους και πληγωμένους Μακεδόνες. Στη συνέχεια κατευθύνθηκε νότια, κατά μήκος της στενής παράκτιας ζώνης ανάμεσα στα βουνά και στη θάλασσα, προκειμένου να φτάσει στις Συριακές Πύλες, κοντά στο σημερινό Ισκεντερούν (Αλεξανδρέττα).
Μάλλον βάδισε νύχτα, όπως είχε κάνει και στην αστραπιαία μετάβασή του στις Κιλίκιες Πύλες. Αυτή τη φορά όμως ήταν επικεφαλής του κύριου σώματος του στρατού και όχι μιας ευέλικτης επιθετικής δύναμης. Ο Δαρείος ξεγελάστηκε βλέποντας μια πανομοιότυπη μακεδονική στρατηγική και θέλησε να δώσει το αποφασιστικό χτύπημα: με μια κυκλωτική κίνηση θα απομόνωνε τον Αλέξανδρο από τον καταυλισμό της Ισσού και το κύριο σώμα του στρατού του. Η επιχείρηση διευκολύνθηκε από μια ξαφνική και βίαιη καταιγίδα που σταμάτησε τον Αλέξανδρο στην παράκτια Μυρίανδρο, κοντά στις Συριακές Πύλες.
Ο Δαρείος εκμεταλλεύτηκε μια διαδρομή μέσα από μια κοιλάδα, λίγο ανατολικά των Αμανικών ορέων, και οδήγησε το στρατό του πάλι βόρεια, αποφεύγοντας έτσι το στρατό του Αλεξάνδρου και παρακάμπτοντας την παράκτια ζώνη. Όμως, ο ελιγμός του είχε το μειονέκτημα ότι έφερε τον περσικό στρατό πάλι πίσω στη στενή και χαμηλή περιοχή ανάμεσα στη θάλασσα και στα βουνά, αφήνοντας πίσω την πλατιά συριακή πεδιάδα, όπου το πολυπληθές στράτευμά του θα μπορούσε να αναπτυχθεί καλύτερα.
Ο Αλέξανδρος σίγουρα εξεπλάγη με την κίνηση αυτή και έστειλε μια τριήρη στον κόλπο της Ισσού για να επιβεβαιώσει την αναφορά που είχε λάβει. Στην πραγματικότητα, αυτή η εξέλιξη ήταν μια ευχάριστη έκπληξη: τίποτα δεν θα είχε ικανοποιήσει τον Αλέξανδρο περισσότερο από την προοπτική μιας μάχης σε μια στενή λωρίδα γης. Αντίθετα, ο Δαρείος μάλλον απογοητεύτηκε. Όταν κατέβηκε από τα βουνά κατευθυνόμενος προς την Ισσό, βρήκε μόνο το νοσοκομειακό καταυλισμό των Μακεδόνων. Οι Πέρσες κατακρεούργησαν πολλούς αρρώστους και τραυματίες και ακρωτηρίασαν όσους ήταν αξιόμαχοι κόβοντάς τους τα χέρια.
Στο μεταξύ, ο Αλέξανδρος με ολόκληρο το στρατό του επέστρεφε βόρεια από τον ίδιο δρόμο. Ίσως ο Δαρείος ακόμη πίστευε πως «προσπαθούσε να διαφύγει» και προχώρησε με τον περσικό στρατό νότια της Ισσού για να του κλείσει το δρόμο. Όταν οι δύο στρατοί συναντήθηκαν, είχαν ανάμεσά τους μόνο τον ποταμό Πίναρο – ένα στενό ρέμα με σχετικά λίγο νερό. Ο Αλέξανδρος είχε κατεύθυνση προς βορρά και ο Δαρείος προς νότο.
Εκ πρώτης όψεως, η κατάσταση δεν διέφερε πολύ από το Γρανικό. Όμως, το γεγονός ότι ο Γρανικός ήταν φουσκωμένος λόγω της άνοιξης και ότι ο Πίναρος στα τέλη του φθινοπώρου είχε ελάχιστο νερό, σήμαινε ότι το πεδίο της μάχης ήταν διαφορετικό. Χωρίς να καθυστερήσει, ο Αλέξανδρος ετοιμάστηκε να εφαρμόσει τις γνωστές μακεδονικές τακτικές, με την αποτελεσματική συνεργασία του κεντρικού πεζικού και της πτέρυγας του ιππικού. Καθώς προχωρούσε αργά και συνειδητά προς βορρά, η λεπτή χαμηλή παραλιακή λωρίδα πλάτυνε ελαφρά και τελικά κατάφερε να παρατάξει το στρατό του σε θέση μάχης.
Παράταξη των δύο στρατών
Ο Δαρείος ήταν πλέον πεπεισμένος ότι ο Αλέξανδρος δεν θα επιδίωκε μάχη σε παράταξη και αυτό πρέπει να του προκάλεσε μεγάλη έκπληξη. Υιοθέτησε αμυντική τακτική, οχυρώνοντας την απόκρημνη όχθη του ποταμού με πασσάλους σε συγκεκριμένα σημεία και στέλνοντας 30.000 ιππείς και 20.000 ελαφρά οπλισμένους πεζούς να διασχίσουν τον ποταμό και να παρακολουθήσουν τις κινήσεις των Μακεδόνων. Ήταν επικεφαλής 30.000 βαριά οπλισμένων Ελλήνων μισθοφόρων, που μαζί με τους 60.000 Πέρσες μισθοφόρους αποτελούσαν τώρα το κέντρο της εμπροσθοφυλακής του. Εκεί αποφάσισε να αντιμετωπίσει τη μακεδονική φάλαγγα. Ο Δαρείος διέθετε πολύ περισσότερους Ασιάτες πεζούς από εκείνους που είχαν οι στρατηγοί του στο Γρανικό.
Τους είχε διατεταγμένους σε μεγάλα σώματα που υποστήριζαν την εμπροσθοφυλακή του και σχημάτιζαν μια μακριά γραμμή σε όλο το πλάτος του στενού πεδίου της μάχης – η θάλασσα ήταν αρκετά κοντά στα δεξιά του και οι λόφοι υψώνονταν στα αριστερά. Στο κέντρο αυτού του ετερόκλητου πλήθους βρισκόταν ο Δαρείος, που οδηγούσε το άρμα του. Οι Πέρσες βασιλιάδες συνήθιζαν να τοποθετούνται στο κέντρο της παράταξης, αφού από το σημείο εκείνο μπορούσαν να δίνουν διαταγές προς όλες τις κατευθύνσεις και να καθοδηγούν τα συνήθως μεγάλα σώματα του στρατού τους.
Διαβάστε επίσης: Πολιορκία της Τύρου (332 π.Χ.): Η σπουδαιότερη πολιορκητική επιχείρηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Στην Ισσό οι πρόποδες των λόφων σχημάτιζαν καμπύλη και έτσι οι περσικές γραμμές συνέκλιναν προς τα εμπρός, δημιουργώντας μια απειλή που περικύκλωνε τη δεξιά πτέρυγα του Αλεξάνδρου. Στο κέντρο βρίσκονταν οι ασιατικές μονάδες πεζικού, που περιλάμβαναν στρατιωτικά σώματα διατεταγμένα με βάση τη γεωγραφική τους προέλευση. Η διάταξή τους ήταν τόσο πυκνή ώστε σίγουρα δυσκολεύονταν να ελιχθούν στη μάχη. Ακόμη και αν δεχτούμε ότι ο Δαρείος είχε στη διάθεσή του 600.000 άνδρες και ότι ο αριθμός αυτός δεν είναι υπερβολικός, δεν βρίσκονταν όλοι απαραιτήτως στο πεδίο της μάχης.
Στον επιτιθέμενο στρατό του Αλεξάνδρου όλα τα μακεδονικά στρατεύματα στα αριστερά της κεντρικής φάλαγγας διοικούνταν από τον Παρμενίωνα. Στα δεξιά, οι τοξότες και οι ελαφρά οπλισμένοι Αγριάνες είχαν ως αποστολή να παρασύρουν τον εχθρό που πλαγιοκοπούσε τους Μακεδόνες προς τους πρόποδες των λόφων. Αυτό έγινε πολύ εύκολα και έτσι το πεζικό του Δαρείου σκόρπισε αναζητώντας καταφύγιο ψηλά στο βουνό και πλέον δεν αποτελούσαν κίνδυνο. Παρ’ όλα αυτά, ο Αλέξανδρος έστειλε 300 ιππείς για να τους επιτηρεί.
Την τελευταία στιγμή ο Αλέξανδρος απέσυρε δύο σώματα του ιππικού των Εταίρων από μια σχετικά κεντρική θέση και τα έστειλε να ενισχύσουν τη δεξιά του πτέρυγα. Αυτή η ανακατάταξη ήταν απόλυτα απαραίτητη, αφού ο Μακεδόνας βασιλιάς είχε ήδη μετακινήσει το θεσσαλικό ιππικό από την αρχική του θέση στη δεξιά πτέρυγα προς τα αριστερά του, όπου συγκεντρώνονταν πολυάριθμοι Πέρσες. Πράγματι, μόλις ο Δαρείος ανακάλεσε τους ιππείς που είχαν διασχίσει τον ποταμό, τους συγκέντρωσε στα δεξιά του, απέναντι στον Παρμενίωνα. Στο σημείο αυτό η πεδιάδα πλησίαζε πολύ κοντά στη θάλασσα και αναμφίβολα ευνοούσε το ιππικό. Οι δύο τελευταίες ανακατατάξεις του
Αλεξάνδρου πέρασαν απαρατήρητες. Οι Θεσσαλοί κινήθηκαν γύρω από τα μετόπισθεν του προελαύνοντος στρατεύματος και οι Εταίροι, ενημερωμένοι πως ο εχθρός δεν έπρεπε να τους αντιληφθεί, προφανώς καλύφθηκαν εύκολα πίσω από τα παρακλάδια των λόφων, που κατέβαιναν μέχρι τη θάλασσα.
Η Μάχη
Ο Αλέξανδρος συνέχισε την αργή προώθησή του, έχοντας πια σιγουρευτεί πως ολόκληρος ο στρατός σχημάτιζε ένα ομοιογενές μέτωπο, μέχρι τη στιγμή που βρέθηκε σε ακτίνα βολής από τις περσικές γραμμές. Τότε εξαπέλυσε ξαφνικά επίθεση από δεξιά, οδηγώντας ο ίδιος το ιππικό των Εταίρων στην απέναντι όχθη και απωθώντας τον εχθρό που αντιστεκόταν. Όπως όμως συχνά γινόταν στις μάχες της αρχαιότητας, η επιτυχημένη προώθηση απέκοψε τη δεξιά πτέρυγα από το κεντρικό τμήμα του στρατεύματος. Εκτός από το εμπόδιο των πασσάλων που είχε εμφυτεύσει ο Δαρείος, οι από κρημνες και ανώμαλες όχθες του Πίναρου δυσκόλευαν πάρα πολύ τους φαλαγγίτες να συμβαδίζουν μεταξύ τους – πόσω μάλλον με τον Αλέξανδρο.
Στο κενό το οποίο σχηματίστηκε ανάμεσα στο ιππικό του Αλεξάνδρου και στη μακεδονική φάλαγγα εισχώρησαν οι Έλληνες μισθοφόροι του Δαρείου. Σε λίγο θα κατάφερναν να ρίξουν τους φαλαγγίτες στον ποταμό και να απειλήσουν τα νώτα του μακεδονικού ιππικού, που είχε βρεθεί στα αριστερά των Περσών. Είναι προφανές ότι το κενό στις μακεδονικές γραμμές δημιουργήθηκε κυρίως από την απόφαση που είχε πάρει την τελευταία στιγμή ο Αλέξανδρος να ενισχύσει το ιππικό της δεξιάς πτέρυγας σε βάρος του κέντρου. Αυτή η ριψοκίνδυνη κίνηση ήταν όμως απαραίτητη.
Η πορεία της μάχης
Παρά τους κινδύνους που αντιμετώπισε το μακεδονικό κέντρο, δεν λύγισε, μολονότι έχασε περίπου 120 σημαντικούς πολεμιστές και τον Πτολεμαίο, γιο του Σελεύκου και έναν από τους σπουδαιότερους στρατηγούς, που σκοτώθηκε στη διάρκεια της μάχης. Τελικά, οι Μακεδόνες κατάφεραν να αποκρούσουν την επικίνδυνη αντεπίθεση και να συγκρατήσουν την περσική αιχμή που είχε διεισδύσει στα δεξιά τους μέχρι τη στιγμή που έφτασε ο Αλέξανδρος.
Διαβάστε επίσης: Η κατάκτηση της Αιγύπτου απο τον Αλέξανδρο: H στέψη του ώς Φαραώ, η επισκεψή του στο μαντείο του Άμμωνος και η ίδρυση της Αλεξάνδρειας
Ο Μακεδόνας βασιλιάς διατήρησε τον απόλυτο έλεγχο του ιππικού και δεν επέτρεψε στους άνδρες του να διαπράξουν ένα συνηθισμένο λάθος και να εξακολουθήσουν την καταδίωξη με αποτέλεσμα να χάσουν την επαφή τους με το βασικό πολεμικό θέατρο. Όταν διαπίστωσε ότι η περσική αριστερή πτέρυγα είχε διαλυθεί και ότι δεν υπήρχε ελπίδα ανάκαμψης, άλλαξε κατεύθυνση και επιτέθηκε στο κεντρικό σώμα των Ελλήνων μισθοφόρων. Η μακεδονική φάλαγγα μπόρεσε έτσι να προωθηθεί άλλη μια φορά, καταστρέφοντας όσους είχαν γλιτώσει από τη σύγκρουση με το ιππικό του Αλεξάνδρου.
Οι προσπάθειες της δεξιάς πτέρυγας του Δαρείου παραλίγο να στεφθούν με επιτυχία ενάντια στη μακεδονική αριστερή πτέρυγα του Παρμενίωνα. Σε αυτό το σημείο η ακτή βρίσκεται δίπλα στη χαμηλή πεδιάδα και η συντριπτική αριθμητική υπεροχή του περσικού ιππικού θα μπορούσε να μετατραπεί σε πλεονέκτημα. Είναι άγνωστο αν στη συγκεκριμένη περίπτωση το ιππικό της περσικής δεξιάς πτέρυγας λάμβανε διαταγές απευθείας από τον Δαρείο. Ωστόσο, είναι σίγουρο ότι οι αξιωματικοί του ένιωθαν δικαιολογημένα ανυπόμονοι να εγκαταλείψουν την καθαρά αμυντική τους στάση και έτσι οι Πέρσες ιππείς σε λίγο διέσχισαν τον ποταμό και επιτέθηκαν στο θεσσαλικό ιππικό που είχε παραταχθεί απέναντί τους.
Ακολούθησε μια απελπισμένη μάχη, αλλά, όταν η περσική δεξιά πτέρυγα αντιλήφθηκε ότι το κέντρο και το αριστερό τμήμα της παράταξής της είχαν καταρρεύσει, κάμφθηκε και στη συνέχεια τράπηκε σε φυγή. Κανείς δεν μπορούσε να κατηγορήσει τους Πέρσες γι᾿αυτή την κίνηση. Σε περίπτωση που προσπαθούσαν να διατηρήσουν τη θέση τους, θα είχαν περικυκλωθεί από τη μακεδονική φάλαγγα και το νικηφόρο ιππικό του Αλεξάνδρου. Μόλις όμως οπισθοχώρησαν, εγκαταλείποντας την ολομέτωπη καταδίωξη σε κάποια σημεία, και τράπηκαν σε φυγή, επικράτησε σύγχυση και βρέθηκαν εκτεθειμένοι στους Θεσσαλούς.
Η συντριβή του στρατού του Δαρείου σε αυτό τον τομέα σύντομα μετατράπηκε σε γενικευμένη πανωλεθρία. Πολλοί από τους φυγάδες ήταν βαριά οπλισμένοι και εξοπλισμένοι ιππείς. Τα όπλα τούς δυσκόλευαν να τρέξουν, ενώ ορισμένοι τα πετούσαν και ήταν εντελώς ανυπεράσπιστοι όταν τους προλάβαιναν οι Μακεδόνες. Καθώς κάλπαζαν πανικόβλητοι προς τα στενά ορεινά περάσματα, τα άλογα συχνά ανατρέπονταν μαζί με τους καβαλάρηδες και πολλοί ποδοπατήθηκαν μέχρι θανάτου από όσους έρχονταν πίσω τους. Το επιτιθέμενο ιππικό του Παρμενίωνα δεν ελάττωσε καθόλου την πίεση και το αλαφιασμένο περσικό πεζικό, που βρισκόταν πίσω από το ιππικό, δεινοπαθούσε όσο και οι ιππείς.
Ο Δαρείος δεν περίμενε να δει την ήττα και της δεξιάς του πτέρυγας. Τη στιγμή μετέφερε που η αριστερή περσική πτέρυγα κατέρρεε μπροστά στην επίθεση του Αλεξάνδρου, εκείνος είχε ήδη τραπεί σε φυγή με το άρμα του, που τον μετέφερε αρκετά γρήγορα για όσο το έδαφος ήταν ομαλό. Όταν όμως βρέθηκε στα βραχώδη φαράγγια ανατολικά και βόρεια, εγκατέλειψε το άρμα του μαζί με όπλα και ρούχα, και συνέχισε καβάλα στο άλογό του. Σύμφωνα με τις πηγές, τα άλογα που έσερναν το άρμα του είχαν τραυματιστεί και δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, ενώ το άλογο με το οποίο τελικά διέφυγε ο βασιλιάς ήταν δεμένο πίσω από το άρμα για ένα ανάλογο έκτακτο περιστατικό. Σε κάθε περίπτωση, η νύχτα έσωσε τον Πέρση βασιλιά από την ανελέητη καταδίωξη του Αλεξάνδρου.
Οι αρχαίοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι οι απώλειες του στρατού του Δαρείου στην Ισσό ήταν 100.000 πεζοί και 10.000 ιππείς. Φαίνεται πως στην υποχώρηση που ακολούθησε σκοτώθηκαν περισσότεροι από όσους χάθηκαν στη μάχη – ένα φαινόμενο αρκετά συχνό στις πολεμικές συρράξεις της αρχαιότητας. Αναφέρθηκε ότι ο Αλέξανδρος εγκατέλειψε την καταδίωξη του εχθρού προκειμένου να συμπαρασταθεί στην απειλούμενη μακεδονική φάλαγγα, αν και υπήρχε ακόμη αρκετό φως για να συνεχίσει το κυνήγι. Το θήραμα ήταν ο Δαρείος, αλλά τελικά η ανταμοιβή του ήταν το εγκαταλειμμένο άρμα του Πέρση βασιλιά με τον εξοπλισμό του.
Ήταν πολύ εύκολο για τους Μακεδόνες να καταλάβουν γρήγορα τον περσικό καταυλισμό, όπου αιχμαλώτισαν τις γυναίκες της Αυλής που συνόδευαν το βασιλιά στην εκστρατεία του. Ανάμεσά τους ήταν η σύζυγος (και αδερφή) του Δαρείου με το μικρό τους γιο και η μητέρα του. Συνελήφθησαν επίσης δύο από τις κόρες του, καθώς και κάποιες κυρίες της Αυλής που τις φρόντιζαν.
Μετά τη Μάχη
Στα χέρια των Μακεδόνων έπεσαν και τα περσικά ταμεία – σύμφωνα με μια πρόχειρη εκτίμηση του Αρριανού, «μέχρι 3.000 τάλαντα». Ωστόσο, η σύγκριση με τα πολύ περισσότερα λάφυρα που περίμεναν τους νικητές όταν κατέλαβαν το γενικό περσικό αρχηγείο στη Δαμασκό είναι αναπόφευκτη. Ένα τάλαντο ισοδυναμούσε με 6.000 δραχμές και 80 χρόνια νωρίτερα μία δραχμή ήταν ένα υψηλό ημερομίσθιο ενός Αθηναίου κωπηλάτη. Στην Ισσό υπήρχαν, λοιπόν, αρκετά χρήματα για την πληρωμή και τον εφοδιασμό της τεράστιας στρατιάς του Δαρείου σε όλη τη διάρκεια της προβλεπόμενης εκστρατείας.
Διαβάστε επίσης: Μάχη των Γαυγαμήλων: Η πιό αποφασιστική μάχη του Αλεξάνδρου και η ήττα της Περσικής Αυτοκρατορίας.
Ο Αλέξανδρος φέρθηκε με μεγάλη αβρότητα στις Περσίδες αιχμαλώτους. Εκείνες νόμιζαν πως ο Δαρείος ήταν νεκρός και έκλαιγαν υστερικά, αλλά ο Αλέξανδρος τις καθησύχασε αφηγούμενος τη διαφυγή του βασιλιά. Τους είπε ότι δεν είχε κάποια προσωπική αντιδικία με τον Δαρείο, αλλά πολεμούσε για να επιτύχει ένα θεμιτό πολιτικό στόχο: τον έλεγχο της Ασίας.
Μολονότι ήταν πληγωμένος στο πόδι από χτύπημα ξίφους, ο Αλέξανδρος παρακολούθησε τις τιμητικές ταφές των νεκρών και επισκέφθηκε όλους τους τραυματίες, προσφέροντας παρηγοριά και επιβραβεύοντας όσους είχαν αποδειχθεί άξιοι στη μάχη. Στο μεταξύ, ο Δαρείος συνέχισε τη φυγή του ανατολικά. Μαζί με άλλους φυγάδες που συνάντησε σχημάτισε μια ομάδα περίπου 4.000 ανδρών και η βασική του επιδίωξη ήταν να περάσει τον Ευφράτη όσο πιο γρήγορα μπορούσε.
Μια δύναμη 8.000 Ελλήνων, που είχαν αποσκιρτήσει από τον Αλέξανδρο και είχαν ενωθεί με τον Δαρείο, δραπέτευσαν δυτικά. Μόλις έφτασαν στην Τρίπολη της φοινικικής ακτής, κοντά στο όρος Λίβανος, βρήκαν τα πλοία που τους είχαν φέρει από τη Λέσβο. Ορισμένοι έπλευσαν για την Αίγυπτο μέσω της Κύπρου, ενώ άλλοι πιθανόν κατέφυγαν στην Αυλή του βασιλιά της Σπάρτης Άγη, που δεν είχε συμμαχήσει με την «πανελλήνια στρατιά» του Αλεξάνδρου. Τα υπόλοιπα πλοία παραδόθηκαν στις φλόγες για να μη χρησιμοποιηθούν από τυχόν διώκτες τους.
Στη μάχη της Ισσού σκοτώθηκαν αρκετοί υψηλόβαθμοι Πέρσες αξιωματικοί που αποδείχθηκαν πιο ανυποχώρητοι από τον Δαρείο. Κάποιοι από αυτούς είχαν πολεμήσει και στη μάχη του Γρανικού. Μολονότι επρόκειτο για μια αποφασιστική νίκη του Αλεξάνδρου, η πραγματική μάχη, αν και ήταν πολύ βίαιη, διήρκεσε πολύ λίγο. Ήταν μια μέρα του Νοεμβρίου, αλλά φαίνεται πως υπήρχε ακόμη αρκετό φως για μια μακρά και αποτελεσματική καταδίωξη του εχθρικού στρατού.
Εκείνο το πρωί ο Αλέξανδρος είχε προχωρήσει συνειδητά και αργά προς τις περσικές γραμμές και έτσι οι δύο πλευρές είχαν χρόνο να παρατηρήσουν τον αντίπαλο και να αναδιατάξουν τα στρατεύματά τους αναλόγως. Η μάχη κράτησε λίγες ώρες. Ο Αρριανός αναφέρει τα θύματα της φάλαγγας, όμως δεν δίνει αναλυτικούς αριθμούς για τις μακεδονικές απώλειες. Οι υπόλοιποι συγγραφείς συμφωνούν μαζί του και μεταξύ τους αναφορικά με τους αριθμούς των νεκρών Περσών, αλλά διαφωνούν στον αριθμό των νεκρών Μακεδόνων. Φαίνεται τελικά πως οι νικητές έχασαν μόνο μερικές εκατοντάδες άνδρες.
Η Μάχη της Ισσού ήταν μια αποφασιστική ελληνική νίκη και σηματοδότησε την αρχή του τέλους της περσικής εξουσίας. Ήταν η πρώτη φορά που ο περσικός στρατός ηττήθηκε υπό την ηγεσία του ίδιου του Μεγάλου Βασιλιά. Μετά τη Μάχη ο Αλέξανδρος προχώρησε μέσω της κοίλης Συρίας προς τη φοινικική παραλία όπου πολιόρκησε την πόλη της Τύρου, στέλνοντας παράλληλα τον Παρμενίωνα κατά της Δαμασκού, την οποία εύκολα κυρίευσε ο στρατηγός, λαμβάνοντας από την πόλη και πολλούς θησαυρούς και πολλούς αιχμαλώτους. Ενδιαφέρουσα για τα κίνητρα της εκστρατείας είναι η επιστολή που έστειλε μετά τη μάχη ο Αλέξανδρος στο Δαρείο.
Ο Δαρείος επεδίωξε την επιστροφή της οικογένειάς του, υποσχόμενος στον Αλέξανδρο το ήμισυ του βασιλείου του, ο Αλέξανδρος αρνήθηκε. Αντίθετα, ο Αλέξανδρος τον προκάλεσε να σταθεί και να πολεμήσει, και έτσι θα συναντηθούν για δεύτερη φορά στα Γαυγάμηλα όπου ο Δαρείος θα έφευγε και πάλι, αλλά αυτή τη φορά θα συναντούσε τον θάνατό του από έναν δικό του, τον Βήσσο.
Βιβλιογραφία
John Warry – Alexander 334-323 BC Conquest of the Persian Empire
Diodorus Siculus (90–30 BC). Bibliotheca Historica.
Arrian (AD 86–146). Anabasis Alexandri.