Mάχη της Μαντινείας: Οι Σπαρτιάτες αντιμετωπίζουν τον Πελοποννησιακό συνασπισμό και τους Αθηναίους σε μία από τις μεγαλύτερες μάχες της αρχαιότητας μεταξύ οπλιτών.

Η Μάχη της Μαντίνειας το 418 π.Χ. έμεινε στην ιστορία ως η μεγαλύτερη μάχη μεταξύ οπλιτών του Πελοποννησιακού Πολέμου. Το 418 π. Χ. στην πεδιάδα έξω από την πόλη της Μαντίνειας οι Σπαρτιάτες οπλίτες παρατάχτηκαν απέναντι από τους Αργείους, ενώ αμφότερες οι παρατάξεις ενισχύονταν από συμμάχους. Οι μεν Σπαρτιάτες είχαν στο πλευρό τους, πέραν των ειλώτων (απελεύθερων και μη) και λοιπών Λακεδαιμονίων, τους Τεγεάτες, κάποιους Αρκάδες και οπλίτες από την περιοχή Σκιρίτιδα στα σύνορα μεταξύ της Λακεδαίμονος και της Αρκαδίας. Οι δε Αργείοι ενισχύθηκαν από τους Μαντινείς, κάποιους Αρκάδες και τους Αθηναίους. Όπως φαίνεται, η Αρκαδία παρουσιάστηκε διχασμένη, καθώς πόλεις της, έλαβαν μέρος στη μάχη μοιρασμένες και στις δύο πλευρές.

Η κύρια αιτία της μάχης και γενικότερα της σύγκρουσης ήταν η δυσαρέσκεια πολλών Πελοποννήσιων για την κυριαρχία της Σπάρτης αλλά και οι βλέψεις των Αργείων για μία δική τους άνοδο στα εδάφη της Πελοποννήσου.

Προοίμιο 

Ο Ελληνικός κόσμος κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου

Μετά το 421 π.Χ. και ενώ η Νικίειος Ειρήνη μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης ήταν εν ισχύς, οι Αθηναίοι – κυρίως μέσω του Αλκιβιάδη – άρχισαν να αναπτύσσουν σχέσεις με τη δημοκρατική μερίδα των πολιτών του Άργους. Απώτερος σκοπός τους ήταν να δημιουργήσουν προβλήματα στην κατ’ εξοχήν περιοχή των Σπαρτιατών που ήταν η Πελοπόννησος. Να σημειωθεί ότι η αριστοκρατική μερίδα του Άργους, ήταν παραδοσιακά με το μέρος των Σπαρτιατών και πρόθυμοι να στηρίξουν ένα ολιγαρχικό πολίτευμα.

Διαβάστε Επίσης: H εκστρατεία των Αθηναίων στη Σικελία και η πανωλεθρία τους έξω από τα τείχη των Συρακουσών 

Το έτος 418 π.Χ. οι Αργείοι μάζεψαν τους συμμάχους τους, συμπεριλαμβανομένης της πόλης του Ορχομενού (Αρκαδίας) και εγκαταστάθηκαν στην πόλη της Μαντίνειας. Από τη βάση που έστησαν εκεί σκόπευαν να πιέσουν τους Τεγεάτες, οι οποίοι ήταν παραδοσιακοί σύμμαχοι των Σπαρτιατών (ήταν οι πρώτοι που συμμάχησαν με τους Σπαρτιάτες ήδη απ’ τον 6ο αιώνα π.Χ θέτοντας τις βάσεις της Πελοποννησιακής Συμμαχίας) και η πόλη τους βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο στην είσοδο για την Λακεδαίμονα. Να σημειωθεί ότι το Άργος δεν δεσμευόταν από τη Νικίειος Ειρήνη. Η Σπάρτη βέβαια, δε θα μπορούσε να μείνει άπραγη απ’ τη στιγμή που ένας σύμμαχός της απειλούνταν.

Η Μάχη

Ο Άγης οδήγησε το στρατό των Σπαρτιατών στην επικράτεια της Μαντινείας και εφάρμοσε τη συνηθισμένη τακτική της ερήμωσης των εχθρικών εδαφών προκειμένου να αναγκάσει τους πολιορκούμενους να βγουν και να πολεμήσουν για να σώσουν τις καλλιέργειές τους. Δυστυχώς για τους Σπαρτιάτες, σε εκείνη την περιοχή της Πελοποννήσου το μεγαλύτερο μέρος της σοδειάς είχε ήδη μαζευτεί και έτσι οι ζημιές που προκάλεσαν δεν ήταν σημαντικές. 

Οι σύμμαχοι δεν ήταν πρόθυμοι να διακινδυνεύσουν και να εμπλακούν σε μάχη, καθώς περίμεναν ενισχύσεις, μια μεγάλη δύναμη περίπου 3.000 οπλιτών από την Ήλιδα και 1.000 ακόμη οπλίτες από την Αθήνα. Όταν τελικά βγήκαν από τη Μαντίνεια, αντί να βαδίσουν προς τους Σπαρτιάτες κατέλαβαν μια αμυντική θέση στις πλαγιές των κοντινών λόφων και περίμεναν τον Άγη και τους Σπαρτιάτες να κάνουν την επόμενη κίνηση. Ο Άγης ήταν αποφασισμένος να εμπλακεί σε μάχη, έτσι διέταξε το στρατό του να προχωρήσει προς τον εχθρό, βαδίζοντας όμως σε ένα έδαφος που γινόταν ολοένα και περισσότερο επικλινές. 

Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, όταν οι δύο στρατοί πλησίασαν τόσο κοντά ώστε να μπορούν να ρίχνουν ακόντια ή πέτρες ο ένας στον άλλο, ένας από τους μεγαλύτερους σε ηλικία άνδρες στις τάξεις των Σπαρτιατών φώναξε στον Άγη ότι προσπαθούσε να επανορθώσει το λάθος του κάνοντας ένα ακόμη. Αυτό που εννοούσε ήταν ότι ο Άγης επιχειρούσε να εξιλεωθεί για την προηγούμενη ατιμωτική αποχώρησή του από το Άργος πραγματοποιώντας μια απερίσκεπτη επίθεση σε μια ισχυρή θέση του εχθρού. Ίσως ο μεγαλύτερος σε ηλικία άνδρας ο οποίος με τα λόγια του συνέφερε τον Άγη να ήταν ένα μέλος του συμβουλίου της σπαρτιατικής Γερουσίας· ίσως ακόμη να ήταν ένας από τους δέκα συμβούλους του. 

Όποιος όμως και αν ήταν, η επίπληξη φαίνεται πως είχε αποτέλεσμα, καθώς ο Άγης την τελευταία στιγμή διέταξε υποχώρηση και επέστρεψε πάλι στην πόλη της Τεγέας. Στάθηκε τυχερός, καθώς η απερίσκεπτη επίθεση και η ξαφνική υποχώρηση προκάλεσαν σύγχυση στους διοικητές των συμμαχικών δυνάμεων του Άργους. Δεν επιχείρησαν άμεσα να καταδιώξουν τους Σπαρτιάτες που υποχωρούσαν, ίσως επειδή ανησυχούσαν ότι οι εχθροί τους μπορεί να ξαναγύριζαν και να εφορμούσαν εναντίον τους όταν δεν θα βρίσκονταν πλέον σε πλεονεκτική θέση.

Ωστόσο, ο βασιλιάς Άγης και οι σύμμαχοί του αντιμετώπιζαν ακόμη το πρόβλημα πώς να βγάλουν τις συμμαχικές δυνάμεις του Άργους από την πλεονεκτική τους θέση και να τις κατευθύνουν σε μια ευνοϊκότερη για τους ίδιους τοποθεσία για να αναμετρηθούν μαζί τους. Αποφάσισαν ότι, αντί να καταστρέψουν τις σοδειές των Μαντινείων, θα μπορούσαν να απειλήσουν τα νερά τους εκτρέποντας τη ροή του μεγαλύτερου ποταμού της περιοχής έτσι ώστε, όταν έφτανε η περίοδος των βροχοπτώσεων, να πλημμύριζε τις εκτάσεις τους και να κατέστρεφε τα εδάφη τους. 

Ο εχθρός, για να το αποτρέψει, θα αναγκαζόταν να κατεβεί από τα υψώματα στις πλημμυρισμένες πεδινές περιοχές όπου καμία πλευρά δεν θα είχε το πλεονέκτημα. Αυτό θα πρέπει να το πρότειναν οι κάτοικοι της Τεγέας οι οποίοι είχαν μακροχρόνιες διαφορές με τους κατοίκους της Μαντινείας ως προς τη διαχείριση των εδαφών που κατέκλυζαν τα νερά του ποταμού. Εν τω μεταξύ, οι Αργείοι και οι σύμμαχοί τους άρχισαν να μετακινούνται. Οι αρχαιότεροι διοικητές της συμμαχικής δύναμης ήταν μέλη της αριστοκρατίας του Άργους, των Χιλίων, οι οποίοι συνήθως είχαν καλές σχέσεις με τους Σπαρτιάτες, αλλά πιέζονταν από τους πολίτες τους να μη συμβιβαστούν με τον εχθρό και να μην αποφύγουν τη μάχη. 

Διαβάστε Επίσης: H Μάχη της Πύλου και της Σφακτηρίας και η ταπεινωτική ήττα της Σπάρτης.

Επίσης, έπρεπε να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους απέναντι σε πόλεις όπως η Μαντίνεια, οι οποίες αναζητούσαν μια καλή εναλλακτική συμμαχία έναντι της παραδοσιακής κυριαρχίας της Σπάρτης στην Πελοπόννησο. Έτσι, οι Αργείοι και οι σύμμαχοί τους κατέβηκαν από τους λόφους και κατευθύνθηκαν προς την πεδιάδα στα νότια της Μαντινείας. Παρατάχτηκαν για να πολεμήσουν με τον τρόπο με τον οποίο είχαν αποφασίσει να αντιμετωπίσουν τους Σπαρτιάτες.

Η δεξιά τους πτέρυγα, παραδοσιακά η ισχυρότερη σε μια μάχη μεταξύ οπλιτών, αποτελούνταν από Μαντινείς και από οπλίτες μικρότερων πόλεων της Αρκαδίας. Δίπλα τους βρισκόταν μια επίλεκτη ομάδα 1.000 οπλιτών από το Άργος, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του κέντρου και της αριστερής πτέρυγας καταλάμβαναν Αργείοι οπλίτες, καθώς και 1.000 Αθηναίοι οπλίτες με μία δύναμη ιππικού. Παράλληλα, οι Σπαρτιάτες είχαν προχωρήσει προς τη Μαντίνεια χωρίς να γνωρίζουν ότι ο στρατός του εχθρού είχε εγκαταλείψει την προηγούμενη θέση του και βρισκόταν πολύ πιο κοντά τους. Καθώς έβγαιναν από ένα δάσος, έκπληκτοι και μπερδεμένοι, αντίκρισαν μπροστά τους τις εχθρικές δυνάμεις σε παράταξη μάχης. 

Ο Άγης προετοίμασε βιαστικά τις δυνάμεις του για τη μάχη χρησιμοποιώντας τη συνηθισμένη σπαρτιατική διάταξη, τοποθετώντας δηλαδή τους Σκιρίτες (οπλίτες από την περιοχή της Σκιρίτιδας στην Αρκαδία) στην αριστερή του πτέρυγα μαζί με ομάδες οπλιτών από απελεύθερους είλωτες, στους οποίους περιλαμβάνονταν και οι άνδρες που είχαν επιστρέψει από την εκστρατεία του Βρασίδα στη Θράκη. Στο κέντρο βρίσκονταν οι Λάκωνες οπλίτες, τόσο Σπαρτιάτες όσο και περίοικοι. Οι άλλοι Αρκάδες σύμμαχοι των Σπαρτιατών, μεταξύ των οποίων και οι Τεγεάτες, ήταν στη δεξιά πτέρυγα μαζί με μερικούς Σπαρτιάτες αξιωματικούς για να τους εμψυχώνουν. 

Στα άκρα κάθε πτέρυγας ο Άγης τοποθέτησε 200 Σπαρτιάτες ιππείς. Και οι δύο πλευρές διέθεταν κάποιες δυνάμεις ιππικού και μικρούς αριθμούς στρατιωτών με ελαφρύ οπλισμό, όπως τόξα, ακόντια και σφεντόνες, αλλά ο βασικός όγκος κάθε στρατού αποτελούνταν από οπλίτες – 8.000 στην παράταξη των Αργείων και περίπου 9.000 στην παράταξη των Σπαρτιατών. 

Οι αριθμοί αυτοί ήταν πολύ μεγάλοι για μια αναμέτρηση μεταξύ οπλιτών και η μάχη που ακολούθησε αποκάλυψε πολλά από τα βασικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα του πολέμου με μεγάλες δυνάμεις πεζικού. Ο Θουκυδίδης σημειώνει ότι οπλιτική φάλαγγα καθώς πλησιάζει τον εχθρό έχει την τάση να κινείται προς τα δεξιά. Και αυτό γιατί η δεξιά πλευρά κάθε άνδρα είναι πιο ευάλωτη, καθώς η ασπίδα του δεν μπορεί να τον καλύψει πλήρως. Έτσι, για να προστατευτεί, μετακινείται προς το προεξέχον τμήμα της ασπίδας του οπλίτη στα δεξιά του, κάτι που επαναλαμβάνεται στο σύνολο της παράταξης, με αποτέλεσμα ολόκληρος ο στρατός να κινείται προς τα δεξιά. 

Καθώς, λοιπόν, οι δύο στρατοί πλησίαζαν, κάθε παράταξη άρχισε να επεκτείνει τη δεξιά της πτέρυγα πέρα από την αριστερή πτέρυγα του αντιπάλου της. Στη μάχη της Μαντινείας αυτή η τάση ήταν μεγαλύτερη διότι ο στρατός των Σπαρτιατών ήταν μεγαλύτερος και είχε ευρύτερο μέτωπο, με αποτέλεσμα η παράταξη των Τεγεατών και των Σπαρτιατών στα αριστερά του Άγη να έχει επεκταθεί πέρα από εκείνη των Αθηναίων και των Αργείων απέναντί τους. 

Από την άλλη, η παράταξη των Σκιριτών και των απελεύθερων ειλώτων στα αριστερά της πτέρυγας του Άγη δεν είχε επεκταθεί όσο η πτέρυγα των Μαντινείων. Ανήσυχος μήπως η αριστερή του πτέρυγα υπερφαλαγγιστεί και ηττηθεί, ο Άγης διέταξε τους άνδρες της να κινηθούν αριστερά. Ωστόσο, με αυτή την κίνηση υπήρχε κίνδυνος να δημιουργηθεί ένα σημαντικό κενό στην παράταξη. Έτσι, καθώς οι δύο στρατοί πλησίαζαν μεταξύ τους, ο Άγης διέταξε τους δύο Σπαρτιάτες λοχαγούς του να πάρουν άνδρες από τα δεξιά της παράταξης των Σπαρτιατών οπλιτών και να καλύψουν το κενό μεταξύ της αριστερής πτέρυγας και του κέντρου. 

Αυτοί, ως έμπειροι Σπαρτιάτες αξιωματικοί, αρνήθηκαν καθώς γνώριζαν ότι, αν το έκαναν, θα άφηναν ένα ακόμη πιο επικίνδυνο κενό μεταξύ της δεξιάς πτέρυγας και του κέντρου. Ο Άγης προσπάθησε να φέρει την αριστερή του πτέρυγα πάλι δεξιά, για να κλείσει την πρώτη γραμμή του στρατού του, αλλά ήταν πολύ αργά και, καθώς οι δύο στρατοί συγκρούονταν, υπήρχε ένα σημαντικό άνοιγμα μεταξύ των απελεύθερων ειλώτων και των Σπαρτιατών.

Οι Μαντινείς, οι Αρκάδες σύμμαχοί τους και οι 1.000 Αργείοι εκμεταλλεύτηκαν αυτό το κενό, απωθώντας την αριστερή πτέρυγα του Άγη και σχεδόν κυκλώνοντάς τη. Αν είχαν επιβραδυνθεί, παγιώνοντας έτσι το κενό μεταξύ των δύο τμημάτων του στρατού του Άγη, και στη συνέχεια προχωρούσαν αριστερά για να επιτεθούν στον κύριο σχηματισμό των Σπαρτιατών οπλιτών από τα πλάγια και τα νώτα τους, ίσως πετύχαιναν μια εκπληκτική νίκη. Αντ’ αυτού, όρμησαν μπροστά, διασπώντας την αριστερή πτέρυγα του Άγη και απωθώντας τους άνδρες που ήταν μπροστά τους μέχρι που έφτασαν στην εφοδιοπομπή την οποία φρουρούσαν λίγοι άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας τους οποίους σκότωσαν. 

Εν τω μεταξύ, το κέντρο και η αριστερή τους πτέρυγα είχαν απομακρυνθεί επικίνδυνα. Οι Σπαρτιάτες αντιμετώπισαν με ευκολία τους Αργείους που βρίσκονταν μπροστά τους, οι οποίοι, αφού αντιστάθηκαν αδύναμα, πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή. Ήταν μεγάλης ηλικίας άνδρες -όχι τόσο καλά εκπαιδευμένοι όσο οι 1.000 επίλεκτοι οπλίτες που καταδίωκαν την ηττημένη αριστερή πτέρυγα του Άγη–, συνηθισμένοι να φοβούνται τους Σπαρτιάτες. 

Διαβάστε Επίσης: Η εκστρατεία της Αμφίπολης και ο θάνατος του Βρασίδα, του πιο γεναίου Σπαρτιάτη στρατηγού της εποχής.

Οι Αθηναίοι στο αριστερό άκρο του στρατού του Άργους είχαν περικυκλωθεί. Αυτό που απέτρεψε την πλήρη καταστροφή ήταν η γενναία παρέμβαση του ιππικού τους. Έτσι, λοιπόν, η μάχη διεξαγόταν σε δύο χωριστές ομάδες νικηφόρων οπλιτών που καταδίωκαν τους ηττημένους και πτοημένους εχθρούς τους. Καταστάσεις όπως αυτή ήταν συνηθισμένες σε μάχες μεταξύ οπλιτών και, όπως συνέβαινε συχνά, ο στρατός που θα διατηρούσε την πειθαρχία και τη συνοχή του μετά την αρχική φάση της συμπλοκής θα ήταν εκείνος που θα κέρδιζε και τη μάχη.

Ο Άγης, βλέποντας την αριστερή του πτέρυγα να βρίσκεται σε αταξία, σταμάτησε να πλήττει το κέντρο και την αριστερή πτέρυγα του εχθρού ώστε να μπορέσει να στρέψει το σώμα του στρατού του εναντίον των Μαντινείων, των Αρκάδων και των επιλεκτων Αργείων, να τους περικυκλώσει και να τους προκαλέσει βαριές απώλειες. Ωστόσο, για μια ακόμη φορά παρενέβη ένας έμπειρος ανώτερος αξιωματικός των Σπαρτιατών. Ήταν ο Φάραξ, ένας από τους άνδρες που είχαν διοριστεί μετά την τελευταία εκστρατεία του Άγη εναντίον του Άργους για να τον συμβουλεύουν. 

Ο Φάραξ απομάκρυνε το βασιλιά Άγη από την πρώτη γραμμή όπου πολεμούσε και του είπε να δώσει διαταγές για να δημιουργηθεί μια οδός διαφυγής για τους 1.000 επίλεκτους Αργείους οπλίτες. Ο ιστορικός Διόδωρος υποστηρίζει ότι ο λόγος γι’ αυτό ήταν ότι πολεμούσαν τόσο απεγνωσμένα και αποφασιστικά που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρές απώλειες στις δυνάμεις των Σπαρτιατών, αλλά ενδεχομένως η συμβουλή του να είχε πολιτική σκοπιμότητα. Οι επίλεκτοι Αργείοι οπλίτες προέρχονταν από τις πλουσιότερες οικογένειες του Άργους και ήταν αυτοί που ήταν πιο πιθανό να υποστηρίξουν ένα ολιγαρχικό καθεστώς, όπως αυτό που επιθυμούσαν οι Σπαρτιάτες. 

Αν σκοτώνονταν όμως, δεν θα ασκούσαν πλέον επιρροή και θα ήταν πιο εύκολο για τους δημοκρατικούς υποστηρικτές των Αθηναίων στο Άργος να συνεχίσουν να κυβερνούν και να επιδιώκουν συμμαχίες εναντίον των Σπαρτιατών. Έτσι, λοιπόν, αυτοί που είχαν τις μεγαλύτερες απώλειες από τους Σπαρτιάτες ήταν οι Μαντινείς, οι κοινοί Αργείοι πολίτες, οι Αθηναίοι και οι Αρκάδες, με πάνω από 1.000 νεκρούς, ενώ η επίλεκτη δύναμη του Άργους γλίτωσε σχεδόν αβλαβής. 

Αυτή η νίκη των Σπαρτιατών είχε ως συνέπεια την αποκατάσταση της στρατιωτικής φήμης των Σπαρτιατών, αλλά δεν εξαφάνισε τις διαμάχες μεταξύ των ελληνικών κρατών. Επίσης, οι απρόθυμοι σύμμαχοι της Σπάρτης κατάλαβαν τι τους περίμενε αν αναζητούσαν αλλού υποστήριξη. Οι Σπαρτιάτες είχαν νικήσει την αντίπαλη πόλη του Άργους βάζοντας τέλος στο σχέδιό της να κυριαρχήσει στην Πελοπόννησο στη θέση της Σπάρτης. Το επόμενο έτος η ολιγαρχική φατρία του Άργους κατάφερε, με τη βοήθεια των Σπαρτιατών, να ανατρέψει τη δημοκρατική κυβέρνηση. 

Ωστόσο, λίγο αργότερα, και ενώ οι Σπαρτιάτες ήταν απασχολημένοι με μία από τις θρησκευτικές γιορτές τους, το ολιγαρχικό καθεστώς ανατράπηκε και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε. Έγιναν νέες προτάσεις στους Αθηναίους και καταστρώθηκαν νέα σχέδια για κοινές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο. Εν τω μεταξύ, τα οικονομικά των Αθηναίων παρουσίασαν σημαντική βελτίωση. Η ειρήνη με τη Σπάρτη τους διευκόλυνε να αποκομίσουν έσοδα από το εμπόριο και τη φορολογία των συμμάχων τους, ενώ ταυτόχρονα μείωσε τα έξοδα σε στρατιωτικές αμοιβές και πολεμικό εξοπλισμό. Το 416 π.Χ. εκστράτευσαν εναντίον της Μήλου, ο πληθυσμός της οποίας ίσως περίμενε κάποια βοήθεια από τους Σπαρτιάτες, αλλά τελικά εγκαταλείφθηκε στο έλεος των Αθηναίων.

Επίλογος 

Η νικηφόρα έκβαση της μάχης για τους Σπαρτιάτες σήμαινε αύξηση του κύρους τους και έδειξε στους Πελοποννήσιους τι τους περιμένει σε περίπτωση αμφισβήτησης της Σπαρτιάτικης κυριαρχίας. Για το Άργος ήταν η ταφόπλακα στα σχέδιά του για επικράτηση. Η δε Νικίειος Ειρήνη, η οποία ποτέ δεν έγινε σεβαστή από κανέναν, πληγώθηκε ανεπανόρθωτα και η συμμετοχή των Αθηναίων κατά τη μάχη στο πλευρό των Αργείων ήταν το προανάκρουσμα του δεύτερου μέρους του Πελοποννησιακού πολέμου.  

Βιβλιογραφία

Philip de Souza – The Peloponnesian War 431-404 BC
Thyucydides, Peloponnesian War
Xenophon, History of my Times
Bagnall, Nigel. The Peloponnesian War: Athens, Sparta, And The Struggle For Greece
Cawkwell, George. Thucydides and the Peloponnesian War


Διαβάσε Επίσης: Δεκελεικός Πόλεμος (413-404 π.Χ.) – Το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου και η ήττα της Αθήνας

Μάχη του Ροκρουά (1643): Η καθοριστική μάχη του Τριακονταετή Πολέμου που έφερε στο προσκήνιο τη Γαλλία και έπληξε σημαντικά την Ισπανική στρατιωτική δύναμη.

Τριακονταετής Πόλεμος (1618 - 1648) Η μάχη του Ροκρουά είχε ως συνέπεια την αρχή του τέλους της ισπανικής χερσαίας στρατιωτικής δύναμης κατά τον 17ο αιώνα....

Α Βαλκανικός Πόλεμος: Το Μέτωπο της Ηπείρου- Η Απελευθέρωση της Πρέβεζας και οι Μάχες στα Πέντε Πηγάδια – Αγίους Σαράντα – Μέτσοβο

Κατά την έναρξη του Α Βαλκανικού Πολέμου η Ήπειρος είχε δευτερεύουσα σημασία για την ελληνική Διοίκηση, η οποία επικεντρώθηκε στις ενέργειες του "Στρατού της...